1. Το διεθνές
περιβάλλον
Τα ευρωπαϊκά πανεπιστήμια είχαν εδραιωθεί σύμφωνα με ένα μοντέλο λειτουργίας τελείως αποκομμένης
από τα υπόλοιπα δρώμενα στην κοινωνία. Για τον λόγο αυτό, οι διοικήσεις του
εκλέγονταν από τους ίδιους τους καθηγητές, οι εσωτερικές τους διαδικασίες
καθορίζονταν από τους καθηγητές, οι φοιτητές επιλέγονταν από τους καθηγητές και
ο κάθε καθηγητής ήταν παντοδύναμος σε ένα μικρό δικό του χώρο που ήταν η έδρα.
Το μοντέλο αυτό διαφοροποιήθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες,
όπου η κοινωνία έπαιζε πολύ μεγαλύτερο ρόλο στον τρόπο λειτουργίας του
πανεπιστημίου. Κορυφαία επιλογή στο μοντέλο αυτό του πανεπιστημίου ήταν η
ύπαρξη συμβουλίου διοίκησης με μέλη μη πανεπιστημιακούς που επόπτευε την
λειτουργία και καθόριζε τη στρατηγική του πανεπιστημίου σε συνεργασία πάντοτε
με τους καθηγητές του.
Σκοπός της ανάρτησης αυτής δεν είναι ούτε να αναλύσει τις
δύο αυτές διαφορετικές προσεγγίσεις λειτουργίας του πανεπιστημίου, ούτε να σταθεί
στα θετικά και αρνητικά της καθε μιάς από αυτές. Αυτό άλλωστε έχει γίνει από
πολλούς ειδικούς και ερευνητές στον διεθνή χώρο, αλλά και σε συζητήσεις που
έχουν γίνει στο εσωτερικό της χώρας μας.
Ένα πράγμα είναι βέβαιο: το δεύτερο μοντέλο φαίνεται να
επικρατεί πλέον σε όλες τις αναπτυγμένες χώρες του κόσμου και όλο και
περισσότερα πανεπιστήμια και εθνικές νομοθεσίες υιοθετούν, στον ένα ή στον άλλο
βαθμό, την προσέγγιση αυτή.
Στην Ευρώπη, εκτός από τις χώρες που παραδοσιακά είναι
πρωτοπόρες σε αλλαγές στην εκπαίδευση, όπως η Ολλανδία, η Δανία, η Σουηδία κ.λ.π.,
που εδώ και χρόνια έχουν υιοθετήσει το μοντέλο αυτό, τελευταία, ακόμα και άκρως
συντηρητικές χώρες όσο αφορά τα εκπαιδευτικά τους συστήματα, όπως η Πορτογαλία,
η Γαλλία και η Γερμανία υιοθετούν σταδιακά την κατεύθυνση αυτή.
2. Η κατάσταση στην
Ελλάδα και η νέα προσέγγιση του 2009
Στην χώρα μας μέχρι το 2009, οι συζητήσεις για το
πανεπιστήμιο εστιάζονταν σε εσωστρεφή ερωτήματα που δεν απασχολούσαν καμία άλλη
χώρα στον κόσμο. Π.χ. τον βαθμό συμμετοχής των φοιτητών στην εκλογή του Πρύτανη
και των υπολοίπων οργάνων του πανεπιστημίου, την ανάγκη ή μη ύπαρξης
πανεπιστημιακού ασύλου, την συγκρότηση των εκλεκτορικών σωμάτων για τις εκλογές
καθηγητών, τους έλεγχοι νομιμότητας των εκλογών των καθηγητών κ.λ.π.
Το 2009, η κυβέρνηση Παπανδρέου έθεσε το θέμα σε τελείως
διαφορετική βάση. Κεντρικό σημείο της νέας προσέγγισης ήταν η προσπάθεια να
αξιοποιηθούν οι εμπειρίες από τα καλύτερα δημόσια πανεπιστήμια του κόσμου στις
χώρες με τις μεγαλύτερες επιτυχίες στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Για τον λόγο
αυτό, πριν προχωρήσει σε νομοθετικές ρυθμίσεις, συγκρότησε μία διεθνή επιτροπή
με καταξιωμένες προσωπικότητες στον διεθνή χώρο, από όλες τις ηπείρους και από
τα πανεπιστήμια με την μεγαλύτερη επιτυχή πορεία τα τελευταία χρόνια. Η
επιτροπή αποτελείτο από εννέα μέλη (η σύνθεση της επιτροπής είναι εδώ). Η
επιτροπή υπέβαλε το πόρισμά της τον Φεβρουάριου του 2011 (το πόρισμα είναι εδώ
στα Αγγλικά και εδώ στα ελληνικά).
Με βάση το πόρισμα αυτό, τις συζητήσεις και τις ανταλλαγές
απόψεων που προηγήθηκαν, ένα εκτενή και ουσιαστικό διάλογο, καθώς και τις αρχές
λειτουργίας των περισσοτέρων πανεπιστημίων του κόσμου που προανέφερα,
διαμορφώθηκαν οι κατευθυντήριες γραμμές για τον νέο τρόπο λειτουργίας των
πανεπιστημίων της χώρας.
Οι βασικές αρχές στις οποίες στηρίχθηκε η νέα αυτή
προσπάθεια ήταν η αλλαγή του μοντέλου διοίκησης με την καθιέρωση συμβουλίου
διοίκησης από εξωτερικά μέλη και την επιλογή από αυτά του πρυτάνεως του
πανεπιστημίου και στην συνέχεια των κοσμητόρων μετά από διεθνή προκήρυξη και
αξιολόγηση των υποψηφιοτήτων. Αυτό σε συνδυασμό με την πλήρη αυτοτέλεια των
πανεπιστημίων, με κανόνες όμως κοινωνικής λογοδοσίας που θα ήταν εφαρμόσιμοι
και αποτελεσματικοί.
3. Ο νόμος 4009/11
Τον Ιούλιο του 2011, κατατέθηκε τελικά στην Βουλή από την
κυβέρνηση το σχέδιο νόμου. Το σχέδιο αυτό είχε ήδη αρκετές και ουσιώδεις
διαφοροποιήσεις από τον βασικό σκελετό που είχε διαμορφωθεί, κυρίως στα εξής
σημεία: η πλειοψηφία των μελών του συμβουλίου, σύμφωνα με το σχέδιο νόμου, θα
προερχόταν από καθηγητές του πανεπιστημίου, οι οποίοι στην συνέχεια θα εξέλεγαν
την μειοψηφία των εξωτερικών μελών. Η αυτοτέλεια του πανεπιστημίου περιορίστηκε
σημαντικά με την καθιέρωση ενός πανίσχυρου οργάνου ελέγχου της Αρχής
Διασφάλισης και Πιστοποίησης της Ποιότητας στην Ανώτατη Εκπαίδευση (Α.ΔΙ.Π.). Η
μισθοδοσία των καθηγητών και του προσωπικού του πανεπιστημίου δεν μεταφέρθηκε
στο πανεπιστήμιο, αλλά εξακολούθησε να αφορά το κεντρικό κράτος. Τέλος, δεν
καθιερώθηκε το κουπόνι του φοιτητή που θα αποτελούσε τον κινητήριο μοχλό για
τον ανταγωνισμό των πανεπιστημίων και την δυνατότητα των φοιτητών να επιλέγουν
το ίδρυμα στο οποίο θα σπουδάσουν.
Οι αλλαγές αυτές απονεύρωσαν ουσιαστικά σημεία του αρχικού
σχεδιασμού. Διατηρήθηκαν όμως στον νόμο οι υπόλοιπες δομικές καινοτομίες που
αφορούσαν αυτή καθεαυτή ύπαρξη του συμβουλίου διοίκησης, την επιλογή του
πρύτανη και των κοσμητόρων με ανταγωνιστικές και όχι εκλογικές διαδικασίες, την
κατάργηση των θυλάκων εξουσίας με την μορφή των τμημάτων που υφίστατο μέχρι τότε
και πολλές άλλες σημαντικές και ουσιώδεις αλλαγές που αποτελούσαν τομές για την
ελληνική τριτοβάθμια εκπαίδευση, αλλά ήταν ήδη καθιερωμένες πρακτικές στα
περισσότερα μέρη του κόσμου.
Για την ψήφιση του νόμου –και προκειμένου να επιτευχθεί η
συναίνεση με την ΝΔ, έγινε ένας ακόμα ακρωτηρισμός του αρχικού σχεδίου. Η
επιλογή του πρύτανη από το Συμβούλιο μετά από διεθνή προκήρυξη, αντικαταστάθηκε
με εκλογή του από τους καθηγητές.
4. Ο χρόνος που
μεσολάβησε από την ψήφιση του νόμου
Από την ψήφιση του νόμου μεσολάβησε περίπου ένας χρόνος στην
διάρκεια του οποίου η Αννα Διαμαντοπούλου έκανε πολλές προσπάθειες για την
εφαρμογή του στα κρίσιμα σημεία του. Αντίστοιχες ήταν οι προσπάθειες από
πλευράς των διοικήσεων των πανεπιστημίων για την μη υλοποίηση των διατάξεων
αυτών. Οι δεύτερες βρήκαν σημαντική υποστήριξη από τους υπουργούς που διαδέχθηκαν
την Α. Διαμαντοπούλου στο Υπουργείο Παιδείας (τον πρώην πρύτανη Γ. Μπαμπινιώτη
και την υπηρεσιακή υπουργό Α. Ε. Κιάου). Η αντίδραση αυτή ήταν αναμενόμενη
δεδομένου ότι τα πανεπιστήμια είναι παραδοσιακά ένας από τους συντηρητικότερους
θεσμούς της κοινωνίας. Εντυπωσιακή όμως ήταν και η στήριξη της κοινωνίας στις
αλλαγές αυτές.
5. Η Νέα Κυβέρνηση
και οι τροπολογίες ΣΥΡΙΖΑ-ΔΗΜΑΡ
Μεσολάβησαν οι δύο εκλογικές αναμετρήσεις και σχηματίσθηκε η
νέα κυβέρνηση. Τα δύο από τα κόμματα που αποτελούν την νέα κυβέρνηση ήταν και
οι βασικοί υποστηρικτές του ψηφισθέντος το 2011 νόμου. Η νέα κυβέρνηση έρχεται
σήμερα και, με την σύμφωνη γνώμη των τριών κομμάτων που την αποτελούν,
καταθέτει τροπολογίες που ουσιαστικά υιοθετούν όλες τις απόψεις των διοικήσεων
των πανεπιστημίων και μεταλλάσσουν οριστικά και τελειωτικά την βασική δομή των αλλαγών,
όπως αυτή είχε αρχικά σχεδιασθεί. Με τις τροπολογίες αυτές εξασθενεί ακόμη
περισσότερο το συμβούλιο διοίκησης, οι κοσμήτορες εκλέγονται από τους
διδάσκοντες στα πανεπιστήμια, επανέρχεται το τμήμα ως αυτοτελής διοικητική
μονάδα του πανεπιστημίου κ.λ.π. Επιτυγχάνεται έτσι ο οριστικός ενταφιασμός της
προσπάθειας που ξεκίνησε το 2009.
Οι προτεινόμενες αλλαγές έχουν δύο πλευρές. Η μια αφορά την
ουσία της λειτουργίας του πανεπιστημίου και η άλλη αφορά την πολιτική. Όσον
αφορά την ουσία, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αν ψηφισθούν οι προτεινόμενες
αλλαγές, το πανεπιστήμιο επανέρχεται στην μορφή και την λειτουργία που είχε
πριν από το 2009. Κατά τους διοικούντες τα πανεπιστήμια, αυτό δεν είναι
αρνητικό. Δεν είμαι βέβαιος ότι αυτή είναι και η άποψη της κοινωνίας.
6. Τα κόμματα της
Συγκυβέρνησης και η πολιτική τους για τα Πανεπιστήμια
Η πολιτική διάσταση όμως έχει μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Η ΝΔ
και το ΠΑΣΟΚ υποστήριζαν όλο αυτό το διάστημα ότι ο νόμος θα εφαρμοσθεί και ότι
αν διαπιστωθούν δυσλειτουργίες, θα διορθωθούν στην πορεία. Φαίνεται όμως, ότι
υιοθέτησαν πλήρως την άποψη του τρίτου κυβερνητικού εταίρου, δηλαδή της ΔΗΜΑΡ,
ότι οι αλλαγές αυτές πρέπει να γίνουν πριν καν εφαρμοσθεί ο ψηφισθείς νόμος.
Επομένως, η ΔΗΜΑΡ – που πρέπει να θυμίσουμε ότι είχε καταψηφίσει τον νόμο –
επέβαλε πλήρως τις απόψεις της, απόψεις που συμπίπτουν με αυτές του ΣΥΡΙΖΑ.
Όσον αφορά τη ΝΔ, θα
μπορούσε να κάνει κανείς την εξής διαπίστωση. Με τις προτεινόμενες αλλαγές,
παρότι υιοθετεί την πλήρη ανατροπή των όσων ψήφισε πριν από ένα χρόνο,
ικανοποιεί το εκλογικό της ακροατήριο, αφού ουσιαστικά με τις προτεινόμενες
αλλαγές επανερχόμαστε στον «νόμο Γιαννάκου» που είχε ψηφίσει η ΝΔ την
προηγούμενη φορά που ήταν μονοκομματική κυβέρνηση. Όχι μόνο αυτό, αλλά έχει εν τω
μεταξύ καταφέρει, χωρίς να είναι στην κυβέρνηση, να δει να θεσμοθετούνται και τις δύο
ρυθμίσεις που δεν κατάφερε να "περασει" την προηγούμενη φορά που ήταν
κυβέρνηση: την κατάργηση του ασύλου και τον περιορισμό της συμμετοχής των
φοιτητών. Πλήρης δηλαδή εφαρμογή του προγράμματος της, είτε ήταν στην
κυβέρνηση, είτε δεν ήταν.
Το ΠΑΣΟΚ παρουσιάζει το μεγαλύτερο ενδιαφέρον: Πέτυχε,
χωρίς μεγάλο πολιτικό κόστος (αντίθετα, με πολιτικό όφελος θα έλεγα) να
ψηφιστεί με ευρεία πλειοψηφία στην Βουλή (πάνω από 2/3 πράγμα πρωτοφανές) μια
από τις μεγαλύτερες αλλαγές στην δομή του κράτους και στον δυσκολότερο ίσως
τομέα, αυτόν των πανεπιστημίων. Μια αλλαγή από τις λίγες που πιστώθηκαν σ’ αυτό
στην κατεύθυνση των διαρθρωτικών αλλαγών που τόσο ανάγκη έχει η χώρα. Το ΠΑΣΟΚ
λοιπόν έρχεται σήμερα και αποδέχεται την πλήρη κατεδάφιση του νομοθετήματος
αυτού –πριν καν εφαρμοστεί- για λόγους που δεν είναι εύκολα εξηγήσιμοι.
Θα μπορούσε να πει κανείς ότι αυτά έχει η πολιτική. Καμία
αντίρρηση. Γι’ αυτό όμως και οι πολίτες αντιμετωπίζουν τους πολιτικούς με τον
τρόπο που τους αντιμετωπίζουν. Δυστυχώς, φαίνεται οτι με τετρακομματική
(τουλάχιστον) συναίνεση και βουλιάζουμε και δεν αλλάζουμε.
Επίλογος
Στο φιλμ του 2006 “Lucky
number Slevin”
η υπόθεση εξελίσσεται γύρω από ένα “Kansas
City shuffle”.
Όπως λέει ο πρωταγωνιστής του έργου Bruce
Willis, το «Kansas City
shuffle συμβαίνει όταν, ενώ όλοι κοιτάζουν
προς μια κατεύθυνση, εσύ πηγαίνεις προς την αντίθετη».