Δημοσιογράφος: Έχουμε στην τηλεφωνική γραμμή τον Υφυπουργό Παιδείας, τον κ. Γιάννη Πανάρετο. Προσπαθώντας να προετοιμαστώ για την εκπομπή, άνοιξα την ιστοσελίδα του. Και στην ιστοσελίδα του βρήκα δεκάδες πράγματα. Βρήκα στοιχεία για την άποψή του για την παιδεία, βρήκα ομιλίες, βρήκα ερωτήσεις, βρήκα τοποθέτηση. Μια διαφάνεια. Βέβαια μπαίνει ένα ερώτημα. Η διαφάνεια στην Κυβέρνηση πρέπει να είναι παντού; Για παράδειγμα, όλα δημοσίως: μάλιστα. Το θέμα της αναδιάρθρωσης όμως γιατί μας λένε ότι αυτό δε συζητείται ή τουλάχιστον δεν πρέπει να συζητείται δημοσίως. Τελικά κ. Υπουργέ πρέπει όλα να συζητούνται διαφανώς και μπροστά στους πολίτες ή υπάρχουν κάποια πράγματα τα οποία πρέπει να συζητούνται πίσω από κλειστές πόρτες; Καλή σας μέρα και χρόνια πολλά.
Υφυπουργός: Καλή σας μέρα και χρόνια πολλά. Εγώ μπορώ να σας πω για τα πράγματα που εγώ διαχειρίζομαι και έχω ευθύνη. Και σε αυτά πιστεύω ότι δεν υπάρχει κάτι, ή τουλάχιστον δεν έχω συναντήσει κάτι μέχρι τώρα, το οποίο δεν μπορεί να είναι κτήμα και των υπόλοιπων πολιτών. Δεν μπορώ να σας μιλήσω για πράγματα για τα οποία, αν δεν έχω πλήρη εικόνα για να ξέρω, υπάρχουν αντικειμενικοί λόγοι μη δημοσιοποίησής τους.
Δημοσιογράφος: Η αντίληψή σας όμως είναι ότι η διαφάνεια βοηθάει.
Υφυπουργός: Η αντίληψή μου είναι ότι έχει μεγάλη σημασία ο δημόσιος λειτουργός να έχει μια απ’ ευθείας επικοινωνία με τον ενδιαφερόμενο πολίτη. Να διατυπώνει τις απόψεις του ακόμα και όταν είναι σε πρώϊμο στάδιο - όχι απλά τις αποφάσεις. Τις αποφάσεις μπορεί να τις δει κανείς και στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Αλλά, επειδή ίσως θυμάστε ότι είχα δεχθεί κριτική γι’ αυτό το πράγμα, είναι κάτι που το πιστεύω, το πιστεύω έντονα, ότι πρέπει, αφ’ ενός μεν να υπάρχει μια πλήρης εικόνα, να δίνεται η δυνατότητα στον ενδιαφερόμενο πολίτη, να ξέρει τι αποφάσεις έχουν ληφθεί, αλλά ταυτόχρονα πιστεύω ότι ο δημόσιος λειτουργός έχει μια υποχρέωση να διατυπώνει τις απόψεις του, να τις βασανίζει αν θέλετε, με τον πολίτη που έχει το ενδιαφέρον να έχει μια άμεση ανταπόκριση. Όχι απλώς με μια συνέντευξη όπως κάνουμε τώρα. Πρέπει να σας πω ότι έχω ωφεληθεί πολύ, έχω πάρει πάρα πολλά, και σχόλια και απόψεις, που με έχουν βοηθήσει στην καλύτερη αντιμετώπιση των θεμάτων που διαχειρίζομαι.
Δημοσιογράφος: Το λέμε διότι, και με αφορμή μια συνέντευξη της κ. Μπιρμπίλη εδώ στο Βήμα FΜ, στον συνάδελφο τον Βασίλη τον Χιώτη και τον Νότη Παπαδόπουλο, έγινε ολόκληρη κουβέντα, και συνεχίζεται αυτή η κουβέντα, για το αν πρέπει η κ. Μπιρμπίλη να έχει αυτές τις θέσεις για τα αυθαίρετα, για το αν πρέπει να τα λέει, αν δεν πρέπει να τα λέει κτλ. Εσείς είστε υπέρ της διαφάνειας, είναι σαφές με αυτό το οποίο είπατε.
Υφυπουργός: Αν θέλετε να σας κάνω και ένα σχόλιο γι’ αυτό που λέτε.
Δημοσιογράφος: Βεβαίως, βεβαίως.
Υφυπουργός: Νομίζω ότι ο Πρωθυπουργός, ο κάθε Πρωθυπουργός, έχει την ευχέρεια επιλογών σε πρόσωπα που θεωρεί κατάλληλα να υλοποιήσουν μια πολιτική. Στο συγκεκριμένο θέμα, θα μπορούσε ο Πρωθυπουργός να έχει επιλέξει ένα κατασκευαστή για Υπουργό. Έχει γίνει αυτό στο παρελθόν, με τον Υπουργό…
Δημοσιογράφος: …Περιβάλλοντος.
Υφυπουργός: Περιβάλλοντος. Οπότε, θα ήταν όλοι ευχαριστημένοι.
Δημοσιογράφος: Όχι, όλοι. Οι κατασκευαστές θα ήταν ευχαριστημένοι κ. Πανάρετε.
Υφυπουργός: Αυτό εννοώ. Επομένως, υπάρχουν στο Υπουργείο Περιβάλλοντος εκείνοι οι οποίοι έχουν σαφείς απόψεις, κάτω από τις οδηγίες και τις κατευθύνσεις του Πρωθυπουργού. Από το άλλο μέρος, για να μη θεωρηθεί ότι υπάρχει μια μονομέρεια, είναι φυσικό να προβληματίζεται το Υπουργείο Οικονομικών, ότι εδώ έχουμε μια κατάσταση, ότι έχουμε χάσει τον έλεγχο για τα αυθαίρετα. Τι πρέπει να κάνουμε; Δεν είναι δηλαδή υποχρεωτικά μια, κατά την γνώμη μου, αντιπαράθεση Υπουργών. Είναι διατύπωση απόψεων από την οπτική γωνία που ο καθένας από τη θέση του έχει για το συγκεκριμένο θέμα για το οποίο συζητάμε.
Δημοσιογράφος: Ακριβώς. Στο τέλος –τέλος ο Υπουργός Περιβάλλοντος, η δουλειά του είναι να υπερασπίζεται το περιβάλλον. Να έρθουμε όμως στα δικά σας. Διάλογος λοιπόν, τον έχετε τον διάλογο. Το βασικό το οποίο σας καταμαρτυρούν είναι ότι κάνετε διάλογο, αλλά δεν ακούτε το τι λένε οι συνομιλητές σας. Έχω μπροστά μου για παράδειγμα τους Καθηγητές του Αριστοτέλειου Παν/μιου. Λένε ότι η κυβερνητική πολιτική στον χώρο των ΑΕΙ οδηγεί νομοτελειακά στην υπονόμευση της δημόσιας και δωρεάν Παιδείας. Έχω την Πανελλήνια Ομοσπονδία Συλλόγων Ειδικού & Εργαστηριακού Προσωπικού - είναι ορισμένα από τα οποία συνέλεξα με αφορμή την συνέντευξή μας- λένε «το κείμενο διαβούλευσης για την έναρξη διαλόγου για την Ανώτατη Εκπαίδευση δεν μπορεί να αποτελέσει βάση διαλόγου». Οι ίδιοι δηλώνουν ικανοποιημένοι με την απόφαση των Πρυτάνεων στο Λαύριο ότι το κείμενο διαβούλευσης δεν αποτελεί βάση διαλόγου. Τελικά, γίνεται διάλογος μεταξύ ατόμων τα οποία λαμβάνουν υπ’ όψη τις απόψεις των υπόλοιπων ή δεν τις λαμβάνουν υπ’ όψη;
Υφυπουργός: Να ξεκινήσω από το δεύτερο και να έρθω στο πρώτο.
Δημοσιογράφος: Βεβαίως.
Υφυπουργός: «Το κείμενο διαβούλευσης δεν αποτελεί βάση διαλόγου». Ας έρθουμε στην ουσία αυτής της παρατήρησης, αυτού του σχολίου. Εάν η Κυβέρνηση - η οποία είναι εκλεγμένη από τον ελληνικό λαό- και οι εκπρόσωποί της, οι Υπουργοί της, δεν διαμορφώσουν ένα κείμενο πάνω στο οποίο θα γίνει η συζήτηση για το επόμενο βήμα, ποιός θα πρέπει να το διαμορφώσει;
Δημοσιογράφος: Μάλιστα.
Υφυπουργός: Υποτίθεται η Κυβέρνηση, όχι υποτίθεται, είναι βέβαιο, έχει εκλεγεί, έχει ένα κυβερνητικό πρόγραμμα. Με βάση αυτό το κυβερνητικό πρόγραμμα και τα όποια νέα στοιχεία έχουν προκύψει, διαμορφώνει ένα κείμενο. Σε αυτό το κείμενο, μπορεί ο καθένας να πει ότι διαφωνώ, διαφωνώ εδώ, διαφωνώ πλήρως με αυτό το κείμενο, θέλω κάτι άλλο. Αυτό όμως μπορεί να γίνειμε βάση το κείμενο της κυβέρνησης. Διαφορετικά, αυτός που διαφωνεί πλήρως θα μπορούσε να είχε γίνει αυτός Κυβέρνηση και να παρουσιάσει το δικό του κείμενο. Και να είναι το δικό του το κείμενο εκείνο στο οποίο θα γίνει η διαβούλευση. Όμως, θέλω να δείτε στα κείμενα διαβούλευσης, τουλάχιστον σε αυτά που έχουμε κάνει στο Υπουργείο Παιδείας, αλλά και σε όλα, σε όλη την διαβούλευση που γίνεται από την Κυβέρνηση, πάντοτε υπάρχει ένα κείμενο, μια σύνοψη, που καταγράφει τις απόψεις των πολιτών στα κυριότερα σημεία της. Καταγράφει και απόψεις, οι οποίες είναι συγκεκριμένες και μπορούν να αποτελέσουν ένα χρήσιμο εργαλείο για την διαμόρφωση πολιτικής. Και στο τέλος, λαμβάνοντας υπ’ όψη αυτές τις απόψεις, οδηγούμεθα σε ένα κείμενο που νομοθετούμε. Επομένως, όχι μόνο λαμβάνεται υπ’ όψη η διαβούλευση, αλλά έχει σημασία στις βασικές αρχές, να ξέρουμε πώς ξεκινάμε. Αλλιώς, θα πάμε στην λογική, με την οποία πιθανόν γνωρίζετε ότι είχα διαφωνήσει πλήρως, του διαλόγου από μηδενική βάση. Λέει ο καθένας ό, τι θέλει, και στο τέλος δεν κάνουμε τίποτα.
Δημοσιογράφος: Δεν καταλήγουμε πουθενά και κάπου πρέπει να καταλήξουμε.
Υφυπουργός: Το δεύτερο που θέλω να σας πω, αφορά την ανακοίνωση που αναφέρατε για υπονόμευση του δημόσιου χαρακτήρα της εκπαίδευσης. Φοβάμαι ότι μερικές φορές χρησιμοποιούμε τις λέξεις χωρίς να αντιλαμβανόμαστε την ώρα που τις διατυπώνουμε την έκταση και την σημασία τους. Ποιος Υπουργός Παιδείας θα υπονόμευε το δημόσιο Πανεπιστήμιο; Με ποια λογική μπορεί να το ισχυρισθεί κανείς αυτό το πράγμα; Να πει «διαφωνώ με την πολιτική σας», να πει «η πολιτική σας θεωρώ ότι δε είναι αυτή που θα κάνει τα Πανεπιστήμιά σας καλύτερα», να το πει. Υπονόμευση του δημόσιου Πανεπιστημίου; Για ποιο λόγο; Δημιουργείται δηλαδή μια θεωρία συνομωσίας, η οποία έχει ως παράγοντές της ανθρώπους που προσπαθούν και κάνουν ό,τι μπορούν για να βελτιώσουν την υφιστάμενη κατάσταση. Να τους γίνει κριτική ότι κάνουν λάθος, να τους γίνει κριτική ότι δεν έχουν αποτιμήσει σωστά τα πράγματα, το καταλαβαίνω. Αλλά τόσο απαξιωτική και με μονοκονδυλιά αμφισβήτηση της ουσίας των προθέσεών τους;
Δημοσιογράφος: Πριν πάμε σε επιμέρους στοιχεία, θα ήθελα να μου πείτε και αν βασικό στοιχείο στο πώς χαράζετε την πολιτική για τον τομέα ευθύνης σας, ως Υφυπουργός Παιδείας, είναι και τα οικονομικά. Πάρα πολλοί σας καταμαρτυρούν, το βλέπω και στις ανακοινώσεις που υπάρχουν, ότι βασικός πυλώνας τέλος πάντων της πολιτικής είναι πώς θα εξοικονομήσουμε χρήματα και ότι χαράσσουμε μια πολιτική για την Παιδεία με κριτήριο αυτό: πώς θα είναι πιο φτηνή η Παιδεία, πώς θα κοστίσει λιγότερο στο ελληνικό Κράτος. Κι εδώ θέλω να σας βάλω το ερώτημα: είναι ακριβή η παιδεία ή τα λεφτά τα οποία δίνουμε δεν πάνε σωστά; Πάνε αλλού; Πάνε στο βρόντο;
Υφυπουργός: Αυτό που μπορεί να διαπιστώσει κανείς εάν καθήσει και μελετήσει για κάθε δραστηριότητα τα οικονομικά δεδομένα, μπορεί να δει ότι υπάρχουν πολλές δραστηριότητες, οι οποίες μπορούν να γίνουν περισσότερο αποτελεσματικά περιορίζοντας την γραφειοκρατία που εκ των πραγμάτων οδηγεί και σε μεγαλύτερο κόστος. Αυτό όμως δεν μπορεί και δεν είναι ο καθοριστικός παράγων που διαμορφώνει την πολιτική μας. Εάν δηλαδή κανείς διαπιστώσει ότι βελτιώνοντας μια διαδικασία, επιφέρει και μια μείωση του κόστους, αυτό είναι ιδιαίτερα χρήσιμο και ελκυστικό. Δεν σημαίνει όμως ότι ξεκινάει κανείς να κάνει μείωση του κόστους και χωρίς να παίρνει υπ’ όψη του την ουσία της εκπαίδευσης.
Δημοσιογράφος: Μάλιστα.
Υφυπουργός: Μπορώ να σας πω και παραδείγματα αν θέλετε. Για παράδειγμα, το ότι τα παιδιά των Εσπερινών Λυκείων εφέτος θα δώσουν εξετάσεις πρωΐ, είναι ένα ουσιαστικό στοιχείο βελτίωσης της εκπαιδευτικής διαδικασίας που μπορώ να σας το εξηγήσω. Αυτό θα επιφέρει και μια μείωση του κόστους. Εάν όμως αυτό εκπαιδευτικά δεν ήταν χρήσιμο, δεν θα λέγαμε ότι κάνουμε μια υποχώρηση στην ουσία της εκπαίδευσης για να κάνουμε μια εξοικονόμηση πόρων σε αυτή την δραστηριότητα. Είναι εύκολο - και το αντιλαμβάνομαι - να σκέφτεται κανείς «α! το κάνουν για να γλυτώσουν λεφτά».
Δημοσιογράφος: Έχετε πάντως περικόψει τους τακτικούς προϋπολογισμούς των πανεπιστημίων κατά 30% το 2010; Είναι έτσι;
Υφυπουργός: Αυτό είναι αλήθεια και αυτό είναι κάτι το οποίο δεν έγινε με κριτήριο ότι υπάρχουν - που υπάρχουν- περιπτώσεις όπου θα μπορούσε να γίνει μια καλύτερη διαχείριση. Αυτό είναι το αποτέλεσμα μιας συμφωνίας που έκανε η χώρα με τους δανειστές της για να ξεφύγουμε από μια ακραία κατάσταση στην οποία βρίσκεται η χώρα. Δεν είναι κάτι δηλαδή που θα ερχόταν ξαφνικά μια Κυβέρνηση και θα έλεγε «ας κόψω το 30%».
Δημοσιογράφος: Μάλιστα. κ. Υπουργέ, δώστε μου 1 λεπτό να ακούσουμε κάποια μηνύματα και συνεχίζουμε με θέματα που ακριβώς είναι στην αρμοδιότητά σας.
Δημοσιογράφος: Η ώρα είναι 11:24 έχουμε στην τηλεφωνική μας γραμμή τον Υφυπουργό Παιδείας κ. Γιάννη Πανάρετο και αρχίσαμε να κουβεντιάζουμε τα θέματα της Παιδείας, τώρα μπαίνουμε στην ουσία, ας το πούμε έτσι, στην καρδιά των θεμάτων. κ. Υπουργέ τελικά ποιος θα είναι ο τρόπος που θα μπαίνουν στα Πανεπιστήμια οι νέοι και εάν εσείς υιοθετείτε την πρόταση να υπάρχει ένας χρόνος ή δυο χρόνια στα οποία θα μπαίνουν στην Σχολή και μετά θα ακολουθούν Τμήμα. Θα ξεκινούν μπαίνοντας για παράδειγμα στην Νομική σχολή, στο Πανεπιστήμιο, και μετά θα πηγαίνουν, θα τους κατευθύνει το ίδιο το Πανεπιστήμιο σε κάποιες επι μέρους Σχολές. Είναι αυτό μέσα στις δικές σας σκέψεις;
Υφυπουργός: Να ξεχωρίσουμε το ενδεχόμενο του λεγόμενου προπαρασκευαστικού έτους που υπήρχε παλιά ως πρόταση και ως άποψη και του ενδεχομένου να εισάγονται τα παιδιά σε Σχολές και στην συνέχεια να επιλέγουν ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα σπουδών. Είναι δυο διαφορετικά πράγματα. Ουσιαστικά, η πρώτη πρακτική μεταφέρει το φροντιστήριο στο Πανεπιστήμιο. Η δεύτερη πρακτική επιτρέπει στα παιδιά, στους νέους, να επιλέξουν ένα ευρύτερο τομέα στον οποίο θέλουν να σπουδάσουν, να δραστηριοποιηθούν, και στην συνέχεια, έχοντας μια καλύτερη εικόνα των εξειδικεύσεων που είναι διαθέσιμες να επιλέξουν μια εξειδίκευση. Αυτό το δεύτερο είναι κάτι το οποίο έχει προτείνει το Υπουργείο Παιδείας, είναι μέσα στις προτάσεις μας για τις αλλαγές στο Πανεπιστήμιο. Δεν πρέπει υποχρεωτικά να το συνδέουμε με τον τρόπο μετάβασης από το Λύκειο στο Πανεπιστήμιο.
Θα ήθελα να επιμείνω στο ότι έχει μεγάλη σημασία να ξεκαθαρίσουμε - πρέπει να αποφασίσουμε - τι θέλουμε από το Λύκειο, τι θέλουμε από το Πανεπιστήμιο και, αφού αυτά τα διαμορφώσουμε, να βρούμε έναν απλό τρόπο που θα είναι η γέφυρα από το Λύκειο στο Πανεπιστήμιο. Γιατί αυτό που σήμερα νομίζω συμβαίνει και πιστεύω δημιουργεί μεγάλα προβλήματα και στα ίδια τα παιδιά αλλά και στο εκπαιδευτικό σύστημα είναι ότι, σχεδόν αποκλειστικά, δίνουμε έμφαση στην γέφυρα, αγνοώντας τις δύο πλευρές της γέφυρας, από πού ξεκινάνε και πού πάνε.
Δημοσιογράφος: Απολύτως σαφές αυτό. Βέβαια και ένα σημαντικό είναι μετά από το πτυχίο ναν θα έχει σχέση με την αγορά εργασίας και εάν θα μπορέσεις τελικά να βρεις εύκολα δουλειά, ή αν θα είναι ένα ακόμα πτυχίο το οποίο μπορεί να προστεθεί στο CV σου και τίποτα παραπάνω.
Υφυπουργός: Είναι πολύ σημαντικό αυτό που λέτε ότι θα πρέπει οι σπουδές να είναι τέτοιες που να συνδυάζουν και την επιστημονική γνώση που πρέπει να πάρει κανείς στο Πανεπιστήμιο, αλλά ταυτόχρονα να δίνουν και τα εφόδια στο νέον άνθρωπο για να έχει μια μεγαλύτερη δυνατότητα να ανταποκριθεί στα δεδομένα ώστε να έχει απασχόληση. Αυτό θα πρέπει να είναι καθοριστικό στοιχείο της προσπάθειάς μας.
Δημοσιογράφος: Για να έχουμε καλύτερα Πανεπιστήμια, έτσι όπως τα σκεφτόσαστε, έτσι όπως μας προλάβατε και μας τα περιγράψατε, θα έχουμε όσα Πανεπιστήμια έχουμε σήμερα; Όσα ΤΕΙ έχουμε σήμερα; Σκεφτόσαστε να πάτε σ’ έναν Καλλικράτη Πανεπιστημίων – ΤΕΙ, να συμμαζευτούν κάπως, διότι αυτό που ακούγαμε επί χούντας, «κάθε πόλη και στάδιο, κάθε χωριό και γυμναστήριο», πάει περίπου, κάθε νομός και Πανεπιστήμιο, κάθε χωριουδάκι και ΤΕΙ;
Υφυπουργός: Θα σας κάνω μια ρητορική ερώτηση, για να συνεχίσω την σκέψη μου πάνω στην ρητορική ερώτηση. Εάν σήμερα δεν υπήρχε κανένα Πανεπιστήμιο και κανένα ΤΕΙ, θα φτιάχναμε αυτά που έχουμε και θα τα είχαμε να λειτουργούν με τον τρόπο που λειτουργούν σήμερα;
Δημοσιογράφος: Ούτε κατά διάνοια.
Υφυπουργός: Έχοντας όμως τα δεδομένα, πιστεύω ότι πρέπει κανείς να αντιληφθεί ότι το να διορθώσει μια κατάσταση είναι πολύ πιο δύσκολο από το να την δημιουργήσει.
Δημοσιογράφος: Σαφώς.
Υφυπουργός: Διότι με ευκολία έγιναν πολλά Πανεπιστήμια και ΤΕΙ -και Τμήματα ιδιαίτερα- και σήμερα έχουμε κάποια δεδομένα. Πρέπει, επομένως, ο τρόπος που θα αντιμετωπίσουμε το υπαρκτό πρόβλημα να είναι τέτοιος που και να ικανοποιεί τις ανάγκες της Παιδείας και της χώρας, αλλά και να μη γίνει με τρόπο που να προκαλέσει μια έντονη κοινωνική αντίδραση.
Δημοσιογράφος: Καλό είναι να το λέτε, πώς θα γίνει; γιατί αν από οποιοδήποτε χωριουδάκι αφαιρέσετε κάτι το οποίο ρουσφετολογικά τοποθετήθηκε, ένα ΤΕΙ, ένα Τμήμα, θα διαμαρτυρηθούν. Έτσι δεν είναι;
Υφυπουργός: Θα σας επαναλάβω μια σκέψη που είχα πει και στο παρελθόν και επομένως δεν είναι κάτι που έχω δυσκολία να το πω. Ας μιλήσουμε για τις περιοχές εκείνες στις οποίες έχουν δημιουργηθεί Τμήματα Πανεπιστημίων ή ΤΕΙ, τα οποία δεν έχουν απήχηση στους νέους. Ποιά είναι εκείνα που δεν έχουν απήχηση μπορεί να το δει κανείς εύκολα σήμερα. Τώρα που έχουμε τα στοιχεία το βλέπουμε καλύτερα. Όταν έχεις 200 εισακτέους, τελικά μπαίνουν 150 γιατί δεν τα δηλώνουν καν οι υποψήφιοι, από τους 150 οι 70 παίρνουν μετεγγραφή και οι άλλοι 30 δεν πηγαίνουν καν να εγγραφούν, τότε το συγκεκριμένο τμήμα έχει πρόβλημα.
Δημοσιογράφος: Έχετε δίκιο. Ε, βέβαια.
Υφυπουργός: Αυτό λοιπόν που πρέπει να κάνεις δεν είναι να το διατηρήσεις αλλά να εξετάσεις αν μπορείς να φτιάξεις μια εκπαιδευτική μονάδα, μια μονάδα μεταδευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, που να ικανοποιεί τις τοπικές ανάγκες και να είναι ελκυστική για τα παιδιά που θα πάνε εκεί. Δεν μπορείς πια σήμερα να υποχρεώνεις κάποιον να πάει σε μια πόλη μόνο και μόνο για να επιτύχεις τοπική ανάπτυξη. Πρέπει αυτό που του προσφέρεις να είναι ελκυστικό είτε για να τον κάνεις να μείνει, είτε για να κάνεις κάποιον να φύγει από κάπου αλλού και να πάει εκεί.
Δημοσιογράφος: Αυτό όπως μας το περιγράψατε και με αυτό να κλείσουμε γιατί είναι 11:30 και πρέπει να περάσουμε σε τίτλους ειδήσεων, αυτό όπως μας το περιγράψατε πότε θα το δούμε σ’ ένα συγκεκριμένο σχέδιο;
Υφυπουργός: Δουλεύουμε πάνω σ’ αυτό γιατί η προσπάθειά μας – αυτό που σας λέω τώρα είναι η συνέχεια του προηγούμενου ερωτήματος – δεν είναι απλώς να πούμε αυτό κάνουμε και τελείωσε, χρειάζεται να κάνουμε τον διάλογο, να δούμε όλες τις πλευρές της όποιας πρωτοβουλίας πάρουμε, και το αποτέλεσμα το τελικό να είμαστε σίγουροι ότι είναι θα καλύτερο από αυτό που είχαμε σήμερα.
Δημοσιογράφος: Άρα δεν έχουμε χρονικό προσδιορισμό, πότε θα γίνει.
Υφυπουργός: Οι χρονικοί περιορισμοί στην παιδεία ξέρετε και οι περιγραφές χρόνων – και όχι μόνο στην παιδεία στην πολιτική γενικά – είναι από τα πράγματα που είναι μεν ελκυστικά, αλλά όταν δεν γίνουν στον χρόνο που προσδιορίζει κανείς για λόγους ανωτέρας βίας, θέτουν θέμα αξιοπιστίας αυτού που κάνει την πρόβλεψη.
Δημοσιογράφος: Να είστε καλά κ. Υπουργέ, ευχαριστώ πολύ και χρόνια πολλά.
Δημοσιογράφος: Μετά την ιδιαίτερα σημαντική κατά την άποψη μου συνέντευξη που μας έδωσε ο κ. Πανάρετος, ο Υφυπουργός Παιδείας, συμφώνησε με την τοποθέτηση της κυρίας Μπιρμπίλη, ότι στα θέματά της τέλος πάντων, δικαιούται να έχει την, όχι απλά δικαιούται δηλαδή, επιβάλλεται να έχει την άποψη κι ας είναι και διαφορετική οπτική, δημοσίως και με ορισμένα στοιχεία τα οποία πιστεύω ότι ήταν ιδιαίτερα σημαντικά σε σχέση με την πολιτική που θα ακολουθήσει, που σκέφτεται να ακολουθήσει το Υπουργείο στην Παιδεία.