Wednesday, August 31, 2011

Συνέντευξη στον Αθήνα 984 (31/8/11)

(Νόνη Καραγιάννη)

Δ: Ο κ. Γιάννης Πανάρετος, πρώην Υφυπουργός Παιδείας και Καθηγητής Στατιστικής και Πιθανοτήτων στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο της Αθήνας, αλλά και πολιτικός υπεύθυνος της ανοιχτής διακυβέρνησης και διαβούλευσης της Κυβέρνησης είναι στην άλλη άκρη της τηλεφωνικής μας γραμμής. Καλό μεσημέρι κύριε Καθηγητά.

ΙΠ: Γεια σας, τι κάνετε;

Δ: Είμαστε καλά. Νομίζω ότι είστε ο αρμοδιότερος για να απαντήσετε για όλον αυτόν τον θόρυβο, τον απόηχο της ανακοίνωσης των βάσεων και αν δεν κάνω λάθος, το όνομά σας αναφερόταν και στο χθεσινό άρθρο της εφημερίδας Τα Νέα. Η αιχμή, όπως έλεγα, είναι η εισαγωγή των υποψηφίων με πάρα πολύ χαμηλή βαθμολογία σε σχολές πρωτοκλασάτες όπου ο μέσος όρος είναι δεκαεννιά, δεκαεπτά. Τι έγινε; Γιατί αυτή η στρέβλωση κύριε Καθηγητά;

ΙΠ: Ας δούμε ποια είναι τα διλήμματα.

Δ: Νομίζω ότι το μεγαλύτερο δίλημμα είναι η ποιότητα των επιστημόνων.

ΙΠ: Το μεγαλύτερο δίλημμα είναι η ποιότητα των επιστημόνων, αλλά η ποιότητα των επιστημόνων κρίνεται μετά από κάποια χρόνια στο πανεπιστήμιο. Τα διλήμματα που υπήρχαν και που αντιμετωπίστηκαν ήταν τα εξής. Το πρώτο και το σημαντικότερο είναι: Θέλει κανείς να έχει 80 εισακτέους σε ένα τμήμα και 150 με μετεγγραφή; Θέλει δηλαδή να έχει 80 που εισάγονται με βαθμολογία πάνω από 17 ή πάνω από 18 και 150 που εισάγονται με βαθμολογίες από 5 μέχρι 15 ή προτιμά να έχει έναν ή δύο που μπορεί να τύχει να εισαχθούν με χαμηλές βαθμολογίες, χωρίς να επηρεάζουν την εκπαιδευτική διαδικασία;

Δ: Δηλαδή κύριε Καθηγητά το δίλημμα που είχαμε να αντιμετωπίσουμε είναι αν θα μέναμε στο παλιό σύστημα των μετεγγραφών ή θα ακολουθούσαμε ένα σύστημα το οποίο οδήγησε στις στρεβλώσεις αυτές που περιγράψαμε;

ΙΠ: Θα σας απαντήσω σε αυτό, αλλά θέλω να σας πω και το δεύτερο δίλημμα. Το δεύτερο δίλημμα που είναι πολύ πιο ουσιαστικό είναι: Θέλουμε να έχουμε ειδική, διακριτική μεταχείριση σε ορισμένες κατηγορίες πολιτών όπως είναι οι πολύτεκνες οικογένειες και οι τρίτεκνες ή θέλουμε να έχουμε ένα αυστηρά αξιοκρατικό σύστημα σύμφωνα με το οποίο ο καθένας, ανάλογα με τις ικανότητες του και τις δυνάμεις του, πετυχαίνει σε ένα τμήμα ή όχι; Να ξεκινήσω με την απάντηση στο δεύτερο ότι διαχρονικά η Βουλή και οι Βουλευτές και η κοινωνία ...

Δ: Η κοινωνία και η πολιτεία στο σύνολό της.

ΙΠ: Ναι, έχει επιλέξει την διακριτική μεταχείριση. Και μάλιστα όχι μόνο την έχει επιλέξει, αλλά διαρκώς προσέθετε και νέα στοιχεία διακριτικών μεταχειρίσεων σε σχέση είτε με ασθένειες, είτε με κατηγορίες οικογενειών, είτε με οικονομικά κριτήρια κτλ. Για να δούμε τι έγινε τώρα ...

Δ: Ακριβώς, αυτό το σύστημα το οποίο ανέτρεψε την προηγούμενη κατάσταση.

ΙΠ: Ωραία. Θέλω να σας θέσω και μία παράμετρο η οποία δεν έχει συζητηθεί καθόλου. Όταν κάνεις μία αλλαγή, ιδιαίτερα στις πανελλήνιες εξετάσεις, θα πρέπει να προσέξεις ώστε αυτή η αλλαγή να μην προσβληθεί στο Συμβούλιο της Επικρατείας και ανατραπεί πλήρως.

Δ: Εννοείτε δηλαδή το να ετοιμαστεί νομοπαρασκευαστικά το συνολικό σχέδιο ώστε το ζήτημα των μετεγγραφών να μην αναιρείτο ...

ΙΠ: Η αλλαγή.

Δ: Η αλλαγή αυτή να μην ακυρωνόταν από το Συμβούλιο της Επικρατείας.

ΙΠ: Ακριβώς. Αυτό που προσπαθήσαμε να κάνουμε είναι να επιτρέψουμε σε ένα αριθμό πολιτών που ανήκουν σε κατηγορίες που είχαν ειδική μεταχείριση, αντίστοιχο με τα περασμένα χρόνια, να εισαχθεί στα πανεπιστήμια. Και με ποιο τρόπο αφού οι μετεγγραφές δημιουργούσαν προβλήματα; Μέσω μιας αξιοκρατικής και διαφανούς διαδικασίας σύμφωνα με την οποία η εισαγωγή θα γινόταν με βάση την απόδοση των υποψηφίων και όχι με βάση το εάν πέτυχαν σε κάποιο τμήμα της περιφέρειας και μετά έπαιρναν μετεγγραφή.

Δ: Κύριε Πανάρετε είναι αξιοκρατικό να μπαίνω εγώ με βαθμό 2,5 στη Φιλοσοφική, στο Φιλολογικό τμήμα και εσείς να έχετε γράψει δεκαεννιά και να είμαστε ίδιας τάξης φοιτητές;

ΙΠ: Αυτής της μορφής η μη αξιοκρατία οφείλεται στην ειδική μεταχείριση. Η άλλης μορφής μη αξιοκρατία που είχαμε μέχρι σήμερα οδηγούσε σε μια κατάσταση όπου κανείς δεν ήξερε τον αριθμό των φοιτητών που θα έπαιρνε μετεγγραφή και όπου οι φοιτητές στις σχολές υψηλής ζήτησης, οι οποίοι έμπαιναν με το σπαθί τους, έφταναν να σπουδάζουν σε ένα τμήμα όπου η πλειοψηφία των συναδέλφων τους είχε χαμηλότερες βαθμολογίες, βαθμολογίες κατάλληλες μόνο για να μπουν σε τμήματα με χαμηλότερες βαθμολογίες. Αυτή η μορφή μη αξιοκρατίας ήταν πολύ χειρότερη σας διαβεβαιώνω.

Δ: Αυτό τώρα συμβαίνει όμως στα λεγόμενα πρωτοκλασάτα τμήματα και σχολές.

ΙΠ: Συνέβαινε και στο παρελθόν κυρία Καραγιάννη, αλλά κανείς δεν το πρόσεχε διότι δεν είχε, αν θέλετε, αναδειχθεί από αυτούς οι οποίοι το ανέδειξαν σήμερα.

Δ: Μήπως είναι τεράστια η απόκλιση αυτή τη στιγμή;

ΙΠ: Πρέπει να σας πω το εξής: Εδώ και δεκαπέντε χρόνια υπάρχει ειδική μεταχείριση παρόμοιας μορφής με τους μουσουλμάνους της Θράκης. Και αν έχετε δει ποτέ τις βαθμολογίες των φοιτητών αυτών ή των υποψηφίων αυτών, οι οποίοι μπαίνουν στην Ιατρική ή στα Πολυτεχνεία, θα δείτε ότι οι διαφορές είναι αντίστοιχες. Όμως, θέλω να κάνω δύο παρατηρήσεις ακόμη που είναι σημαντικές. Η πρώτη παρατήρηση είναι ότι αυτές οι περιπτώσεις που είναι ακραίες και δημιουργούν εντυπώσεις δεν υπερβαίνουν κατά την γνώμη μου τις 15-20 συνολικά. Ε, αυτό το πράγμα δεν πρόκειται να μεταβάλει την εκπαιδευτική διαδικασία αφ’ ενός και αφ’ ετέρου το Κράτος, η Πολιτεία έχει την ευχέρεια από του χρόνου αν θέλει, να την διορθώσει.

Δ: Με ποιο τρόπο κύριε Καθηγητά; Δηλαδή να αποφύγουμε τις στρεβλώσεις είναι το ζητούμενο, έτσι δεν είναι;

ΙΠ: Ακριβώς. Απλώς, αυτό που θα συμβεί θα είναι εις βάρος αυτών που έχουν σήμερα ειδική μεταχείριση. Οι τρόποι με τους οποίους μπορούν να διορθωθούν οι λίγες ακραίες περιπτώσεις που παρατηρήθηκαν φέτος είναι δύο. Μπορεί να υπάρχουν και άλλοι, εγώ θα σας πω δύο. Ο ένας τρόπος είναι να μειωθεί ο αριθμός των εισακτέων των ειδικών κατηγοριών που φέτος σας είπα γιατί δεν μπορούσε να μειωθεί. Να σας δώσω ένα παράδειγμα. Νομίζω στο τμήμα Φιλολογίας όπου μπήκε κάποιος με πολύ χαμηλή βαθμολογία ...

Δ: 2,5

ΙΠ: ... 2,5. Οι υποψήφιοι οι οποίοι εισήχθησαν με την ευεργετική διάταξη για τους πολύτεκνους ήταν επτά. Οι έξι έχουν υψηλές βαθμολογίες, ο ένας ο έβδομος έχει το 2,5. Αν οι θέσεις ήταν έξι, αυτός δεν θα είχε εισαχθεί. Αυτός είναι ο ένας τρόπος πιθανής διόρθωσης και ο άλλος τρόπος είναι ...

Δ: Άρα δηλαδή να καθοριστεί τέτοιος αριθμός εισακτέων, ο οποίος να μικρότερος;

ΙΠ: Ακριβώς.

Δ: Μείωση δηλαδή, να υπάρξει κάποια μείωση.

ΙΠ: Ναι, αυτό όμως θα προκαλέσει όπως καταλαβαίνετε τις αντιδράσεις αυτών οι οποίοι εξυπηρετούνται, γι’ αυτό πιστεύω ότι πρέπει να παίρνουμε υπ’ όψη μας όλες τις πλευρές.

Δ: Και θα έχει και πολιτικό κόστος.

ΙΠ: Κοιτάξτε, τώρα μιλάτε σε κάποιον ο οποίος δεν νομίζω ότι μέτρησε ποτέ το πολιτικό κόστος.

Δ: Ακριβώς γι’ αυτό το λέω με τόση άνεση.

ΙΠ: Και η ευκολία, αν θέλετε, της αποφυγής του πολιτικού κόστους θα ήταν να μην κάναμε τίποτα, να είχαμε πάλι τις μετεγγραφές. Η ευκολία της αποφυγής του πολιτικού κόστους θα ήταν να μην κάναμε την ηλεκτρονική υποβολή του μηχανογραφικού.

Δ: Αυτό είναι ένα μεγάλο μεγάλο κομμάτι κύριε Καθηγητά, το οποίο και αυτό έχει δημιουργήσει κάποια προβλήματα.

ΙΠ: Να σας πω. Όλοι μου έλεγαν να το αφήσουμε για του χρόνου, κι’ έλεγα εγώ του χρόνου ποιος ζει και ποιος πεθαίνει, αν κάποια στιγμή δεν κάνεις μία ριζική αλλαγή, η οποία μπορεί να έχει κάποιες αδυναμίες, αλλοίμονο αν όλες οι αλλαγές με την πρώτη μπορούν να είναι τέτοιες που να είναι τέλειες, χρειάζεται να προχωρά κανείς σε αλλαγές. Σας είπα τον έναν τρόπο όμως ...

Δ: Να πούμε και τον δεύτερο.

ΙΠ: Ο δεύτερος τρόπος είναι να υπάρξει ένα κατώφλι διαφοράς αυτών που μπαίνουν με τις ειδικές κατηγορίες σε σχέση με αυτούς που μπαίνουν με την ειδική σειρά.

Δ: Ένα πλαφόν δηλαδή.

ΙΠ: Όχι πλαφόν. Να πούμε δηλαδή ότι δεν μπορεί να εισαχθεί κάποιος από ειδικές κατηγορίες αν η βαθμολογία του είναι ...

Δ: Είναι μικρότερη του 10.

ΙΠ: Μην βάζετε το 10 ...

Δ: Γιατί είναι φορτισμένο.

ΙΠ: Όχι είναι φορτισμένο, είναι λάθος, μιλάμε για βάση εκεί που δεν υπάρχει τίποτα, δεν έχουμε μία σταθερή διαδικασία αξιολόγησης. Αλλά μπορούμε να πούμε ότι δεν μπορεί να μπει κάποιος ο οποίος έχει πάρει βαθμολογία χαμηλότερη, ας πούμε, από το 80% της βαθμολογίας του τελευταίου εισαχθέντος με την γενική σειρά. Να πούμε δηλαδή ότι, αν ο τελευταίος εισαχθείς της γενικής σειράς μπαίνει με 16, δεν μπορεί να μπει κάποιος με λιγότερο από 14. Αυτές είναι οι πλευρές, αλλά επειδή τα θέματα των πανελληνίων εξετάσεων ...

Δ: Αυτό δεν μπορούσε να γίνει από φέτος;

ΙΠ: Όχι τώρα και σας είπα γιατί δεν μπορούσε να γίνει φέτος. Γιατί έπρεπε να αποφύγουμε με κάθε τρόπο το ενδεχόμενο να υπάρξουν προσφυγές, οι οποίες κατά κάποιο τρόπο θα ακύρωναν την όλη διαδικασία. Ο αριθμητικός περιορισμός ενείχε αυτόν τον κίνδυνο. Αυτό όμως που θέλω επίσης να σας τονίσω σε σχέση με αυτή την μεγάλη συζήτηση με τις βάσεις κ.τ.λ., είναι ότι αυτά τα πράγματα εάν κανείς λίγο σκεφτεί δεν έχουν καμία έννοια. Η συζήτηση για τις βάσεις, αν έπεσαν οι βάσεις, βουτιές οι βάσεις, μακροβούτια οι βάσεις, χαμός, σφαγή κτλ δεν έχουν καμμία έννοια. Αυτό που έχουμε είναι ένα σύστημα εξετάσεων που ιδιαίτερα μετά την δυνατότητα για ενδοσχολικό απολυτήριο έχει ως αποκλειστικό σκοπό να κατατάξει τους υποψηφίους και να τους επιτρέψει να εισαχθούν στην σχολή που επιθυμούν ανάλογα με την απόδοσή τους. Αυτό λοιπόν που χρειάζεται να έχει κανείς είναι μία μεγάλη διακύμανση της βαθμολογίας που να καλύπτει όλο το φάσμα της βαθμολογίας. Ίσως είναι σοφότεροι οι Αμερικανοί, οι οποίοι έχουν ένα τεστ το SAT test όπου η βαθμολογία είναι από 300 μέχρι 800. Εμείς έχουμε συνδέσει την βαθμολογία των πανελληνίων εξετάσεων με την κλίμακα 0 έως 20, η οποία κλίμακα 0 έως 20 στο μυαλό μας ως μαθητών, ως φοιτητών, ως καθηγητών, ως πολιτών είναι ότι από το 0 έως το 10 είσαι κάτω από την βάση, από το 10 έως το 20 είσαι πάνω από την βάση δεν πάει να είναι τα θέματα για το Harvard ή για το τελευταίο πανεπιστήμιο του κόσμου στο Ισλαμαμπάντ. Δέκα, είκοσι. Το ποια είναι τα θέματα, πώς μπορείς καλύτερα να αξιολογήσεις του υποψηφίους δεν το παίρνουμε υπ’ όψη μας.

Δ: Να ρωτήσω και κάτι άλλο. Είπαμε τους τρόπους με τους οποίους αυτό το σύστημα μπορεί να διορθωθεί. Δύο τρόποι για να διορθωθεί αυτό το σύστημα που δημιούργησε κάποιες στρεβλώσεις. Μου είπατε δέκα όλοι κι όλοι στον αριθμό των εισακτέων είναι με πολύ χαμηλές βαθμολογίες, τα ακραία παραδείγματα

ΙΠ: Όχι, σας είπα ότι νομίζω πως παραπάνω από είκοσι παιδιά δεν πρέπει να είναι.

Δ: Υπάρχει και ένα ζήτημα ...

ΙΠ: Μου επιτρέπετε και μία παρατήρηση ακόμα πριν μου κάνετε την επόμενη ερώτησή σας;

Δ: Βεβαίως.

ΙΠ: Σε όλη αυτή την συζήτηση ρωτήθηκε κάποιος πανεπιστημιακός, κάποιος Πρύτανης, κάποιος Πρόεδρος τμήματος να δούμε τι προτιμούσαν; Να έχουν έναν διπλάσιο ή τριπλάσιο αριθμό φοιτητών με μετεγγραφή με τελείως διαφορετική απόδοση στις πανελλήνιες εξετάσεις από αυτούς που εισάγονται με την γενική σειρά ή να έχουν δύο ή τρεις που να μπήκαν με χαμηλή βαθμολογία;

Δ: Τι θα απαντούσαν; Θα απαντούσαν το δεύτερο;

ΙΠ: Έχουν ήδη απαντήσει ότι προτιμούν το δεύτερο. Υπάρχει και ένα άλλο θέμα. Οι Πρυτάνεις και τα πανεπιστήμια δεν ήξεραν ποτέ πόσους πρωτοετείς θα έχουν. Δηλαδή, είχε ανακοινωθεί για παράδειγμα ο αριθμός εισακτέων, όπως σας είπα, 80 και τελικά μπορεί να είχαν 150 πρωτοετείς, 200 πρωτοετείς, 300, δεν ήξεραν. Θυμάμαι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα να σας πω. Στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο, την παλιά ΑΣΟΕΕ σε μια χρονιά που είχαν έρθει πολλοί φοιτητές, θυμάμαι τις πρώτες μέρες ο Πρύτανης χρειάστηκε να προσθέσει θρανία, να τα καρφώσει στο μπροστινό μέρος της αίθουσας που ήταν η μεγαλύτερη αίθουσα που είχε, γιατί δεν είχε θέσεις για τους φοιτητές. Και έβαλε θρανία που έφταναν ακριβώς μέχρι την έδρα, δεν μπορούσε να πάει παραπέρα.

Δ: Μάλιστα. Ακραίο, αλλά πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα. Να σας ρωτήσω και κάτι άλλο; Υπάρχει και μία συζήτηση για την αφηρημάδα κάποιων παιδιών να πατήσουν το περιβόητο κουμπί για το μηχανογραφικό τους, που τελικά είχε ως αποτέλεσμα υποψήφιοι οι οποίοι έγραψαν πάρα πολύ καλά, 19 ή 18 ακούω σε ορισμένες περιπτώσεις, να μην μπορούν να εισαχθούν λόγω αυτού του ηλεκτρονικού προβλήματος. Τι θα γίνει με αυτές τις περιπτώσεις των παιδιών που από αφηρημάδα, από άγχος δεν κατάφεραν να λειτουργήσουν σωστά τον ηλεκτρονικό αυτό τρόπο υποβολής του μηχανογραφικού τους, με αποτέλεσμα να έχουν μείνει εκτός σχολών αν και έχουν γράψει καλά;

ΙΠ: Να ξεκινήσω λίγο ανάποδα. Δεν είναι ενδιαφέρον ότι τα παιδιά που όπως είπατε προηγουμένως πέρασαν με 2 συμπλήρωσαν το μηχανογραφικό καλά και τα παιδιά ή ορισμένα όπως λέγετε, δεν έχω εικόνα αυτή την στιγμή ...

Δ: Λέγεται ότι είναι περίπου δέκα υποψήφιοι, οι οποίοι έχουν υψηλές βαθμολογίες.

ΙΠ: Δεν μου απαντήσατε όμως στο ερώτημα το δικό μου.

Δ: Θέλετε να απαντήσω εγώ;

ΙΠ: Γιατί όχι; Νομίζω ότι είμαστε ισότιμοι συνομιλητές.

Δ: Κύριε Καθηγητά απλώς εγώ πιστεύω ότι τα παιδιά πάνω στο άγχος τους, εντάξει πρέπει να τα δικαιολογούμε. Πρέπει να έχουμε μπροστά τους και κάποιες εναλλακτικές, μία εναλλακτική μεθοδολογία. Να μην είμαστε τόσο απόλυτοι.

ΙΠ: Είχαν και τώρα εναλλακτική. Μπορούσαν να υποβάλουν το μηχανογραφικό τους στα σχολεία ...

Δ: Τουλάχιστον να υπήρχαν δυο τρεις τρόποι.

ΙΠ: Ακούστε με αν θέλετε. Υπήρχαν περιπτώσεις πέρυσι συγκεκριμένα, μην πω και πιο παλιά, που είχαν έρθει στο γραφείο μου παιδιά με τις μητέρες τους που έκλαιγαν και έλεγαν ξέρετε έκανα λάθος και δεν έβαλα αυτό το τμήμα που ήθελα να μπω και έβαλα εκείνο το τμήμα. Αυτές οι περιπτώσεις πάντοτε μπορεί να συμβαίνουν και δεν ξέρω πόσο εύκολο και πόσο εφικτό είναι να αγνοεί κανείς τους γενικούς κανόνες για να αντιμετωπίσει περιπτώσεις που θα μπορούσαν να έχουν αποφευχθεί. Με το ίδιο επιχείρημα, ξέρετε, θα μπορούσε να πει κανείς «κι εγώ έκανα λάθος και έβαλα το τμήμα τάδε πριν από ...»

Δ: Άρα εκτιμάτε ότι δεν θα πρέπει να βοηθηθούν, δηλαδή να εισαχθούν τελικά.

ΙΠ: Βλέπω αυτή την δυσκολία και πρέπει να σας πω και το εξής μια και μιλήσατε για το ότι ήταν η πρώτη χρονιά κτλ. Φέτος τα παιδιά μπορούσαν να πάνε στο σχολείο τους και να καταθέσουν το μηχανογραφικό, είχαν αυτή την ευχέρεια. Δεν ήταν δηλαδή μία νέα διαδικασία που ήρθε ξαφνικά, μία νέα μέθοδος, η οποία προβλημάτισε. Και δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι από τους 120.000 ανθρώπους που συμπλήρωσαν το μηχανογραφικό υπάρχει ένας μικρός αριθμός όπως είπατε, δεν ξέρω πόσοι, που είχαν αυτό το πρόβλημα.

Δ: Να πάμε λίγο στα γενικότερα θέματα της Παιδείας; Ακούω από συναδέλφους σας πανεπιστημιακούς, οι οποίοι εξ αρχής είχαν ταχθεί υπέρ αυτού του νομοσχεδίου, νόμου τελικά, το οποίο κατέθεσε το Υπουργείο Παιδείας και ψηφίστηκε, ακούω να λένε τις τελευταίες μέρες ότι η τελική μορφή του νόμου και με στόχο να επιδιωχθεί η συναίνεση, έχει αποδυναμώσει ορισμένα χαρακτηριστικά του και μάλλον είναι περισσότερο συντηρητικός από ότι ήταν οι αρχικές προθέσεις του συντάκτη του. Συμφωνείτε με αυτό;

ΙΠ: Ναι.

Δ: Σε ποια σημεία εκτιμάτε ότι ήταν η συντηρητικοποίηση αυτού του νόμου;

ΙΠ: Το ενδιαφέρον είναι γενικότερα πολιτικό νομίζω, δεν έχει να κάνει μόνο με το νόμο αυτό του Υπουργείου Παιδείας. Όταν η συντηρητική παράταξη βάζει ως όρο να συμβεί κάτι το οποίο σε ελάχιστες πια χώρες του κόσμου συμβαίνει, δηλαδή να εκλέγεται ο Πρύτανης με καθολική ψηφοφορία, αυτό είναι ένδειξη μιας στρεβλής συναίνεσης. Διότι εάν η κυβέρνηση δεν δεχόταν αυτόν τον όρο, θα εδημιουργείτο ένα πολιτικό θέμα με την έννοια «μα καλά τώρα τι σας ζήτησα, σας ζήτησα κάτι που το ζητούν όλοι οι πανεπιστημιακοί και το ζητούν και όλοι οι φοιτητές». Με την ίδια βέβαια λογική θα μπορούσε να είχε υποχωρήσει η κυβέρνηση και στο να συμμετέχουν και οι φοιτητές σε κάποιο ποσοστό στις εκλογές των Πρυτάνεων. Τα ερωτήματα κυρία Καραγιάννη είναι κατά την γνώμη μου απλά.

Δ: Το ερώτημα έτσι όπως σας ακούω, αν μου επιτρέπετε, κύριε Καθηγητά είναι τελικά στο ζητούμενο της συναίνεσης; Θα πρέπει να αλλοιώνεται μία ιδεολογική πολιτική προσέγγιση κάποιου νόμου;

ΙΠ: Κατά την γνώμη μου όχι. Δεν είναι ξέρετε θέμα πείσματος ενός Υπουργού να πει εγώ αυτό θέλω και αυτό κάνω. Εγώ θέτω απλά ερωτήματα και πιστεύω ότι αυτά τα ερωτήματα πρέπει να απαντήσει και η αξιωματική αντιπολίτευση βέβαια. Να καταγραφούν τα πανεπιστήμια σε όλον τον κόσμο, τα οποία εξακολουθούν και έχουν αυτό που η αξιωματική αντιπολίτευση έβαλε ως όρο, να καταγραφεί τι συνέβαινε πριν από δέκα χρόνια, πριν από πέντε χρόνια, πριν από ένα χρόνο, να δούμε σε ποια θέση είναι αυτά τα πανεπιστήμια και να δούμε αν πράγματι αυτή η επιμονή σε μία αλλαγή ήταν προς την κατεύθυνση εκείνη η οποία θα βελτιώσει τα πανεπιστήμια ή αντίθετα θα απαιτήσει περισσότερο χρόνο ώστε τα πανεπιστήμια μας να έρθουν σε ένα επίπεδο αντίστοιχο, να μπορούν να ανταγωνιστούν με ίσους όρους - να μην πω αντίστοιχο γιατί αυτό μερικές φορές μπορεί να ενοχλεί - τα πανεπιστήμια του εξωτερικού.

Δ: Μάλιστα. Από ό,τι καταλαβαίνω, εκτιμάτε ότι δεν θα έπρεπε να υποχωρήσει η ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας σε αυτές τις πιέσεις.

ΙΠ: Δεν μπορώ να το πω αυτό. Ξέρετε, δεν έχω δυσκολία να πω κάτι το οποίο πιστεύω, έστω και αν αυτό δεν είναι ευχάριστο. Δεν είναι όμως εύκολο σ’ εμένα να πω ότι δεν θα έπρεπε να υποχωρήσει η ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας και η κυβέρνηση, γιατί δεν υποχώρησε η ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας, υποχώρησε η κυβέρνηση, έτσι; Δεν θα μπορούσα να πω αυτό το πράγμα χωρίς να λάβω υπ’ όψη μου το ποιο θα είναι το επόμενο βήμα με δεδομένο ότι σήμερα έχει ψηφίσει αυτόν τον νόμο η αξιωματική αντιπολίτευση και ποιο θα ήταν αν δεν τον είχε ψηφίσει.

Δ: Μάλιστα. Αν μου επιτρέπετε πριν κλείσουμε και μία προσωπική ερώτηση. Έχετε απάντηση στο γιατί απομακρυνθήκατε από το Υπουργείο Παιδείας;

ΙΠ: Η προσωπική αυτή ερώτηση μπορεί να απαντηθεί με μία άλλη ερώτηση. Έχετε αναρωτηθεί εάν με ενόχλησε που δεν είμαι στο Υπουργείο Παιδείας;

Δ: Να σας ρωτήσω και τα δύο, δεν έχω πρόβλημα.

ΙΠ: Πάντοτε θεωρείται ότι κάποιος ο οποίος έχει μία πολιτική θέση, είναι Υπουργός ή Υφυπουργός, θα πρέπει οπωσδήποτε να έχει ως αποκλειστική του επιδίωξη να παραμένει στην ίδια ή σε παρόμοια θέση. Αυτή η προσέγγιση νομίζω ότι δεν είναι πάντα σωστή. Πρέπει κανείς να αξιολογεί το ισοζύγιο της προσπάθειας που κάνει με το αποτέλεσμα που έχει αυτή η προσπάθεια, να αξιολογεί την γενικότερη πολιτική κατάσταση και το γενικότερο πολιτικό κλίμα.

Δ: Είναι σαν να μου λέτε ότι ζητήσατε να φύγετε.

ΙΠ: Είναι σαν να σας λέω ότι θεωρώ ότι και για μένα και για τον Πρωθυπουργό η μη συμμετοχή μου στο κυβερνητικό σχήμα δεν είναι υποχρεωτικά κάτι αρνητικό.

Δ: Μάλιστα. Κύριε Καθηγητά δέχτηκα ένα τηλεφώνημα. Μου ζητήθηκε να σας ρωτήσω, και επειδή ακριβώς είναι συγκεκριμένος ο άνθρωπος που τηλεφώνησε, να σας ζητήσω αν θέλετε να πείτε το όνομα του Πρύτανη που κάρφωνε όπως είπατε τα θρανία σε αυτό το περιστατικό που διηγηθήκατε.

ΙΠ: Μα τι σημασία έχει. Ο άνθρωπος αυτός αναγκάστηκε να βάλει θρανία, δεν είναι ευθύνη του. Όταν λέω κάρφωνε, εννοώ προσέθετε θρανία. Μην δημιουργηθεί η εντύπωση ότι τα κάρφωνε για να μην τα πάρουν κάποιοι και τα σηκώσουν.

Δ: Ναι ναι το κατάλαβα. Θετική απολύτως ήταν η προσέγγιση. Κύριε Καθηγητά σας ευχαριστώ πάρα πολύ. Κάποια στιγμή θα ήθελα να συζητήσουμε και για το ζήτημα της ανοιχτής διακυβέρνησης, στο οποίο είστε πολιτικός υπεύθυνος και ακούω πάρα πολύ επικριτικές φωνές.

ΙΠ: Εκεί, θα έχουμε πολύ περισσότερα ενδιαφέροντα πράγματα να πούμε.

Δ: Θα σας προσκαλέσω στο στούντιο.

ΙΠ: Θα με προσκαλέσετε ή θα με προκαλέσετε;

Δ: Θα σας προσκαλέσω. Να είστε καλά σας ευχαριστώ πάρα πολύ.

ΙΠ: Να είστε καλά, γεια σας.

Νόμος της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης

Στην τελική του μορφή.

Συνέντευξη στον Βήμα Fm (30/8/11)

(Α. Περδικάρης & Α. Ράβανος)

Δ: ... Τι έχει συμβεί ακριβώς λοιπόν; Γιατί ξεκίνησε αυτή η συζήτηση εχθές που αφορά βασικά την κατάργηση των μετεγγραφών και το νέο σύστημα, το οποίο επέτρεψε σε παιδιά πολύτεκνων οικογενειών να εισαχθούν σε σχολές με βαθμολογίες, σε κάποιες υπερβολικές περιπτώσεις ακόμη και δύο, τρία όταν άλλοι στις ίδιες σχολές έμπαιναν με δεκαεπτά και δεκαοκτώ.

ΙΠ: Τα θέματα που αφορούν την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και ο σωστός τρόπος αντιμετώπισης τους προφέρεται πάντα για εύκολα σχόλια. Πολλές φορές διατυπώνονται κρίσεις με επιπόλαιο τρόπο χωρίς να γίνεται εμβάθυνση στην ουσία των θεμάτων. Και η αντιμετώπιση των θεμάτων στην ουσία τους δεν βοηθά πάντα στις εντυπώσεις.

Να έρθουμε στην ουσία του ερωτήματός σας. Με τις μετεγγραφές τι είχαμε; Είχαμε τμήματα με προκαθορισμένο αριθμό εισακτέων, ας πούμε 80, οι οποίοι είχαν μία βαθμολογία λόγου χάρη πάνω από 17 και είχαμε έναν ανεξέλεγκτο, τονίζω τον όρο ανεξέλεγκτο, αριθμό μετεγγραφομένων φοιτητών οι οποίοι είχαν περάσει σε κάποια άλλη αντίστοιχη σχολή με πολύ χαμηλότερη βαθμολογία. Είχαν παρουσιαστεί φαινόμενα όπου οι εισακτέοι όπως σας είπα ήταν 80 και οι μετεγγραφόμενοι ήταν 150. Αυτό τι σήμαινε; Σήμαινε ότι όταν αυτοί πήγαιναν στο τμήμα, τον Γενάρη περίπου που έπαιρναν τη μετεγγραφή, ο μεγάλος όγκος των φοιτητών δεν ήταν αυτός που είχε πετύχει με βάση τη γενική σειρά, αλλά αυτοί που είχαν πετύχει μετεγγραφή και σαφώς χαμηλότερες βαθμολογίες. Με το νέο σύστημα, έχουμε πράγματι παιδιά τα οποία μπαίνουν με χαμηλή βαθμολογία χαμηλότερη ή σε ορισμένες περιπτώσεις σημαντικά χαμηλότερη από του τελευταίου εισαχθέντος με τη γενική σειρά, όμως αυτοί είναι ένας ή δύο και αυτοί δεν πρόκειται να επηρεάσουν την εκπαιδευτική διαδικασία.

Μπορεί να πει κανείς, γιατί να μπαίνουν αυτοί; Γιατί όταν το Κράτος επιλέγει μία ευνοϊκή μεταχείριση συγκεκριμένων κατηγοριών πολιτών όπως είναι οι οικογένειες πολυτέκνων, οι οικογένειες τριτέκνων, οι μουσουλμάνοι. Η επιλογή αυτή σημαίνει ότι σε αυτούς τους συγκεκριμένους πολίτες επιτρέπεται να εισαχθούν στα πανεπιστήμια με χαμηλότερη απόδοση από τους υπόλοιπους διαγωνιζόμενους.

Δ: Άρα θα πρέπει να καταργηθούν λέτε όλες αυτές οι προϋποθέσεις σε όλα τα επίπεδα και πέραν της Παιδείας;

ΙΠ: Δεν λέω αυτό. Λέω ότι το Κράτος, η Πολιτεία πρέπει να κάνει μία επιλογή. Αν θέλει τις θετικές διακρίσεις, που νομίζω ότι είναι στοιχείο κάθε δημοκρατικής και εξελιγμένης κοινωνίας, τότε θα πρέπει να περιμένει και να αποδέχεται τις «αδικίες» που δημιουργούνται. Γιατί είναι φυσικό, αν υποθέσουμε ότι με τη γενική σειρά μπήκαν κάποιοι με 17 και κάποιος μπήκε με τις ειδικές κατηγορίες με 5, αυτός που είχε 16,9 και έμεινε έξω να διαμαρτύρεται. Όμως, επιμένω σε αυτό, είναι επιλογή του Κράτους. Εάν το Κράτος θέλει να μην έχει τέτοιες «αδικίες», πρέπει να πει ότι δεν θα μεταχειρίζεται ευνοϊκά τις ειδικές κατηγορίες.

Δ: Δεν πρέπει να εξαλείψουμε αυτή την αδικία όμως; Γιατί νομίζω είναι άδικο κάποιος να μπαίνει βλέπω με 4,62 στη Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ και κάποιος άλλος να θέλει 18,95. Δηλαδή, δεν το βρίσκετε παράλογο;

ΙΠ: Επιμένω στην άποψή μου, η οποία δεν είναι εύκολη σε πρώτη ανάγνωση. Από τη στιγμή που το Κράτος θέλει να παρέχει μία ευνοϊκή μεταχείριση, μία ειδική μεταχείριση, αυτές τις αδικίες θα τις βλέπουμε σε μεγαλύτερη ή μικρότερη έκταση. Και ξέρετε κάτι, παρατηρείται ή σχολιάζεται φέτος αυτό το γεγονός, όταν εδώ και δεκαέξι χρόνια έχουμε παρόμοιες περιπτώσεις.

Δ: Δεν θα διαφωνήσω, σε αυτό έχετε απόλυτο δίκιο.

ΙΠ: Εσείς τώρα μου θέτετε ένα άλλο ερώτημα, εγώ ουσιαστικά απαντώ στην κριτική πως έχει γίνει γκάφα ή ότι υπάρχουν αδικίες.

Δ: Όχι για γκάφα εμείς δεν μιλήσαμε, εμείς για αδικίες μιλήσαμε. Για γκάφα δεν το είπαμε εμείς.

ΙΠ: Το έχουν πει άλλοι, έχετε δίκιο, εσείς μιλήσατε για αδικίες. Αυτό όμως το θέμα δεν αναφέρεται στον συγκεκριμένο τρόπο που επελέγη φέτος για να ευνοηθούν αυτές οι ομάδες. Αναφέρεται σε μία γενικότερη προσέγγιση του Κράτους να παρέχει ευνοϊκή μεταχείριση. Και ρωτάτε εμένα όταν ξέρετε ότι το Σύνταγμα έχει επιβάλει, -όχι επιτρέψει, επιβάλει- ειδική μεταχείριση για τους πολύτεκνους.

Δ: Ναι, αλλά ταυτόχρονα μιλάει για την αποφυγή διακριτικών μεταχειρίσεων, δηλαδή για την ισότητα όλων και στην πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση εν προκειμένω και σε άλλα ζητήματα.

ΙΠ: Η ειδική μεταχείριση δεν συμβιβάζεται με την ισότητα ευκαιριών. Ή έχεις εδική μεταχείριση ή έχεις ισότητα ευκαιριών.

Δ: Άρα λοιπόν πρέπει να καταργήσουμε αυτή την ειδική μεταχείριση σε όλα τα επίπεδα, για να επανέλθω στο ερώτημα που σας διατύπωσα πριν;

ΙΠ: Η δική μου η γνώμη είναι πως όχι, αλλά αυτό δεν είναι θέμα δικής μου γνώμης. Εάν το Κράτος, εάν η Πολιτεία ή οι πολίτες, οι υπουργοί, οι βουλευτές κτλ θέλουν να εκλείψει αυτή η αδικία θα πρέπει να καταργήσουν αυτές τις διακρίσεις.

Δ: Λέτε δηλαδή ότι είναι και θέμα της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Παιδείας, σωστά;

ΙΠ: Δεν είναι η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας δεν διαμόρφωσε το Σύνταγμα. Το Σύνταγμα και τις προϋποθέσεις του Συντάγματος τα διαμόρφωσε η Βουλή. Νομίζω ότι το κρίσιμο ερώτημα ήταν και είναι, εάν θέλουμε να έχουμε διάκριση σε ειδικές κατηγορίες πολιτών. Και αυτή τη διάκριση δεν την έχουμε, επιμένω, μόνο στην εισαγωγή στα πανεπιστήμια. Την έχουμε στην φορολογική μεταχείριση πολιτών, την έχουμε και σε πολλές άλλες περιπτώσεις.

Δ: Ναι εντάξει, αυτό που λέτε είναι σωστό και νομίζω ότι το θέμα λύνεται με δύο τρόπους ή να υιοθετήσουμε αυτή τη διακριτική μεταχείριση και να πάψουμε να μιλάμε για αδικίες ή να καταργήσουμε τη διακριτική μεταχείριση σε όλα τα επίπεδα. Δεν νομίζω να υπάρχει μέση λύση δηλαδή σε αυτό, έτσι όπως το θέτετε.

ΙΠ: Έτσι είναι. Απλώς εγώ θέλω να επιμείνω στο εξής γιατί πολλές φορές φοβάμαι ότι η συζήτηση και ο διάλογος δεν τίθεται στη ρίζα του προβλήματος. Η ρίζα του προβλήματος δεν είναι αν φέτος μπήκε κάποιος με χαμηλή βαθμολογία, αυτό γινόταν επί 15 χρόνια.

Δ: Εσείς βρίσκετε κάποιον άλλον τρόπο, τον οποίο θα μπορούσατε να προτείνετε αν είχατε παραμείνει, ας πούμε, και στο Υπουργείο Παιδείας; Θα μπορούσατε να προτείνετε κάτι ώστε να αντιμετωπιστεί αυτό το φαινόμενο, να αντικατασταθεί αυτό το σύστημα;

ΙΠ: Υπάρχουν τρόποι. Αυτοί οι τρόποι όμως συνεπάγονται περιορισμό της ειδικής μεταχείρισης. Δηλαδή, θα υπάρχουν λιγότεροι ωφελημένοι. Θα μπορούσε για παράδειγμα να απαιτείται η βαθμολογία αυτών που εισάγονται με τις ειδικές κατηγορίες και τις ειδικές ρυθμίσεις να μην απέχει περισσότερο ας πούμε από 10% από την βαθμολογία του τελευταίου εισαχθέντος. Τότε όμως και πάλι θα πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι ότι θα μειωθούν πάρα πολύ αυτοί που ευνοούνται, οι πολύτεκνοι και οι τρίτεκνοι. Και ξέρετε γιατί το επισημαίνω; Παρατηρώ μία αντίφαση. Οι ίδιοι άνθρωποι που κάνουν τώρα κριτική για το ότι μπήκαν παιδιά με χαμηλές βαθμολογίες, τον Μάιο όταν έγινε αυτή η νομοθετική ρύθμιση, έκαναν κριτική ότι σφαγιάζονται οι πολύτεκνοι και οι τρίτεκνοι, ότι το Κράτος είναι ανάλγητο ή ότι περιορίζει ουσιαστικά τον αριθμό των παιδιών που θα κάνουν χρήση των ειδικών ρυθμίσεων, διότι καταργεί τις μετεγγραφές που ήταν ανεξέλεγκτες και προσδιορίζει συγκεκριμένο αριθμό.

Θα μπορούσε και με άλλον τρόπο να περιοριστεί αυτή η λεγόμενη αδικία. Θα μπορούσε να μειωθεί ο αριθμός των εισακτέων με τις ειδικές ρυθμίσεις σε κάθε τμήμα. Αν δείτε για παράδειγμα το τμήμα Φιλολογίας, που αναφέρεται σε πολλά μέσα σήμερα, οι πολύτεκνοι που εισήχθησαν με την ειδική ρύθμιση είναι 7. Από αυτούς ένας μόνο έχει χαμηλή βαθμολογία, οι άλλοι έχουν σχετικά ικανοποιητική απόδοση. Αν δηλαδή ο αριθμός των εισακτέων των πολυτέκνων στο συγκεκριμένο τμήμα ήταν 6 και όχι 7 δεν θα είχαμε παρατηρήσει αυτό το φαινόμενο. Δεν ξέρεις όμως εκ των προτέρων πως θα γράψουν τα παιδιά ή τις επιλογές που θα κάνουν.

Δ: Έτσι. Κύριε Πανάρετε επειδή πρέπει να κλείσουμε και αυτή τη συζήτηση θέλω να σας κάνω μία τελευταία ερώτηση λίγο διαφορετική. Πώς περνάτε την ώρα σας αυτή τη στιγμή που είστε εκτός Κυβέρνησης, πέρα από τα καθήκοντα σας στο πανεπιστήμιο; Παρακολουθείτε τα τεκταινόμενα μέσα στην Κυβέρνηση;

ΙΠ: Τα παρακολουθώ όπως κάθε πολίτης. Σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό νομίζω ότι όλοι οι πολίτες στην Ελλάδα παρακολουθούν τα τεκταινόμενα στο δημόσιο βίο.

Δ: Ένα σχόλιο σας; Ή τι θα συμβουλεύατε τον Πρωθυπουργό κρίνοντας κατά που πηγαίνουν τα πράγματα;

ΙΠ: Ε τώρα να συμβουλεύσω δημόσια τον Πρωθυπουργό μέσω μίας ραδιοφωνικής συνέντευξης είναι λίγο άκομψο. Όποτε ο Πρωθυπουργός θέλει την γνώμη μου, τη ζητά και την έχει.

...

Tuesday, August 30, 2011

Οι μετεγγραφές και οι αδικίες

Πολλά μέσα ενημέρωσης και διάφοροι σχολιαστές των πανελληνίων εξετάσεων αναφέρονται σε αδικίες που παρατηρούνται επειδή κάποιοι υποψήφιοι πολυτέκνων οικογενειών εισάγονται σε σχολές με βαθμολογίες πολύ χαμηλότερες από αυτές των εισαγομένων με την γενική σειρά. Η κριτική αυτή αγνοεί βέβαια ότι η θετική διάκριση έχει ακριβώς αυτό το χαρακτηριστικό: Μεταχειρίζεται ευνοϊκά τους πολυτέκνους γιατί η πολιτεία θεωρεί ότι δικαιούνται μια ειδική μεταχείριση.

Αυτό δεν συμβαίνει για πρώτη φορά, ούτε συμβαίνει μόνο με την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Ας μείνουμε όμως στις εισαγωγικές εξετάσεις για τα πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ. Ποιά ήταν η κατάσταση που ανέτρεψε το νέο σύστημα; Οι μετεγγραφές. Τι συνέβαινε με τις μετεγγραφές; Ενας μεγάλος αριθμός υποψηφίων με χαμηλές βαθμολογίες, αριθμός που πολλές φορές ξεπερνούσε τον αριθμό των εισακτέων της γενικής σειράς κατά δυό και τρεις φορές, άλλαζε τμήμα. Γιατί συνέβαινε αυτό; Γιατί όλοι οι υποψήφιοι των ειδικών κατηγοριών συγκεντρώνονταν σε ελάχιστα τμήματα (τα "αντίστοιχα" αυτών στα οποία είχαν εισαχθεί). Μάλιστα, αυτό είχε οδηγήσει σε "στρατηγικές επιλογές" των υποψηφίων στο μηχανογραφικό τμημάτων στην περιφέρεια με χαμηλή βάση για να γίνει στην συνέχεια η μετεγγραφή στο τμήμα-φιλέτο του κέντρου. Αυτό στρέβλωνε τελείως την σύνθεση των πρωτοετών αφού τελικά οι χαμηλόβαθμοι αποτελούσαν την πλεοψηφία και καθόριζαν το επίπεδο σπουδών στα τμήματα αυτά. Τι θα συμβεί σήμερα; Ενας ή δύο από αυτούς που ανήκουν στις ειδικές κατηγορίες θα εισαχθεί με χαμηλό βαθμό, απ' ευθείας και χωρίς να πάρει μετεγγραφή. Αυτό φυσικά σε τίποτα δεν μπορεί να επηρέασει την εκπαιδευτική διαδικασία.

Ο ισχυρισμός των ασκούντων κριτική είναι ότι αυτό συμβαίνει και σε τμήματα υψηλής ζήτησης. Συμβαίνει όμως για πρώτη φορά; Οχι φυσικά. Εδώ και 16 χρόνια έχει καθορισθεί ειδικό ποσοστό εισαγωγής σε όλα τα τμήματα των πανεπιστημίων και των ΤΕΙ για τους μουσουλμάνους της Θράκης. Αυτοί εισάγονται με πολύ χαμηλές βαθμολογίες, πολύ χαμηλότερες από τις βάσεις των γενικών εξετάσεων. Εχουν παρατηρηθεί προβλήματα στην εκπαιδευτική διαδικασία από αυτή την πρακτική; Οχι βέβαια, γιατί οι εισαγόμενοι με αυτόν τον τρόπο σε κάθε τμήμα είναι ελάχιστοι. Ταυτόχρονα όμως, πολλοί από αυτούς έχουν πετύχει να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους αξιοποιώντας την ευκαιρία που τους προσέφερε η πολιτεία. Επετεύχθη δηλαδή ο σκοπός της ειδικής μεταχείρισης .

Θα ήταν δυνατόν να είχαν αποφευχθεί οι ακραίες περιπτώσεις που παρατηρούνται με το σύστημα αυτό; Η απάντηση είναι ναι. Αυτό θα μπορούσε να είχε γίνει με την μείωση του αριθμού των εισακτέων ως μελών πολυτέκνων και τριτέκνων οικογενειών. Φέτος, ο αριθμός που καθορίστηκε ήταν τέτοιος ώστε να ανταποκρίνεται στον αριθμό αυτών που πέρυσι πήραν μετεγγραφή για να μην δημιουργηθούν προβλήματα με αυτούς που είχαν ήδη υπολογίσει ότι θα είχαν ευνοϊκή μεταχείριση αντίστοιχη με τα προηγούμενα έτη.

Το σύστημα που εφαρμόστηκε εφέτος έχει την δυνατότητα -αν το επιθυμεί η πολιτεία- να εξαλείψει την εισαγωγή των πολυτέκνων με βαθμολογίες δυσανάλογα χαμηλές σε σχέση με αυτές των εισαγομένων με την γενική σειρά. Αυτό μπορεί να γίνει με δύο τρόπους. Ο ένας είναι ο περιορισμός του αριθμού των εισακτέων από πολύτεκνες και τρίτεκνες οικογένειες. Ο άλλος είναι η καθιέρωση προϋπόθεσης για την εισαγωγή ώστε οι πολύτεκνοι να μην εισάγονται αν η διαφορά βαθμολογίας τους από τον τελευταίο εισαγόμενο της γενικής σειράς υπερβαίνει κάποιο προκαθορισμένο όριο. Ενθυμούμενος τις αντιδράσεις των ίδιων σχολιαστών όταν το σύστημα των μετεγγραφών αντικαταστάθηκε με το σύστημα που εφαρμόστηκε φέτος με αναφορές στο "ανάλγητο κράτος" και την "αδικία εις βάρος των τριτέκνων και των πολυτέκνων", θα περιμένω με ενδιαφέρον να δω αν θα υιοθετηθεί μια από τις παραπάνω λύσεις. Ενα είναι βέβαιο: Ειδική μεταχείριση και αποφυγή εισαγωγής υποψηφίων με διαφορετική απόδοση δεν συμβιβάζονται.

Sunday, August 28, 2011

Η ανακοίνωση των βάσεων

Ανακοινώνονται αύριο οι βάσεις για την εισαγωγή υποψηφίων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.

Οι διαφορές φέτος σε σχέση με το παρελθόν είναι σημαντικές. Η σημαντικότερη από αυτές είναι η κατάργηση του συστήματος των μετεγγραφών ως τρόπου ευνοϊκής μεταχείρισης ειδικών κοινωνικών ομάδων και η αντικατάστασή του με την χορήγηση ειδικού αριθμού θέσεων σε κάθε τμήμα για κάθε μια από τις ειδικές περιπτώσεις.

Τα οφέλη από αυτή την αλλαγή είναι πολλαπλά.

α) Για πρώτη φορά, κάθε νέος που εισάγεται σε κάποια σχολή θα ξέρει από αύριο που θα σπουδάσει. Δεν θα χρειαστεί να υποστεί έξοδα και ταλαιπωρία υποχρεωμένος να πάει σε μια πόλη, να εγκατασταθεί εκεί και στην συνέχεια να περιμένει μέχρι πολλές φορές και τον Ιανουάριο για να δει που θα καταλήξει με τις μετεγγραφές χάνοντας ουσιαστικά ένα χρόνο σπουδών. Θα βρίσκεται δηλαδή από την πρώτη μέρα στο περιβάλλον που θα σπουδάσει.

β) Για πρώτη επίσης φορά κάθε ίδρυμα και κάθε τμήμα θα ξέρει από αύριο τον ακριβή αριθμό των σπουδαστών του και θα μπορεί να προγραμματίσει την εκπαιδευτική διαδικασία. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό για τμήματα με εργαστήρια. Κάθε χρόνο ξεκινούσαν με ένα αριθμό και κατέληγαν πολλές φορές με διπλάσιους ή και τριπλάσιους πρωτοετείς.

γ) Θα ομαλοποιηθεί η εκπαιδευτική διαδικασία στην ουσία της. Με τον προκαθορισμένο αριθμό εισακτέων ειδικών εριπτώσεων για κάθε τμήμα, δεν θα υπάρχει φέτος η στρέβλωση που παρατηρούσαμε κάθε χρόνο σε πολλά τμήματα να έχουμε –λόγω των ανεξέλεγκτων μετεγγραφών- περισσότερους πρωτοετείς με χαμηλές αποδόσεις από αυτούς που είχαν εισαχθεί με την γενική σειρά και είχαν υψηλή απόδοση. Αδικούνταν έτσι και τα παιδιά που είχαν δουλέψει σκληρά για να πετύχουν χωρίς να προσβλέπουν σε ειδική μεταχείριση.

δ) Όλα τα παραπάνω επετεύχθησαν χωρίς να καταργηθεί η ευνοϊκή μεταχείριση ειδικών κοινωνικών ομάδων συμπολιτών μας που η πολιτεία έχει θεωρήσει ότι πρέπει να ευνοηθούν μέσω της εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.

Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε βέβαια την ηλεκτρονική υποβολή του μηχανογραφικού που έγινε επίσης για πρώτη φορά, διευκολύνοντας τους υποψηφίους, τις οικογένειές τους και τους εκπαιδευτικούς. Παρά τις ανησυχίες που είχαν διατυπωθεί, η διαδικασία λειτούργησε αποτελεσματικά. Του χρόνου τα πράγματα θα είναι πολύ πιο εύκολα.

Στα θετικά να προσθέσουμε ότι για δεύτερη φορά φέτος τα ΤΕΙ δεν θα έχουν διπλή εισαγωγή στο πρώτο και στο δεύτερο εξάμηνο, πρακτική που επίσης στρέβλωνε την ακαδημαϊκή διαδικασία.

Όπως κάθε χρόνο βέβαια έτσι και φέτος η συζήτηση στα ΜΜΕ θα εστιασθεί στην πτώση ή την άνοδο των βάσεων. Αυτό ήταν φυσικό μέχρι σήμερα γιατί από την βάση σε κάθε σχολή εξαρτάται αν θα εισαχθεί σε αυτήν ένας υποψήφιος ή όχι. Από αύριο όμως η συζήτηση αυτή δεν έχει έννοια. Οι εξετάσεις του 2011 δεν έχουν σχέση με τις εξετάσεις του 2010. Άλλα τα θέματα και άλλοι οι υποψήφιοι. Τα θέματα το 2011 επέτρεψαν να γίνει καλύτερη και δικαιότερη αξιολόγηση των υποψηφίων. Επίσης οι φετεινές χαμηλές βαθμολογίες δεν έχουν σχέση με τις περυσινές. Ακόμα και αν εισαχθούν κάποιοι με χαμηλή βαθμολογία, αυτό δεν θα επηρεάσει την εκπαιδευτική διαδικασία αφού η δυσαρμονία της κατανομής των βαθμολογιών εισαγωγής θα είναι περιορισμένη. (Στο σημείο αυτό ένα σχόλιο και μια προτροπή σε όσους εισαχθούν με χαμηλές βαθμολογίες είτε μέσω των ειδικών κατηγοριών είτε λόγω μικρής ζήτησης του τμήματος στο οποίο εισήχθησαν: Η πολιτεία σας έδωσε μια ευκαιρία να σπουδάσετε. Αξιοποιήστε την δουλεύοντας και αποδίδοντας. Αποδείξτε ότι την αξίζατε).

Υπάρχουν πολλά ακόμα που μπορούν αν λεχθούν και να επισημανθούν. Έχουμε χρόνο γι’ αυτό. Θέλω όμως να σταθώ σε κάτι που αφορά το Συμβούλιο της Επικρατείας. Το ΣτΕ με πρόσφατη απόφασή του απέρριψε την προσφυγή της ΟΙΕΛΕ και άλλων για το ενδοσχολικό απολυτήριο. Είναι κρίμα που η διοίκηση μιας ομοσπονδίας εκπαιδευτικών προσπάθησε με απαράδεκτο τρόπο όχι μόνο να εμποδίσει με ασφαλιστικά μέτρα αλλά και να τρομοκρατήσει υποψήφιους που δεν ήθελαν να πάνε στην τριτοβάθμια εκπαίδευση αλλά ήθελαν να τελειώσουν το σχολείο με ενδοσχολικό απολυτήριο. Σχεδόν 5 χιλ. υποψήφιοι τους αγνόησαν και το ΣτΕ τους δικαίωσε.

Δεν μπορώ να κλείσω αυτή την ανάρτηση χωρίς μια σημαντική επισήμανση. Για να γίνουν αυτά χρειάστηκε να δουλέψουν ατέλειωτες ώρες στελέχη του Υπουργείου Παιδείας, πέραν των συμβατικών τους υποχρεώσεων. Οι ευχαριστίες σ’ αυτούς και η αναγνώριση της προσφοράς τους είναι το ελάχιστο που μπορεί να κάνει κανείς αυτή την στιγμή. Στο θέμα αυτό όμως θα επανέλθω γιατί σχετίζεται με την δημόσια διοίκηση γενικότερα.

Monday, August 22, 2011

Συνέντευξη στον Real Fm ( Β. Σκουρή & Μ. Λεονάρδου), 21/8/11

ΒΣ: Κύριε Πανάρετε καλημέρα σας. Tι γίνεται; Πώς τα πάει η Παιδεία; Βλέπουμε ότι ανάβει φωτιές η κυρία Διαμαντοπούλου. Μεγάλες αντιδράσεις.

ΙΠ: Πάντα τα προβλήματα της Παιδείας είναι δύσκολα, ιδιαίτερα όταν αποφασίσει κανείς να τα αντιμετωπίσει και όχι να τα αφήσει να διαιωνίζονται. Αυτό ισχύει για όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης. Και τα προβλήματα που έχουν συσσωρευτεί είναι πολλά. Και οι σωστές λύσεις όμως είναι δύσκολες, γιατί διαταράσσουν παγιωμένες καταστάσεις.

ΒΣ: Εκτός από αλλαγές όμως είναι βέβαιο ότι θα προκαλέσουν και αντιδράσεις και αναρωτιέμαι αν είστε έτοιμοι να τις αντιμετωπίσετε. Θα επικαλεστώ τη χαρακτηριστική φράση του κ. Παπανδρέου σήμερα στην Real News, που λέει ότι όσοι αντιδρούν σε αλλαγές και μεταρρυθμίσεις είναι αυτοί που πλήττονται τα συμφέροντά τους και μία τάξη από αυτές που πλήττονται σαφέστατα είναι αυτή των καθηγητών, των Πρυτάνεων κυρίως, όχι των καθηγητών, στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα. Είστε έτοιμοι να συγκρουστείτε μαζί τους; Με όποιο κόστος;

ΜΛ: Ή χρειάζεται όπως λένε πολλοί να γίνει ένας συμβιβασμός σε αυτό το θέμα;

ΙΠ: Κοιτάξτε, οι συμβιβασμοί σε βασικές αρχές κατά τη γνώμη μου καταλήγουν συνήθως σε πενιχρά αποτελέσματα και όχι ουσιαστικά. Συμβιβασμούς χρειάζεται να κάνει κανείς. Όταν όμως έχει γίνει διάλογος, έχουν αναπτυχθεί όλα τα επιχειρήματα, πρέπει να ληφθούν αποφάσεις. Και οι αποφάσεις αυτές πρέπει να είναι για το καλό της κοινωνίας και όχι απλά να ικανοποιούν μια συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα. Στην συγκεκριμένη περίπτωση οι αντιδράσεις οφείλονται στο γεγονός ότι έχει υπάρξει μια εντελώς διαφορετική προσέγγιση από αυτήν που υπήρχε μέχρι σήμερα. Πολλοί στα πανεπιστήμια δυσκολεύονται να μπουν σε μια εντελώς διαφορετική λογική από αυτήν που έχουν συνηθίσει. Και αυτό είναι κατανοητό. Ξέρετε το πανεπιστήμιο είναι κατά πολλούς ο πιο συντηρητικός θεσμός της κοινωνίας. Ακόμα και η Εκκλησία είναι λιγότερο συντηρητική από το πανεπιστήμιο, έστω και αν το πανεπιστήμιο είναι ο χώρος της διακίνησης ιδεών.

ΒΣ: Φαντάζομαι αυτό θα ακούγεται κάπως παράξενα, γιατί σήμερα τουλάχιστον στο χώρο της Αριστεράς και όχι μόνο, το πανεπιστήμιο και οι κουβέντες που γίνονται σε αυτό, οι αντιδράσεις που υπάρχουν, θεωρείται ο πιο προοδευτικός χώρος.

ΙΠ: Κοιτάξτε, οι όροι προοδευτικός και συντηρητικός έχουν πολλές φορές διαφορετικές ερμηνείες ανάλογα με το πως το βλέπει κανείς. Θα έλεγα ότι ακόμη και η Αριστερά σε πολλές από τις επιλογές που έχει και τις θέσεις που έχει, κινείται πολύ πιο συντηρητικά από άλλες δυνάμεις που προσπαθούν να δουν το νέο και να πάρουν από αυτό, να κερδίσουν από αυτό, να αναζωογονήσουν και τις ιδέες τους, αλλά και τις πρακτικές τους.

ΒΣ: Κατά τη γνώμη σας ποια ενέργεια, ποια κίνηση, ποια απόφαση θα ήταν προοδευτική για την κατάσταση που επικρατεί σήμερα στα ελληνικά πανεπιστήμια; Εγώ αμέσως αμέσως έχω να σας πω ας πούμε την κατάργηση των κομμάτων και την κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου, τα οποία σε άλλες εποχές θα θεωρούνταν οπισθοδρομικά σήμερα όμως ίσως και να είναι το βήμα εμπρός για να αλλάξει το χάος που επικρατεί εκεί μέσα.

ΙΠ: Αυτά τα δύο προβλήματα που αναφέρατε, κατά τη γνώμη μου, δεν είναι πρωτογενή προβλήματα. Είναι εκφάνσεις ενός προβλήματος που είναι φυσικό να έχει διαμορφωθεί όταν το πανεπιστήμιο λειτουργεί με τον τρόπο που λειτουργεί σήμερα. Εδώ θα επανέλθω λίγο στην αρχική παρατήρηση περί προοδευτικού και συντηρητικού. Είναι εύκολο το να λέει κανείς ότι η Δημοκρατία είναι ότι το καλύτερο για το πανεπιστήμιο. Είναι δύσκολο να διαφωνήσει κανείς σε αυτό το αίτημα. Αν όμως δούμε τις πρακτικές που έχουν ακολουθηθεί διεθνώς, ποια είναι τα πανεπιστήμια που είναι πετυχημένα και πώς λειτουργούν, θα δούμε ότι σπάνια έως ποτέ στήνονται κάλπες μέσα σε ένα πανεπιστήμιο. Τα πανεπιστήμια έχουν συγκεκριμένη αποστολή, συγκεκριμένους στόχους και η επιτυχία τους κρίνεται από την επίτευξη των στόχων αυτών.

ΜΛ: Και από τη σύνδεση των εργασιών που γίνονται εκεί μέσα με την αγορά πολλές φορές πια στα μεγάλα πανεπιστήμια. Όπως επίσης, δεν μπορώ να θυμηθώ κάποιο πανεπιστήμιο στον κόσμο, από όσο ξέρω δηλαδή, που για να πάρεις το σύγγραμμα πρέπει να απευθυνθείς στη νεολαία του κόμματος και όχι εκεί που συνήθως απευθύνεσαι για να πάρεις ένα σύγγραμμα.

ΙΠ: Καταρχήν θα πω κάτι που δεν ακούγεται συχνά. Πιστεύω ότι τα ίδια τα κόμματα λίγη γνώση έχουν πραγματικά για το τι συμβαίνει και πώς οι νεολαίες, οι οποίες πρόσκεινται σε αυτά κινούνται μέσα στο Πανεπιστήμιο. Αλλά πολλές φορές και οι ίδιες οι νεολαίες έρχονται να καλύψουν κενά που δημιουργούνται από την κακή λειτουργία του Πανεπιστημίου. Οποιοσδήποτε έχει έναν μηχανισμό με εκλογική βάση, μπορεί να το αξιοποιεί για να διευρύνει αυτή την εκλογική βάση παρέχοντας «διευκολύνσεις».

ΒΣ: Είναι κάτι κύριε Καθηγητά που θα μπορούσε να κάνει η κυρία Διαμαντοπούλου επιπλέον από αυτά που έχει στο νομοσχέδιο για την τριτοβάθμια εκπαίδευση που θα συζητηθεί την Τρίτη στη Βουλή και θα ψηφιστεί; Κάτι που εσείς θα θέλατε να υπάρχει στο νομοσχέδιο;

ΙΠ: Πριν απαντήσω στην ερώτησή σας, θέλω να επισημάνω κάτι ουσιαστικό. Εδώ και ένα χρόνο αλλάξαμε το πλαίσιο συζήτησης για το πανεπιστήμιο. Ουσιαστικά η συζήτηση τώρα γίνεται για το πώς μπορεί ένα πανεπιστήμιο σήμερα να λειτουργεί καλύτερα στο διεθνές περιβάλλον, σε ένα περιβάλλον που εκτός από τη διεθνή οικονομική κρίση που έχουμε, υπάρχει και κρίση στην εκπαίδευση. Οι προβληματισμοί υπάρχουν σε όλες τις χώρες του κόσμου, ακόμα και σε αυτές που έχουν τα καλύτερα πανεπιστήμια που θα μπορούσε κανείς να συναντήσει σήμερα.

Όμως, για να μην θεωρήσετε ότι αποφεύγω, να απαντήσω στο ερώτημά σας. Θα ήθελα περισσότερη τόλμη, και λιγότερη γραφειοκρατία. Θα ήθελα επίσης να απαλλαγεί το πανεπιστήμιο και οι διαδικασίες του από τις δικαστικές εμπλοκές. Οπως οι κάλπες δεν έχουν θέση στα πανεπιστήμια, δεν πρέπει να έχουν και τα δικαστήρια. Τα πανεπιστήμια πρέπει να έχουν εσωτερικές διαδικασίες που να λύνονται τα προβλήματα και όχι να υποχρεούνται όσοι θεωρούν ότι θίγονται να προσφεύγουν στα δικαστήρια. Όταν οι καθηγητές πανεπιστημίου χρειάζεται να τρέχουν στα δικαστήρια και στο Συμβούλιο της Επικρατείας για να βρουν το δίκιο τους, αυτό δεν είναι προς όφελος του πανεπιστήμιου.

ΒΣ: Οι Πρυτάνεις γιατί αντιδρούν κατά τη γνώμη σας με αυτόν τον τρόπο; Μάλιστα πολλοί, και είναι εντυπωσιακό, προσπαθούν να βάλουν μπροστά τους φοιτητές.

ΙΠ: Είναι φυσικό να αντιδρούν. Οι Πρυτάνεις που διοικούν σήμερα τα πανεπιστήμια έχουν εκλεγεί ακριβώς με το σύστημα που αλλάζει ο νόμος. Είναι λοιπόν φυσικό να το υποστηρίζουν και να θέλουν να συνεχιστεί η παρούσα κατάσταση. Με αυτό δεν κάνω κριτική στους Πρυτάνεις, γιατί, με τον συντηρητισμό που υπάρχει, θεωρώ ότι είναι δύσκολο να αντιληφθούν και ακόμα δυσκολότερο να υιοθετήσουν μία καινούρια προσέγγιση, όταν δεν την έχουν ζήσει.

Όμως για να κάνουμε για λίγο μία ιστορική αναδρομή, μια και σας άκουσα στην αρχή της εκπομπής σας να αναφέρεσθε στον Ανδρέα Παπανδρέου, θέλω να σας πω ότι θα είχε ενδιαφέρον όσοι αντιδρούν σήμερα, μεταξύ αυτών και Πρυτάνεις, να διαβάσουν τα πρακτικά μιας συνάντησης που έγινε στην Πάτρα νομίζω το 1964, όταν είχε επιστρέψει ο Ανδρέας από την Αμερική και επρόκειτο να ιδρυθεί το πανεπιστήμιο της Πάτρας. Στα πρακτικά αυτά μπορούν να δουν ποιες ήταν οι απόψεις του Ανδρέα Παπανδρέου τότε για το πανεπιστήμιο και τις αντιδράσεις που υπήρχαν. Όπως είναι γνωστό, ο Ανδρέας ήταν καθηγητής στο Berkeley πριν έρθει στην Ελλάδα Θα πρόσθετα και μια προσωπική εμπειρία για τον Ανδρέα. Όταν ήμουν στο Berkeley είχα την ευκαιρία να μελετήσω όλο το αρχείο για τον Ανδρέα και τις επιστολές που είχε ανταλλάξει με τους συναδέλφους του στο Berkeley μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα. Είχε τότε στείλει μία επιστολή σε έναν φίλο του καθηγητή στην οποία έλεγε ότι όταν ανέλαβε το ΚΕΠΕ έκανε μία πρόταση για κάποιες αλλαγές στα πανεπιστήμια. Γράφει στην επιστολή του ότι αυτές οι αλλαγές στο Berkeley και σε οποιοδήποτε πανεπιστήμιο από αυτά που ξέρουμε, θα φαίνονταν προφανείς, όμως λέει «όταν τις πρότεινα εδώ στην Ελλάδα άνοιξαν οι ασκοί του Αιόλου» (γράφει στα αγγλικά: “all hell broke loose”). Bλέπετε λοιπόν ότι είναι διαχρονική η αντίδραση των πανεπιστημίων σε οτιδήποτε καινούριο που τους είναι άγνωστο. (Κατά σύμπτωση, αναφερόταν στην πρότασή του για συνένωση των σχολών της Αττικής στο Αττικό Πανεπιστήμιο. Σε μια μορφή Καλλικράτη δηλαδή, όταν τα πανεπιστήμια τότε ήταν μόνο 3. Μετά από μισό αιώνα ίσως αυτό το όνειρό του πραγματοποιηθεί).

ΒΣ: Τώρα υπάρχει η περίπτωση να υπάρχουν αντιδράσεις σοβαρές και στην κοινοβουλευτική ομάδα του κόμματός σας. Είδατε τον κ. Καρτάλη για παράδειγμα, ο οποίος ουσιαστικά με όλα αυτά που λέει πολύ δύσκολα θα μπορεί να έχει συνέπεια ψηφίζοντας το νομοσχέδιο. Πιστεύετε ότι μπορεί να δημιουργηθούν καταστάσεις που θα αναγκάσουν πιθανόν την κ.Διαμαντοπούλου να μην εφαρμόσει το νόμο;

ΙΠ: Εχω την εντύπωση ότι η κ. Διαμαντοπούλου δεν θα υποχωρήσει στις βασικές επιλογές που έχουν ήδη γίνει. Το λέω αυτό όχι γιατί θεωρώ ότι η κ. Διαμαντοπούλου είναι ένας πείσμων άνθρωπος, αλλά γιατί νομίζω ότι έχει πειστεί ότι οι βασικές κατευθύνσεις του νομοσχεδίου είναι αυτές που αποτελούν το μίνιμουμ των προϋποθέσεων για να βρουν τα πανεπιστήμια την θέση που πρέπει να έχουν στη διεθνή σκηνή, ώστε και η χώρα να μπορέσει να κάνει τα απαραίτητα βήματα στο μέλλον.

ΒΣ: Φαίνεται επίσης κύριε Καθηγητά ότι είναι πολύ πιθανό να ψηφίσει το νομοσχέδιο και η Νέα Δημοκρατία. Νομίζω πρώτη φορά θα συμβεί αυτό μεταπολιτευτικά, αν συμβεί βεβαίως. Πιστεύετε ότι έχει αυτά τα στοιχεία που θα μπορούσε να ψηφίσει πράγματι η κοινοβουλευτική ομάδα της Νέας Δημοκρατίας αυτό το νομοσχέδιο;

ΙΠ: Την περίοδο που ήμουν Υφυπουργός, είχα συζητήσει με αρκετούς βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας, οι οποίοι μου είχαν πει «φέρτε κάτι που να είναι ουσιαστικό και να διορθώνει τα πανεπιστήμια και εμείς θα το ψηφίσουμε ανεξάρτητα από κομματική γραμμή». Αυτό δεν είναι κάτι που μου το είπε ένας ή δύο βουλευτές, το έχω ακούσει από περισσότερους. Τώρα όσον αφορά τη Νέα Δημοκρατία στο σύνολό της, είμαι από εκείνους που πιστεύουν ότι ο αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας ο Ανώνης Σαμαράς, έχει μεγαλύτερη ικανότητα να αντιληφθεί τι είναι καλό για τη χώρα και για το μέλλον των πανεπιστημίων από ότι ο προκάτοχός του. Κάνω αυτή τη σύγκριση γιατί θυμάμαι ότι ο ...

ΒΣ: Βαρύ αυτό που λέτε και για τον κ. Καραμανλή, αλλά και πολύ αισιόδοξο για τον κ. Σαμαρά από την άλλη.

ΙΠ: Θα σας πω γιατί. Ξέρετε, κ. Σκουρή ότι πάντα μιλώ ανοιχτά και είμαι ευθύς.

ΒΣ: Ναι ναι απολύτως.

ΙΠ: Ο κ. Καραμανλής, πέραν των άλλων, τα οποία δεν είναι της παρούσης να συζητήσουμε, χρησιμοποίησε την αναθεώρηση του Συντάγματος για να στριμώξει πολιτικά τον Γιώργο Παπανδρέου.

ΒΣ: Και τον στρίμωξε, έκανε πίσω.

ΙΠ: Όλη του η στρατηγική ήταν αυτή. Και αν θέλετε κέρδισε πολιτικά, τον στρίμωξε τον Γιώργο Παπανδρέου.

ΒΣ: Ναι ναι είναι αλήθεια αυτό.

ΙΠ: Πού φτάσαμε όμως; Φτάσαμε στο μοναδικό στα χρονικά της ιστορίας φαινόμενο να γίνει αναθεώρηση του Συντάγματος για ένα μόνο θέμα και αυτό ήταν το ασυμβίβαστο της επαγγελματικής απασχόλησης των βουλευτών.

ΒΣ: Και να μην μπορεί πλέον να γίνει αναθεώρηση συνταγματική για μείζονα προβλήματα που αφορούν την οικονομία, την κοινωνία, το μέλλον της χώρας και τους θεσμούς της. Κύριε Καθηγητά είναι πολύ σωστή η επισήμανση. Δεν ξέρω αν μπορείτε να μας δώσετε δυο λεπτά για διαφημίσεις, δεν μπορούμε να τις αποφύγουμε, γιατί θα θέλαμε και να ολοκληρώσετε την άποψη σας, και να σας κάνουμε μία ερώτηση για το τι πρέπει να γίνει με την παραπαιδεία πια.

ΒΣ: Λέγατε λοιπόν για τον κ. Σαμαρά και τον κ. Καραμανλή που στρίμωξε στη συνταγματική αναθεώρηση τον κ. Παπανδρέου, αλλά που έγινε μία αναθεώρηση μόνο και μόνο για το ασυμβίβαστο των βουλευτών.

ΙΠ: Και δεν έκανε μόνο αυτό. Το χειρότερο, είναι ότι εμπόδισε πλέον την οποιαδήποτε συνταγματική αλλαγή για οκτώ χρόνια τουλάχιστον.

ΒΣ: Σωστό, το είπαμε. Η γνώμη σας είναι ότι έπρεπε να υπάρχουν ιδιωτικά πανεπιστήμια;

ΙΠ: Η αλλαγή για το άρθρο 16 μια και μιλάμε γι’ αυτό συγκεκριμένα τώρα, ήταν και είναι περισσότερο απαραίτητη για να λειτουργήσουν καλύτερα τα δημόσια πανεπιστήμια. Αν ρωτήσετε την κ. Διαμαντοπούλου, θα σας πει για πόσα πράγματα όταν ξεκινήσαμε να τα συζητάμε, μας έφερναν αντίρρηση ότι αυτό ή εκείνο δεν μπορεί να γίνει γιατί δεν το επιτρέπει το άρθρο 16. Για παράδειγμα στην προσπάθεια μας να δώσουμε μεγαλύτερη αυτοτέλεια στα πανεπιστήμια θεωρούσαμε ότι δεν θα έπρεπε να υπάρχει έλεγχος νομιμότητας των εκλογών των καθηγητών από το Υπουργείο Παιδείας. Ε αυτό δεν μπορεί να γίνει, διότι το Σύνταγμα δεν το επιτρέπει. Το Σύνταγμα επιβάλει πολλά άλλα πράγματα ακόμα που περιορίζουν τις δυνατότητες και των πανεπιστημίων να λειτουργούν πιο ανεξάρτητα, αλλά και του κράτους να εκχωρεί αρμοδιότητες τις οποίες θεωρεί ότι δεν χρειάζεται να τις έχει εκείνο, αλλά πρέπει να τις έχουν τα πανεπιστήμια. Ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα των πανεπιστημίων κατά τη γνώμη μου στην Ελλάδα σήμερα είναι η έλλειψη ακαδημαϊκής νοοτροπίας. Δυστυχώς, λόγω του Συντάγματος και λόγω της πολύπλοκης νομοθεσίας, οι καθηγητές έχουν καταντήσει να τριγυρίζουν στις Γενικές Συνελεύσεις και στα γραφεία τους με βιβλία της νομοθεσίας των πανεπιστημίων και να αφιερώνουν λιγότερο χρόνο από αυτόν που θα ήθελαν και από αυτό που θα έπρεπε για την επιστημονική τους δραστηριότητα.

ΒΣ: Κύριε Πανάρετε κάτι άλλο για να επιστρέψουμε λίγο στην εκπαιδευτική μεταρρύθμιση που προωθείτε. Πιστεύετε ότι θα έχει καλύτερη τύχη από εκείνη της κ. Γιαννάκου; Γιατί πέραν της ουσίας, του τι προέβλεπε τότε εκείνη και τι προβλέπει σήμερα η μεταρρύθμιση αυτή, έχει κανείς την αίσθηση ότι τότε ίσως να μην ήταν και ώριμη η κοινωνία, να μην ήταν η πολιτική κατάσταση τέτοια για να υποδεχτεί μία μεταρρύθμιση; Δεν ξέρω, εγώ πάντα θυμάμαι εκείνα τα γεγονότα και αναρωτιέμαι αν θα έχει καλύτερη τύχη αυτή τη φορά, γιατί και τότε θίγονταν συμφέροντα και τώρα θίγονται.

ΜΛ: Και τότε να θυμίσω επίσης ότι ο κ. Καραμανλής «πούλησε» ουσιαστικά την κ. Γιαννάκου για την μεταρρύθμιση και το ερώτημα είναι αν τώρα θα «πουλήσει» και ο κ. Παπανδρέου την κ. Διαμαντοπούλου μπροστά σε τυχόν αντιδράσεις.

ΙΠ: Ο κ. Παπανδρέου δεν «πουλάει» τους συνεργάτες του.

Τώρα όσον αφορά τη μεταρρύθμιση της κ. Γιαννάκου και το τι συνέβη τότε και το τι θα συμβεί τώρα. Δεν θέλω η τοποθέτησή μου να γίνει σε βάση πολιτικής ή κομματικής διαφοράς, αλλά σε βάση μίας νηφάλιας προσέγγισης. Θα σας ρωτήσω. Στην εποχή της κ. Γιαννάκου επί δύο χρόνια περίπου, τα πανεπιστήμια ήταν κλειστά και υπήρχαν αντιδράσεις με διαδηλώσεις με πορείες κτλ. Από αυτά που ήθελε να κάνει η κ. Γιαννάκου ή από αυτά που νομοθέτησε ή από αυτά που είχε την πρόθεσηνα νομοθετήσει, τι έχει αλλάξει σήμερα στο πανεπιστήμιο σε σχέση με το 2007; Παίρνουν καλύτερη εκπαίδευση σήμερα οι φοιτητές από την εκπαίδευση που έπαιρναν το 2007; Οι καθηγητές λειτουργούν σήμερα καλύτερα από ότι λειτουργούσαν το 2007; Το πρόβλημα νομίζω ήταν ότι ηκ. Γιαννάκου επέλεξε να κινηθεί στα δεδομένα του πανεπιστημίου. Δηλαδή, τι θα κάνουμε με τη συμμετοχή των φοιτητών, τι θα γίνει με το άσυλο . Σήμερα έχει αλλάξει το πλαίσιο συζήτησης και έχουν μπει μπροστά τα ουσιαστικά θέματα.

ΒΣ: Και εκείνη τα κόμματα όμως ήθελε να καταργήσει, αν θυμάμαι καλά και ήταν ένα από τα βασικά, να τα θέσει εκτός, δηλαδή η αρχή ήταν η ίδια και μετά έγινε αυτό που έγινε. Δηλαδή μακάρι και εγώ το εύχομαι πραγματικά, γιατί δεν είμαι υπέρ της διατήρησης των κομμάτων μέσα στα πανεπιστήμια, το έχω πει πολλές φορές ανοιχτά, δεν ξέρω φοβάμαι μήπως πάλι βρεθείτε μπροστά σε αυτό το πολύ δύσκολο θέμα και ξεχάσουμε αν θέλετε τα άλλα που προβλέπει αυτή η μεταρρύθμιση, γιατί εκεί κολλάει το ζήτημα πάντα, γι’ αυτό έκανα και τη σύγκριση.

ΙΠ: Εγώ μπορώ να κρίνω για το τι έγινε από το ξεκίνημα της συζήτησης ας το πούμε μέχρι την ψήφιση του νόμου Γιαννάκου και τι έχει γίνει από την αρχή της συζήτησης μέχρι την ψήφιση του νόμου που είναι σήμερα στη Βουλή και θα αρχίσει να συζητείται από την Τρίτη. Για αυτό το κομμάτι έχουμε τα δεδομένα. Για το τι συνέβη μετά την ψήφιση του νόμου Γιαννάκου έχουμε επίσης τα δεδομένα ότι δεν έχει υπάρξει κατά τη γνώμη μου κάποια ουσιαστική αλλαγή. Για το τι θα συμβεί μετά την ψήφιση του νόμου που είναι σήμερα στη Βουλή δεν έχουμε δεδομένα και επομένως αυτό που εγώ μπορώ να πω είναι ότι ελπίζω ότι θα οδηγήσει τα πανεπιστήμια σε μία καλύτερη λειτουργία από αυτή που έχουν μέχρι σήμερα.

ΒΣ: Γιατί αυτό είναι και το ζητούμενο, εγώ το λέω πάντα ότι τα πανεπιστήμια είναι για τους φοιτητές, τα μέσα μεταφοράς είναι για τους επιβάτες, πάντα με καλοπληρωμένους και ουσιαστικούς επαγγελματίες είτε αυτοί είναι καθηγητές, είτε αυτοί είναι οδηγοί, είτε είναι οτιδήποτε, αλλά θα πρέπει να αλλάξει η αντίληψη πως όλα είναι γι’ αυτούς που τα έχουν στα χέρια τους. Να σας ρωτήσω κάτι κύριε Καθηγητά. Υπάρχει ένα πολύ μεγάλο θέμα σήμερα. Πληρώνουμε μία δωρεάν παιδεία από τις ακριβότερες που υπάρχουν και ταυτόχρονα οι περισσότερες ελληνικές οικογένειες πληρώνουμε και φροντιστήρια και πολλοί επίσης πηγαίνουν σε ιδιωτικά σχολεία τα παιδιά τους. Δηλαδή τα έξοδα είναι τεράστια για ένα αποτέλεσμα που δεν είναι πολλές φορές το ιδεατό. Τι πρέπει να γίνει; Πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί αυτό το καρκίνωμα της παραπαιδείας που υπάρχει στη χώρα μας και που ουσιαστικά κανέναν δεν τον νοιάζει; Ώρες ώρες δηλαδή που το σκέφτομαι και που δεν μπορώ να βγάλω άκρη λέω ότι μπορεί να χρειαστεί και μία νομοθετική ρύθμιση που να πει ότι τελειώνουμε με αυτό. Δεν ξέρω πώς μπορεί να γίνει.

ΙΠ: Ξέρετε η εποχή που μπορούσε κανείς με νόμους να σταματήσει δραστηριότητες της ιδιωτικής πρωτοβουλίας νομίζω έχει περάσει.

ΒΣ: Ναι σωστά, είναι σαν τότε που θα πυροβολούσαμε τον δορυφόρο για να μην υπάρχουν ιδιωτικά μέσα ενημέρωσης.

ΙΠ: Ακριβώς. Αυτό όμως που μπορεί και έχει υποχρέωση κατά τη γνώμη μου το κράτος να κάνει είναι να διαμορφώσει εκείνες τις συνθήκες στο δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα που θα το κάνουν ελκυστικό για τους πολίτες, θα προσφέρουν στους πολίτες αυτό που επιθυμούν και το εάν θα στείλει κάποιος το παιδί του στο ιδιωτικό σχολείο, αν θα το στείλει στο φροντιστήριο ή αν θα το στείλει στο ιδιωτικό πανεπιστήμιο να είναι θέμα επιλογής και όχι ανάγκης.

ΒΣ: Χάσαμε τη γραμμή με τον κ. Πανάρετο.

ΜΛ: Χάσαμε τη γραμμή στο καλύτερο.

ΒΣ: Λοιπόν έχουμε ξανά στη γραμμή τον κ. Γιάννη Πανάρετο, Καθηγητή, πρώην Υφυπουργό στην τηλεφωνική μας γραμμή και μας έλεγε τη διαφορά των ιδιωτικών, πώς μπορούν να αναβαθμιστούν μάλλον τα δημόσια σχολεία. Κύριε Καθηγητά.

ΙΠ: Ναι, έλεγα ότι αυτό που χρειάζεται να κάνει το κράτος δεν είναι να κλείσει ή να εμποδίσει την ιδιωτική δραστηριότητα αλλά να βοηθήσει και να βελτιώσει την δημόσια εκπαίδευση που παρέχεται με τα χρήματα του φορολογούμενου πολίτη. Γιατί, αυτό που λέμε δημόσια και δωρεάν παιδεία δεν είναι τίποτα άλλο παρά τα χρήματα τα δικά σας και τα δικά μου και των ακροατών μας που τα διαχειρίζεται το κράτος.

ΒΣ: Πώς γίνεται αυτή η αναβάθμιση με όλες τις περικοπές που διαβάζουμε ότι γίνονται, ειδικά αυτή την εποχή μόνο αναβάθμιση δεν γίνεται.

ΙΠ: Η αναβάθμιση και η βελτίωση δεν γίνεται μόνο με πρόσθετη χρηματοδότηση. Η πρόσθετη χρηματοδότηση τις περισσότερες φορές είναι χρήσιμη, αλλά μερικές φορές και οι δυσκολίες δημιουργούν τις ευκαιρίες για να δει κανείς τι δεν δουλεύει σωστά στα σχολεία. Έδωσε νομίζω προ ημερών η Υπουργός και η Υφυπουργός παραδείγματα από τα τεχνικά Λύκεια στα οποία υπήρχε ένα μεγάλο ποσοστό καθηγητών, που διδάσκει τρεις ώρες την εβδομάδα. Aν υπήρχε μεγαλύτερη χρηματοδότηση θα μπορούσε να επιτρέπει το κράτος στους διδάσκοντες να διδάσκουν και μία ώρα την εβδομάδα. Αυτό όμως δεν είναι βελτίωση. Βελτίωση είναι να πηγαίνει το παιδί σε σχολείο που έχει τους απαραίτητους καθηγητές από την αρχή της χρονιάς, οι καθηγητές αυτοί να ενδιαφέρονται να διδάξουν στο σχολείο που είναι και όχι να έχουν το μυαλό τους πώς θα πάνε σε κάποιο άλλο σχολείο μέσα σε μερικές ημέρες με κάποια απόσπαση και το υλικό που τους προσφέρεται να είναι ικανοποιητικό και η εκπαίδευση που παίρνουν να η είναι καλύτερη δυνατή.

Δ: Θα σας ξαναδούμε στην πολιτική; Κάποιες πληροφορίες λένε ότι θα σας δούμε σύμβουλο στο Μέγαρο Μαξίμου, αληθεύουν;

ΙΠ: Στην πολιτική οι περισσότεροι Έλληνες είμαστε καθημερινά.

Δ: Σωστό. Εννοώ στη στενή πολιτική σκηνή.

ΙΠ: Όσο αφορά τη συνεργασία μου με τον Πρωθυπουργό αυτή υπήρχε και υπάρχει εδώ και τριάντα πέντε χρόνια αδιαλείπτως. Δεν νομίζω ότι θα δημιουργηθούν ποτέ προϋποθέσεις που αυτή θα διακοπεί. Όσον αφορά τώρα άλλες δραστηριότητες, νομίζω ότι δεν είναι της παρούσης να το κουβεντιάσουμε. Πάντως, δεν επιδιώκω θέσεις ούτε τις έχω ανάγκη.

Δ: Μάλιστα. Θα σας ευχαριστήσουμε πάρα πολύ κύριε Πανάρετε, να είστε καλά.

ΙΠ: Κι εγώ σας ευχαριστώ, να είστε καλά.

Δ: Καλή συνέχεια.

ΙΠ: Καλή σας μέρα.

Sunday, August 21, 2011

Οι πρυτάνεις, οι σερίφηδες και το Σύνταγμα

Σε προηγούμενη ανάρτηση ανέφερα τα χαρακτηριστικά του τρόπου διοίκησης των 100 πρώτων πανεπιστημίων στις διεθνείς αξιολογήσεις της Σαγκάης και των Times.

Ενα από τα χαρακτηριστικά που μοιράζονται τα πανεπιστήμια αυτά είναι το σύστημα διοίκησης με Συμβούλιο στο οποίο πλειοψηφούν τα εξωτερικά μέλη, το οποίο επιλέγει ισχυρό πρύτανη.

Ας ξεκινήσουμε από την σύνθεση του Συμβουλίου. Γιατί -πέραν ελαχίστων εξαιρέσεων- δεν έχει υιοθετηθεί συμβούλιο με πλειοψηφία καθηγητών του ιδρύματος που να εκλέγεται από τους καθηγητές;

Ο λόγος είναι απλός: Αν η πλειοψηφία των μελών του Συμβουλίου εκλέγεται από το εσωτερικό του πανεπιστημίου, τότε έχει εκλογική βάση τις ανάγκες της οποίας πρέπει να ικανοποιεί. Τα εξωτερικά μέλη (που μάλιστα επιλέγονται από τα εσωτερικά) είναι διακοσμητικά μέλη που ελάχιστα επηρεάζουν την λειτουργία και την στρατηγική του πανεπιστημίου, ενώ ταυτόχρονα η μόνη νομιμοποίησή τους προέρχεται από τους εκλεγμένους στο Συμβούλιο καθηγητές του Ιδρύματος. Ώς εκ τούτου και ο πρύτανης που θα επιλεγεί από ένα τέτοιο Συμβούλιο θα είναι δέσμιος της ίδιας εκλογικής βάσης.

Αρκεί να αναλογισθεί κανείς μόνο τις περιπτώσεις παραβίασης της ακαδημαϊκής δεοντολογίας μέχρι σήμερα στην Ελλάδα (λογοκλοπή, νεποτισμός και άλλα). Η πρακτική ήταν να μην θίγονται οι διαπλεκόμενες ομάδες στις οποίες στηρίζονται οι διοικήσεις - ο ελέγχων εκλέγεται από τον ελεγχόμενο! Η ανάγκη ικανοποίησης της εκλογικής βάσης που βρίσκεται αποκλειστικά εντός πανεπιστημίου- οδηγεί στην θεμελιώδη στρέβλωση ο πρύτανης να λειτουργεί με αποκλειστικό γνώμονα την ικανοποίηση του εσωτερικού του πανεπιστημίου. Το πανεπιστήμιο όμως δεν υπάρχει μόνο για το πανεπιστήμιο. Υπάρχει πρωτίστως για την κοινωνία.

Αυτή η εσωστρέφεια και εσωτερική νομή εξουσίας με βάση την δημιουργία συμμαχιών και την διατήρηση ισορροπιών, βρίσκεται στην ρίζα της κατάστασης που επικρατεί στα πανεπιστήμιά μας σήμερα. Διαφθείρει κάποιους και περιθωριοποιεί όποιους δεν συμμετέχουν στο παιγνίδι αυτό. Δυστυχώς διαφθείρει και αρκετούς φοιτητές, που μπαίνουν σε ένα πανεπιστήμιο που είναι το "καλύτερο σχολείο" για τις απογοητευτικές νοοτροπίες που βλέπουμε ευρύτερα στην κοινωνία μας.

Το πανεπιστήμιο χρειάζεται checks and balances, και το κυριώτερο, μία διοίκηση η οποία θα αναφέρεται ευρύτερα στην κοινωνία και όχι μόνο στο εσωτερικό του - χρειάζεται λογοδοσία. Το πανεπιστήμιο πρέπει να υπάρχει για να υπηρετεί την κοινωνία και όχι τους καθηγητές του. Το συμβούλιο διοίκησης και ο πρύτανης δεν μπορεί να είναι εκπρόσωποι μίας συντεχνίας. Το Συμβούλιο διοίκησης από μόνο του, έστω και με κάποια εξωτερικά μέλη, δεν αρκεί για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος.

Υπάρχει και μια άλλη καθοριστική αντίφαση στο μοντέλο όπου η πλειοψηφία των μελών του Συμβουλίου προέρχεται -και εκλέγεται- από το εσωτερικό του πανεπιστημίου. Τα εκλεγμένα μέλη του συμβουλίου θα επιλέξουν τον πρύτανη (ο οποίος θα έχει διευρυμένες αρμοδιότητες). Ο πρύτανης όμως θα ελέγχεται από τους λίγους συναδέλφους του -εκλεγμένα μέλη του Συμβουλίου- στα οποία και θα αναφέρεται. Θα είναι δηλαδή ένας ανίσχυρος-ισχυρός πρύτανης. Και το χειρότερο:Θα καλείται να διοικεί τους προισταμένους του! (τους συναδελφους του που θα είναι τα εκλεγμένα μέλη του Συμβουλίου).

Εκτιμώ ότι αυτό θα προκαλέσει δισλειτουργίες. Δεν είναι τυχαίο ότι ακόμα και στην Πορτογαλία (που η πλειοψηφία των μελών του Συμβουλίου σε ορισμένα πανεπιστήμια είναι εσωτερικά μέλη), ο νόμος τους έδωσε την δυνατότητα (παρέχοντας ταυτόχρονα ισχυρά κίνητρα), να μεταβούν στο άλλο σύστημα. Και κάθε χρόνο ένα ακόμα πανεπιστήμιο επιλέγει να ενταχθεί στο άλλο σύστημα.

Ας έλθουμε τώρα στον πρύτανη. Το μοντέλο του πρύτανη που είναι "πρώτος μεταξύ ίσων" που συναντούσε κανείς κυρίως στην κεντρική Ευρώπη τείνει να εκλείψει. Τα πανεπιστήμια σήμερα είναι πολύπλοκοι οργανισμοί .που χρειάζεται να διοικούνται από πρόσωπα με ειδικές ικανότητες. Δεν είναι τυχαίο ότι οι πρυτάνεις των περισσοτέρων από τα επιτυχημένα πανεπιστήμια, παρότι εξακολουθούν να είναι δραστήριοι ερευνητικά, δεν επιστρέφουν στα πλήρως ακαδημαικά καθήκοντα μετά την λήξη της θητείας τους αλλά συνεχίζουν να δραστηριοποιούνται έντονα στην διοίκηση, είτε στο ίδιο είτε σε άλλο πανεπιστήμιο, λόγω της ικανότητας τους αυτής.

Οι υποστηρικές του εκλεγμένου από τους καθηγητές πρύτανη θα πρέπει να λάβουν υπόψη τους ότι στο ευρωπαικό μοντέλο, ιστορικά, υπήρχε και μια άλλη διάσταση που έχει πλέον εκλείψει: Ο πρύτανης ήταν ένας κάτοχος μιας πανίσχυρης έδρας και είχε ετήσια θητεία. Απλά δηλαδή συντόνιζε τις δραστηριότητες των υπολοίπων καθηγητών ως "πρώτος μεταξύ ίσων" για μικρό χρονικό διάστημα. Ηταν μια φυσική συνέπεια του θεσμού της ισχυρής έδρας. Ο σταδιακός περιορισμός των εδρών και η ανάγκη για θητείες πρυτάνεων με μεγαλύτερη διάρκεια υπαγόρευσε και την αλλαγή των χαρακτηριστικών του πρύτανη που οδήγησε στα νέα μοντέλα διοίκησης.


Ορισμένοι διαφωνούν με επιχείρημα την ανάγκη δημοκρατίας στα πανεπιστήμια. Λένε: Φαντασθείτε το πρωθυπουργό μας να μην τον εξέλεγαν οι πολίτες της χώρας αλλά να τον επέλεγε κάποιο εξωτερικό συμβούλιο. Η αναλογία είναι ατυχής. H κάλπη δεν αποτελεί αυταπόδεικτα το κατάλληλο σύστημα επιλογής διοίκησης για κάθε οργανισμό. Εξαρτάται από τα ποιά είναι τα χαρακτηριστικά του οργανισμού και ποιός είναι ο σκοπός του. Αρκεί να φανταστούμε για παράδειγμα τον υπουργό εξωτερικών να τον εξέλεγαν -στο όνομα της δημοκρατίας-οι διπλωμάτες της διπλωματικής υπηρεσίας και οι υπάλληλοι του υπουργείου εξωτερικών και να μην είχε καμμία αναφορά στην κοινωνία. Η αποστολή του πρωθυπουργού, των υπουργών και των δημάρχων είναι να υπηρετούν τους πολίτες οι οποίοι αποτελούν και το σώμα στο οποίο έχουν αποκλειστική αναφορά και λογοδοτούν. Και γι'αυτό εκλέγονται. Η αποστολή του πρύτανη όμως δεν είναι απλά να υπηρετεί τους καθηγητές του ιδρύματός του. Η αποστολή του πανεπιστημίου ώς οργανισμού είναι να υπηρετεί την κοινωνία.Τα πανεπιστήμια δεν είναι οργανισμοί για να στήνονται κάλπες. Και για να προλάβω τις αντιδράσεις: Στο πανεπιστήμιο του Berkeley, ένα από τα πλέον δημοκρατικά πανεπιστήμια στον κόσμο με παράδοση στην ελεύθερη διακίνηση των ιδεών, η μόνη περίπτωση που έχει υποπέσει στην αντίληψή μου που στήνονται κάλπες είναι οι εκλογές για ανάδειξη συνδικαλιστικών εκπροσώπων. (Ανέφερα το Berkeley για ευνόητους λόγους. Το ίδιο ισχύει και στα περισσότερα πανεπιστήμια).

Ορισμένοι από τους διαφωνούντες απαξιώνουν το μοντέλο Συμβουλίου-Πρυτάνεως όπως το περιέγραψα, χαρακτηρίζοντάς το "αμερικανικό". Και πράγματι ήταν τα αμερικανικά πανεπιστήμια που
πρώτα το υιοθέτησαν . Αξίζει όμως να αναρωτηθούμε γιατί όλο και περισσότερα πανεπιστήμια στην Ευρώπη στην Ασία και στην Αυστραλία προσαρμόζονται στα νέα αυτά δεδομένα; Γιατί άραγε μια άλλη παράδοση των ΗΠΑ (δημοκρατική σύμφωνα με τον ορισμό των διαφωνούντων), η επιλογή των τοπικών σερίφηδων (και των εισαγγελέων) με εκλογές και κάλπες, δεν έχει βρει αντίστοιχους θαυμαστές εκτός ΗΠΑ; Προφανώς γιατί και ο σερίφης και ο εισαγγελέας δεν περιλαμβάνονται στους θεσμούς που η κάλπη αποτελεί το καλύτερο σύστημα επιλογής. Από την στιγμή που ο σερίφης (και ο εισαγγελέας) έχει εκλογική βάση, η αμεροληψία των αποφάσεών του τίθεται σε αμφιβολία.

Προφανώς βεβαια το πανεπιστήμιο δεν ειναι ένας οποιοσδήποτε οργανισμός. Ούτε οι καθηγητές πανεπιστημίου είναι υπάλληλοι με την συνήθη έννοια. Έχουν κάποια ειδικά χαρακτηριστικά και επομένως διοικητικά το πανεπιστήμιο απαιτεί μία ειδική διαχείριση. Ο πρύτανης πρέπει να είναι ακαδημαϊκός με εξαιρετικές ακαδημαϊκές αλλά και διοικητικές ικανότητες. Το συμβούλιο δεν επιλέγει απλά κάποιον που του αρέσει. Ορίζει μία επιτροπή διερεύνησης που περιλαμβάνει εξέχουσες ακαδημαϊκές προσωπικότητες και μπορεί να επιλέξει ανάμεσα στις τεκμηριωμένες εισηγήσεις που θα υποβληθούν. Για όσους έχουν αμφιβολίες: ας κοιτάξουμε την "ποιότητα" των πρυτάνεων των πανεπιστημίων με εξωτερικά συμβούλια διοίκησης. Δεν είναι δύσκολο να βρει κανείς στοιχεία στο διαδίκτυο.

Τέλος, μερικές λέξεις για το συνταγματικό. Η συνταγματικότητα ή μη των νόμων δεν συμβαδίζει υποχρεωτικά με την πλειοψηφούσα γνώμη των καθηγητών της Νομικής. Δεν κρίνεται ούτε από την άποψη επιστημονικών συμβουλίων, όσο έγκριτα και αν είναι αυτά. Κρίνεται από το Συμβούλιο της Επικρατείας. Και το Συμβούλιο αυτό -όπως και άλλα αντίστοιχα ανώτατα δικαστήρια στο εξωτερικό- έχει δείξει διαχρονικά ότι κατά την λήψη των αποφάσεών του, λαμβάνει υπόψη του και τις μεταβαλλόμενες κοινωνικές συνθήκες. Για να μείνουμε στα της παιδείας, δεν είναι τυχαίο ότι, ενώ στα τέλη της δεκαετίας του 80 το ΣτΕ είχε αποφανθεί αρνητικά για την συμμετοχή των διοικητικών υπαλλήλων στις πρυτανικές εκλογές , πρόσφατα την αποδέχθηκε ως συνταγματική. Μια και μιλάμε και για την Αμερική δεν είναι επίσης τυχαίο ότι το Ανώτατο δικαστήριο, είναι για εκπαιδευτικά θέματα που έχει αλλάξει στάση περισσότερες φορές από οποιοδήποτε άλλο θέμα Οι εκάστοτε κοινωνικές συνθήκες επηρρεάζουν και τον τρόπο σκέψης των δικαστών.

Το δίλημμα σήμερα είναι το εξής: Θα κάνουμε ένα βήμα για να πάμε εκεί που ήταν τα ευρωπαικά πανεπιστήμια την δεκαετία του 80 με την ελπίδα να μικρύνουμε την απόσταση από τα καλά πανεπιστήμια σε κάποια μελλοντική στιγμή, ή θα διαμορφώσουμε τους κανόνες που θα επιτρέψουν στις δημιουργικές δυνάμεις -νέους κυρίως- που υπηρετούν σήμερα στα πανεπιστήμιά μας να ανταγωνισθούν στην διεθνή σκηνή, χωρίς τους περιορισμούς που επιβάλει ένα παρωχημένο σύστημα διοίκησης;