Thursday, February 26, 2015

Ο Κέινς και ο σκορπιός από την Κούβα

Ενα άρθρο του Φ. Σαχινίδη που γράφτηκε πριν 7 χρόνια, αλλά φαίνεται επίκαιρο.


Το τελευταίο διάστημα γίνεται συχνά επίκληση στις πολιτικές προτάσεις του Κέινς ως τη μόνη διέξοδο για την Κεντροαριστερά στον μονόδρομο της νεοφιλελεύθερης οικονομικής πολιτικής.

Ο Κέινς αμφισβήτησε την ορθόδοξη θεώρηση και υπογράμμισε ότι οι οικονομίες μπορεί να καταλήξουν σε ένα σημείο ισορροπίας με υψηλά επίπεδα ακούσιας ανεργίας. Πρότεινε στις κυβερνήσεις να χρησιμοποιούν τις δαπάνες προκειμένου να τονώσουν τη συνολική ζήτηση της οικονομίας όταν αυτή βρίσκεται κάτω από τα επίπεδα που διασφαλίζουν την πλήρη απασχόληση. Οι δαπάνες του κράτους λειτουργούν πολλαπλασιαστικά αυξάνοντας τα εισοδήματα και την απασχόληση.

Οι προτάσεις του αφορούσαν σχετικά κλειστές οικονομίες και έδωσαν διέξοδο σε πολλές κυβερνήσεις κατά την πρώτη 25ετία μετά τον πόλεμο. Τα πρώτα σύννεφα για τις κεϊνσιανές πολιτικές εμφανίστηκαν στη δεκαετία του 1980, όταν εμφανίστηκε ο στασιμοπληθωρισμός σε συνδυασμό με τα υψηλά δημοσιονομικά ελλείμματα.

Οι κεϊνσιανές πολιτικές εγκαταλείφθηκαν στα μέσα της δεκαετίας του 1980, όταν αποδείχτηκε ότι δεν ήταν συμβατές με το καθεστώς των ελεύθερων ροών των κεφαλαίων και των κυμαινόμενων συναλλαγματικών ισοτιμιών.

Οι Μιτεράν και Παπανδρέου στην αρχή της δεκαετίας του 1980 συνειδητοποίησαν τα αδιέξοδα των κεϊνσιανών πολιτικών όταν αποφάσισαν να χρησιμοποιήσουν τις αυξήσεις μισθών και δαπανών για να ενισχύσουν τη ζήτηση. Το αποτέλεσμα των πολιτικών τους ήταν η αύξηση του ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών, η οποία πυροδότησε μαζική εκροή κεφαλαίων. Η Γαλλία και η Ελλάδα υποχρεώθηκαν να υποτιμήσουν τα εθνικά τους νομίσματα.

Το ερώτημα που τίθεται σήμερα είναι αν μια πολιτική υψηλών δαπανών στην Ελλάδα μπορεί να δώσει απάντηση στα προβλήματα της ανεργίας και των χαμηλών μισθών. Διότι το πρόβλημα της Ελλάδας δεν είναι η στασιμότητα, αλλά η αδυναμία της να δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας και να κατανείμει δικαιότερα το παραγόμενο εισόδημα. Οι θετικοί ρυθμοί ανάπτυξης οφείλονται στην επεκτατική δημοσιονομική πολιτική, στα κονδύλια της ΕΕ και στα χαμηλά επιτόκια με τα οποία δανείζονται τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις μετά την είσοδό μας στην ΟΝΕ. Η Ελλάδα σήμερα συνδυάζει υψηλά δημοσιονομικά ελλείμματα και δημόσιο χρέος με θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης. Ακολουθούμε δηλαδή πολιτικές αντίθετες από αυτές που πρότεινε ο Κέινς όταν μια οικονομία βρίσκεται στην ανοδική φάση του κύκλου.

Επιπρόσθετα, το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών έχει πλησιάσει το 14%. Αν υπήρχε το εθνικό νόμισμα θα είχαμε μεγάλη υποτίμηση. Σήμερα το έλλειμμα θα οδηγήσει σε υψηλή ανεργία εξαιτίας της απώλειας ανταγωνιστικότητας.

Ενας ασθενής διαγνώστηκε ότι έπασχε από καλπάζοντα καρκίνο. Ο θάνατος ήταν θέμα χρόνου και οι γιατροί ανακοίνωσαν ότι δεν μπορούσαν να κάνουν το παραμικρό. Ο ασθενής δεν έμεινε ικανοποιημένος από τη διάγνωση, ούτε ήταν διατεθειμένος να δεχτεί ότι δεν υπήρχε λύση. Κάλεσε λοιπόν τον γιο του και του ζήτησε να πάει στην Κούβα για να φέρει ένα φάρμακο που γινόταν από το δηλητήριο του σκορπιού. Ηταν απόλυτα πεπεισμένος ότι υπήρχε ελπίδα και αυτή σχετιζόταν με αυτό το φάρμακο. Ο γιος αντιλαμβανόταν το αδιέξοδο του πατέρα, αλλά την ίδια στιγμή δεν μπορούσε να του αρνηθεί τη μόνη ελπίδα. Ετσι ξεκίνησε για την Κούβα αναπτερώνοντας το ηθικό του πατέρα του. Μετά την επιστροφή, ο ασθενής αφού έκανε μερικές θεραπείες πέθανε. Ο σκορπιός από την Κούβα δεν μπόρεσε να αποτρέψει το μοιραίο.

Το συμπέρασμα: η Κεντροαριστερά μπορεί να επικαλείται τον Κέινς κάτω από την αφόρητη πίεση ενός απογοητευμένου εκλογικού κοινού και να τον παρουσιάζει ως την εναλλακτική κεντροαριστερή πρόταση σε συνθήκες παγκοσμιοποίησης. Ομως αυτό δεν μπορεί να αναιρέσει την πραγματικότητα, ότι για μια ανοικτή οικονομία μέλος μιας νομισματικής ένωσης οι κεϊνσιανές πολιτικές έχουν τόση θεραπευτική ισχύ για τη χωλαίνουσα οικονομία της- γιατί στην πραγματικότητα η οικονομία μας χωλαίνει αλλά δεν πάσχει από καρκίνο- όση και το φάρμακο του σκορπιού από την Κούβα για τους καρκινοπαθείς. Μπορεί να γίνουμε αρεστοί σε όσους αναζητούν ελπίδα, αλλά δεν θα καταφέρουμε να τους σώσουμε, όχι τουλάχιστον με τον Κέινς.

Φίλιππος Σαχινίδης, Το Βήμα, 23/4/2008

http://www.tovima.gr/opinions/article/?aid=234979

Thursday, February 12, 2015

Ο νέος Υπουργός Παιδείας, τα Συμβούλια Διοίκησης και η Αd Hominem Πολιτική Επιχειρηματολογία

Στην τοποθέτησή του επί των προγραμματικών δηλώσεων της κυβέρνησης, ο νέος Υπουργός Παιδείας έκανε μια απαξιωτική αναφορά στα Συμβούλια Διοίκησης των πανεπιστημίων και τον τρόπο σύλληψης της αρχικής ιδέας για την νομοθέτησή τους, εξηγώντας γιατί θα προχωρήσει στην κατάργησή τους.

Ο ΣΥΡΙZΑ είχε διατυπώσει με σαφήνεια τις απόψεις του για την παιδεία ανάμεσα στις οποίες ήταν και η κατάργηση των Συμβουλίων. Ανεξάρτητα από την γνώμη του καθενός για το πρόγραμμα αυτό, ο ΣΥΡΙZΑ κέρδισε τις εκλογές, έλαβε ψήφο εμπιστοσύνης στην Βουλή, και επομένως μπορεί να προχωρήσει σε εφαρμογή των θέσεων του. Το μέλλον θα δείξει την ορθότητά τους.

Σε επόμενη ανάρτησή μου, θα αναφερθώ λεπτομερώς στο ιστορικό της υιοθέτησης της λογικής των Συμβουλίων Διοίκησης, ποιά ήταν η αρχική σύλληψη, αλλά και πώς εξελίχθηκε τελικά η κατάσταση στην πράξη. Εδώ όμως, θέλω να αναφερθώ στον τρόπο που προσεγγίζει την πολιτική αντιπαράθεση ο νέος Υπουργός Παιδείας και την έλλειψη επιχειρηματολογίας.

Δυστυχώς, διαλέγει να αντιπαρατίθεται με ad hominem επιθέσεις: αντί να παρουσιάσει μία επιχειρηματολογία που να κρίνει την ουσία των Συμβουλίων, κάτι που θα ήταν απόλυτα θεμιτό, επιτίθεται προσωπικά στον εμπνευστή τους με λοιδωρίες και εικασίες, για να υποστηρίξει την άποψή του περί κατάργησης.

Χαρακτήρισε «απόλυτη καταστροφή (τα Συμβούλια) για την ανώτατη εκπαίδευση, διότι κάποιος (εννοώντας τον πρώην Υφυπουργό Παιδείας Γιάννη Πανάρετο) κάπου πέρασε από την Αμερική, κάτι νόμισε πως κατάλαβε με τα Συμβούλια Ιδρύματος και ήρθε να τα επιβάλει εδώ, χωρίς να καταλαβαίνει γιατί και πώς Συμβούλια Ιδρύματος με πολύ διαφορετικό ρόλο λειτουργούν άριστα στην Αμερική».

Είναι αλήθεια ότι ήμουν ο εμπνευστής της υιοθέτησης των Συμβουλίων Διοίκησης ως ενός διαφορετικού τρόπου διοίκησης των πανεπιστημίων. Γιατί όμως; Ήταν απλώς γιατί πέρασα από κάποια πανεπιστήμια της Αμερικής και κάτι είδα; Η διατύπωση αυτή ουσιαστικά, μετατρέπει μία πολιτική διαφωνία για τα Συμβούλια σε προσωπική επίθεση με χαμηλού επιπέδου εξυπνακισμούς. Τα Συμβούλια είναι κακά γιατί ο Πανάρετος είναι κακός.

Περιμένω λοιπόν κατ’αρχήν να ακούσω περισσότερα από τον νέο Υπουργό επί της ουσίας των Συμβουλίων. Γιατί είναι καταστροφή; Αφού υποστηρίζει ότι καταλαβαίνει εκείνος «γιατί και πώς Συμβούλια Ιδρύματος με πολύ διαφορετικό ρόλο λειτουργούν άριστα στην Αμερική», ενώ εγώ δεν το κατάλαβα, γιατί δεν μας εξηγεί με περισσότερες λεπτομέρειες; Θα ήταν χρήσιμο να εξηγήσει ποιες είναι οι παθογένειες που εντοπίζει, και πώς θα μπορούσαν να αντιμετωπισθούν ώστε να λειτουργούν άριστα.

(Σημειώνω εδώ παρενθετικά, ότι ούτε εγώ πιστεύω ότι τα Συμβούλια, έτσι όπως κατέληξαν να είναι μετά από τις πρώτες υποχωρήσεις ήδη από το 2011, και βέβαια μετά από τις αλλεπάληλες «τροποποιήσεις» που ακολούθησαν, μπορούν να παίξουν τον ρόλο που πρέπει να έχουν. Τις αντιρρήσεις αυτές τις έχω διατυπώσει δημόσια και επανειλημμένα από το 2011. Περισσότερα σε ύστερη ανάρτηση, αλλά εδώ θα περιορισθώ να επαναλάβω ότι το πρόβλημα είναι ότι δεν πήγαμε όσο μακριά θα έπρεπε με τα Συμβούλια, και απλά συμβιβαστήκαμε με μία υβριδική μορφή για πολιτικούς λόγους, με την οποία διεφώνησα πριν ακόμα αποχωρήσω από την κυβέρνηση και πριν από την ψήφιση του νόμου).

Φοβάμαι ότι στην πραγματικότητα, η πολιτική πρακτική και ρητορική του υπουργού απλά αποτελεί την γλαφυρή αποτύπωση της πραγματικής αντιπαράθεσης για το Ελληνικό πανεπιστήμιο. Αυτή δεν είναι μία αντιπαράθεση για τους «αιώνιους φοιτητές», ούτε για το άσυλο ή ακόμα για την ποσόσωση στις εκλογές Πρύτανη. Αυτά είναι επιφανειακά.

Στο βάθος, υπάρχει η σύγκρουση μεταξύ της εσωστρέφειας και της εξωστρέφειας.

Ο νέος Υπουργός Παιδείας είναι, φοβάμαι, χαρακτηριστικός εκπρόσωπος της εσωστρέφειας με όλα τα στοιχεία που αυτή έχει. Και έρχεται να υπερασπισθεί ακριβώς αυτήν. Στα μάτια του, κάποιος που έχει εργασθεί ως Καθηγητής στο εξωτερικό, κάποιος που έχει επι σειρά ετών παρακολουθήσει τις τάσεις στην εκπαίδευση διεθνώς (από θέσεις ευθύνης και με διεθνείς εμπειρίες), «έχει απλά περάσει» από κάπου.

Για την διαμόρφωση της πολιτικής στην Παιδεία στην διάρκεια της συμμετοχής μου στην κυβέρνηση, ταξίδεψα ανά τον κόσμο για να λάβουμε υπ’ όψη στον σχεδιασμό της πολιτικής μας τα πλεονεκτήματα και τις αδυναμίες των διαφόρων συστημάτων. Συνάντησα Υπουργούς Παιδείας (π.χ. Γαλλίας, Γερμανίας, Κορέας, Ελβετίας, Σουηδίας, Δανίας, Πορτογαλίας), πρώην Υπουργούς Παιδείας (π.χ. Ολλανδίας, Δανίας, Νορβηγίας, Πορτογαλίας), και Πρυτάνεις μεγάλων πανεπιστημίων του εξωτερικού (π.χ. Harvard, Berkeley, Stanford, ETH Ζυρίχης, EPFL Λωζάνης, Mάαστριχτ, MIT, New York University, Georgetown). Τα συμπεράσματα και οι απόψεις των προσωπικοτήτων αυτών είναι στην διάθεση της νυν ηγεσίας του Υπουργείου Παιδείας αν φυσικά ενδιαφέρεται. Πέραν τούτου, συγκρότησα για πρώτη φορά διεθνή συμβουλευτική επιτροπή απαρτιζόμενη από παγκοσμίου κύρους επιστήμονες και Πρυτάνεις από τα κορυφαία πανεπιστήμια που εκπροσωπούν τα διαφορετικά συστήματα παγκοσμίως και την φιλοσοφία τους: Linda Katehi (Πρόεδρος), Chancellor, University of California, Davis, USA – Patrick Aebischer, President, École Polytechnique Fédérale de Lausanne, Switzerland – Gavin Brown, Former Vice-Chancellor, University of Sydney, Australia – James J. Duderstadt, President Emeritus, University of Michigan, USA – Gudmund Hernes, Former Minister of Education, Norway – David Naylor, President, University of Toronto, Canada – Jozef Ritzen, Former President, Maastricht University, Former Minister of Education, Netherlands – John Sexton, President, New York University, USA – Lap-Chee Tsui, President and Vice-Chancellor, University of Hong Kong, Hong Kong. Η έκθεσή τους είναι εδώ, αν ενδιαφέρεται να την συμβουλευθεί ο νέος Υπουργός. Όπως προκύπτει από την έκθεση αυτή, οι ειδικοί, όχι μόνο από Αμερική, αλλά και από Ευρώπη, Ασία, Αυστραλία, προτείνουν την υιοθέτηση των Συμβουλίων Διοίκησης, μεταξύ άλλων.

Αυτοί «απλά έχουν περάσει από την Αμερική»; Αυτοί δεν κατάλαβαν πώς λειτουργούν τα Συμβούλια στην Αμερική άριστα; Μήπως να τους το εξηγήσει ο νέος Υπουργός;

Μπορεί να διαφωνεί με τα συμπεράσματά τους ο νέος Υπουργός, αλλά με το να απαξιώνει την εξωστρέφεια ώς κάποιος «έχει απλά περάσει», απαξιώνει ολόκληρη την σωστή πρακτική της παραγωγής πολιτικής στην εκπαίδευση. Η αβάστακτη ελαφρότητα του «σβήσε» δεν έχει ανάγκη την ίδια βάσανο που έχει το «κτίσε».

Το πρόβλημα εντοπίζεται ακριβώς στο ότι η θητεία μου χαρακτηρίσθηκε από την εξωστρέφεια. Το να θέλει κάποιος να παρακολουθεί τις διεθνείς εξελίξεις, τις βέλτιστες πρακτικές, παρουσιάζεται ως γραφικότητα και λοιδωρείται. Στην καλύτερη περίπτωση, παρουσιάζεται ώς «άγνοια της Ελληνικής πραγματικότητας». Το Ελληνικό πανεπιστήμιο πρέπει μόνο πρός τα έσω να κοιτάζει.

Όταν μιλάμε για μεταπελατειακή Ελλάδα (ανάγκη που πρόσφατα υιοθέτησε και ο ΣΥΡΙΖΑ), μιλάμε ακριβώς για εξωστρέφεια στα πανεπιστήμια, γιατί αυτός είναι ο τρόπος να σταματήσει το πελατειακό πανεπιστήμιο -και κατ' επέκταση το πελατειακό κράτος. Είναι επιθυμία του νέου Υπουργού να συνεχισθεί ο σφιχτός εναγκαλισμός κομμάτων και πανεπιστημίου; Χρειάζεται ή δεν χρειάζεται να υπάρχει κάποιος θεσμός που να διαχωρίζει και να επιβλέπει, να διασφαλίζει την λογοδοσία στην κοινωνία; Η δική μου άποψη ήταν ότι εκτός από τον χωρισμό κράτους-εκκλησίας, χρειάζεται και ο χωρισμός πανεπιστημίων-κομμάτων. Είναι τυχαίο ότι οι Πρυτάνεις που υπερασπίζεται ο νέος Υπουργός Παιδείας, είτε κατέβηκαν υποψήφιοι με το κόμμα του, είτε ενδιαφέρονταν να είναι υποψήφιοι, αλλά κόπηκαν στις προκριματικές διαδικασίες; (το ίδιο βέβαια συμβαίνει και με τον επικεφαλής του επικρατείας της Νέας Δημοκρατίας). Στην αντίπερα όχθη, πόσοι υποψήφιοι βουλευτές προέρχονται από Συμβούλια Διοίκησης;

Η δομή ηγεσίας του πανεπιστημίου, όπου ο Πρύτανης χρειάζεται εκλογική βάση, δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένα όχημα για πολιτικές φιλοδοξίες, για ανάβαση στην πολιτική σκηνή. Και, φυσικά, για να πετύχει κάποιος στην πολιτική, χρειάζεται κομματικά διαπιστευτήρια. Επίσης, χρειάζεται εκλογική και κομματική συναλλαγή και εντός και εκτός πανεπιστημίων – ακριβώς το σύστημα εκείνο που αντιπαρατέθηκε μαζί μου μόνο με προσωπικές επιθέσεις, ενώ οι δικές μου τοποθετήσεις ήταν πάντα πολιτικές και ποτέ επί του προσωπικού, όπως ισχυρίσθηκε εμμέσως ο σημερινός Υπουργός. Εκτός και αν ως προσωπική διαφορά θεωρεί ο νέος Υπουργός την επιμονή μου να διορθωθεί η άθλια κατάσταση οικογενειοκρατίας στο Τμήμα Κοινωνικής Θεολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών (και όχι μόνο), την οποία προστάτευε ο τότε Πρύτανης (αλήθεια, τι σκοπεύει να κάνει με το Τμήμα αυτό αλλά και γενικά με την οικογενειοκρατία στα πανεπιστήμια ο νέος Υπουργός; Το θεωρεί αυτό ως πρόβλημα του πανεπιστήμιου ή όχι; Θα είχε επίσης ενδιαφέρον να μας πει τι θα έκανε εκείνος στην θέση μου με το Τμήμα Κοινωνικής Θεολογίας). Η μήπως θεωρεί προσωπική διαφορά την άρνησή μου να υιοθετήσω «κατάλληλα διαμορφωμένα» εκλεκτορικά σώματα για εκλογή συγκεκριμένων προσώπων στο Αριστοτέλειο;

Η ίδια άλλωστε κατάσταση υπήρχε και με τα ερευνητικά προγράμματα, στα οποία δεν ξέρω αν έγινε αναφορά στις προγραμματικές δηλώσεις. Η διαχείρισή τους ήταν και αυτή μέρος του ιδίου συστήματος. Και η αλλαγή της πρακτικής αυτής είχε προκαλέσει άλλο κύμα προσωπικών επιθέσεων εναντίον μου.

Αυτές τις δομές και σχέσεις συναλλαγής ήταν εκείνο που θα μπορούσαν να σπάσουν τα Συμβούλια. Δυστυχώς ευνουχήθηκαν, τόσο στον αρχικό νόμο που κατατέθηκε, όσο και στην συνέχεια από τους υπουργούς που ακολούθησαν. Έστω και έτσι, όμως, θα είχε ενδιαφέρον ο νέος Υπουργός, αντί να μνημονεύει τις αντιθέσεις βουλευτών-καθηγητών για τα Συμβούλια (ακριβώς δηλαδή των δημιουργών και εκπροσώπων του εσωστρεφούς πελατειακού συστήματος), να αναζητήσει τα στοιχεία για την συμμετοχή των καθηγητών σε όλα τα ιδρύματα στις εκλογές με το νέο σύστημα και να τα συγκρίνει με τα αντίστοιχα της συμμετοχής καθηγητών στις εκλογές Πρυτάνεων με το παλιό συστημα που σκοπεύει να επαναφέρει. Αν αποδέχεται την διαμόρφωση πολιτικής βάσει στοιχείων και όχι εντυπώσεων ή δογμάτων, ίσως αλλάξει άποψη.

Αν ο νέος Υπουργός θέλει να κάνει πραγματική συζήτηση, ας μιλήσει επί της ουσίας. Αν θέλει να αντιπαρατεθεί με επιχειρήματα και όχι με προσωπικά υπονοούμενα, ας το κάνει, ας εκφράσει τις θέσεις και την επιχειρηματολογία του. Ας δώσει στοιχεία, και ας τα συγκρίνει με το τι συμβαίνει και αλλού, πέρα από το μικρό γαλατικό χωριό. Ας δώσει παραδείγματα καλών πρακτικών διεθνώς που εκείνος προκρίνει. Τις δικές μου απόψεις και θέσεις δεν θα έχει ιδιαίτερη δυσκολία να τις αναζητήσει, αφού όλες μου οι ενέργειες, τοποθετήσεις και απόψεις ήταν -και εξακολουθούν να είναι- αναρτημένες στο blog μου και στην παλιά ιστοσελίδα μου ως Υφυπουργού.

Σε ένα πράγμα συμφωνούμε με τον νέο Υπουργό. Οτι τα Συμβούλια, με την σημερινή δομή τους,  δεν προσέφεραν όσα αναμένονταν από αυτά. Η διαφωνία μας έγκειται στον τρόπο διόρθωσης του προβλήματος. Εγω πιστεύω ότι χρειάζεται βελτίωση, εκείνος προκρίνει την κατάργηση.

Επαναλαμβάνω όμως το γενικότερο πρόβλημα: η πραγματική σύγκρουση είναι ανάμεσα στους εσωστρεφείς δογματικούς της «Ελληνικής πραγματικότητας» και τους εξωστρεφείς οραματιστές μίας διεθνούς επιπέδου τριτοβάθμιας παιδείας.

 Το θέσφατο της «Ελληνικής πραγματικότητας» υπάρχει μόνο στο μυαλό όσων ποτέ δεν θέλησαν ή δεν μπόρεσαν να ξεφύγουν από αυτήν.