Sunday, October 01, 2017

Ηλεκτρονικές Ψηφοφορίες και Πολιτική

Με αφορμή τη συζήτηση για την δυνατότητα να ψηφίσουν ηλεκτρονικά στις εκλογές του νέου φορέα της προοδευτικής παράταξης όσοι ενδιαφέρονται, θα ήθελα να σημειώσω μερικές σκέψεις και να καταγράψω εμπειρίες από την κυβερνητική μου θητεία.

Το ερώτημα που έχει τεθεί είναι αν είναι δυνατόν να διασφαλιστεί το αδιάβλητο της ηλεκτρονικής ψηφοφορίας.

Η Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Φώφη Γεννηματά έχει διατυπώσει μία σειρά από εύλογες ανησυχίες όσον αφορά την τεχνική πλευρά του θέματος.

Πιστεύω όμως ότι το θέμα είναι άκρως – ίσως και αποκλειστικά – πολιτικό και πολύ λιγότερο τεχνικό. Θα το εξηγήσω αυτό αφού προηγουμένως καταγράψω τις εμπειρίες μου, τις οποίες αναφέρω με αντίστροφη χρονολογική σειρά.


1: Εκλογές Πρυτάνεων

Στην προετοιμασία του νόμου για την τριτοβάθμια εκπαίδευση και όσο ήμουν Υφυπουργός με αρμοδιότητα στην τριτοβάθμια εκπαίδευση υποστήριζα ότι τους Πρυτάνεις των πανεπιστημίων θα πρέπει να τους επιλέγει το Συμβούλιο Διοίκησης μετά από μία ακαδημαϊκή διαδικασία, όπου οι υποψήφιοι θα είχαν αξιολογηθεί από τους καθηγητές και το υπόλοιπο προσωπικό του ιδρύματος. Μεσολάβησε η παραίτησή μου τον Ιούνιο του 2011 και τελικά υιοθετήθηκε η άποψη οι Πρυτάνεις να εκλέγονται με ψηφοφορία από τους καθηγητές του πανεπιστημίου. Συμμετέχοντας σε συσκέψεις, χωρίς κάποια αρμοδιότητα μετά την παραίτησή μου, υποστήριζα ότι αφού υιοθετήθηκε αυτή η προσέγγιση, οι εκλογές αυτές θα έπρεπε να γίνονται ηλεκτρονικά. Για προφανείς λόγους και επιφυλάξεις υιοθετήθηκε τελικά η κλασική μέθοδος της αυτοπρόσωπης ψηφοφορίας με κάλπη. Όταν οι διαφωνούντες όμως μπλοκάρισαν τις εκλογές με κλείδωμα αιθουσών και διάφορους άλλους τρόπους, αποφασίστηκε να υιοθετηθεί η ηλεκτρονική ψηφοφορία. Τη διαδικασία οργάνωσε και υλοποίησε κρατική μονάδα που υποστηρίζει επί χρόνια το Υπουργείο Παιδείας.

Όσο καιρό εφαρμόστηκε το σύστημα αυτό λειτούργησε εξαιρετικά. Όσον αφορά βέβαια την τεχνική πλευρά, γιατί στην πολιτική απέτυχε λόγω των πολιτικών δεδομένων που προέκυψαν μετά τις εκλογές του 2015.


2: Ηλεκτρονική υποβολή ερευνητικών προτάσεων

Στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων μου ως Υφυπουργός Παιδείας αρμόδιος για θέματα έρευνας υιοθέτησα για πρώτη φορά στη χώρα μας την ηλεκτρονική υποβολή των ερευνητικών προτάσεων. Σε αυτή την πρωτοβουλία υπήρξαν πολλές αντιρρήσεις, κυρίως από τους συναδέλφους μου καθηγητές πανεπιστημίου για θέματα ασφάλειας κτλ. Θεωρούσα όμως, ότι η αξιολόγηση των προτάσεων εντός της χώρας από συναδέλφους αυτών που τις είχαν υποβάλει άφηνε πολλά περιθώρια για αδιαφάνεια και συναλλαγές. Και δεν ήταν μόνο η εντύπωσή μου, είχα πολλές μαρτυρίες επ’ αυτού. Αυτός ήταν ο λόγος που αποφάσισα οι προτάσεις να αξιολογούνται αποκλειστικά από επιστήμονες του εξωτερικού. Για να γίνει όμως αυτό, έπρεπε οι προτάσεις να υποβάλλονται ηλεκτρονικά για να μην χαθούμε στη γραφειοκρατία των ταχυδρομικών συναλλαγών που θα υπέσκαπτε το όλο εγχείρημα.

Η όλη διαδικασία λειτούργησε θαυμάσια. Η πλατφόρμα φτιάχτηκε από δύο ενθουσιώδεις και κεφάτους συνεργάτες με μηδενικό κόστος. Ούτε ιδιωτικές εταιρίες ούτε συμβάσεις με εξωτερικούε συνεργάτες. Από ό,τι αντιλαμβάνομαι είναι από τα λίγα πράγματα που δεν έχουν ανατραπεί μέχρι σήμερα.


3: Ηλεκτρονικό μηχανογραφικό

Έχοντας την αρμοδιότητα των πανελλαδικών εξετάσεων ως Υφυπουργός Παιδείας στην κυβέρνηση Παπανδρέου διαπίστωσα ότι εξακολουθούσε να υφίσταται η μεγάλη ταλαιπωρία των υποψηφίων και των γονιών τους, που την περίοδο υποβολής μηχανογραφικών θα έπρεπε να κάνουν ουρές έξω από τα σχολεία περιμένοντας τη σειρά τους για να μπουν στην αίθουσα όπου βρίσκονταν οι υπεύθυνοι, να καταθέσουν το μηχανογραφικό, αφού φυσικά συζητούσαν πρώτα με τους υπευθύνους. Θεώρησα ότι αυτό θα έπρεπε να αλλάξει και τα μηχανογραφικά να υποβάλλονται ηλεκτρονικά για να σταματήσει αυτή η ταλαιπωρία. Κανένα πολιτικό στέλεχος από αυτά που άκουσαν την άποψή μου δεν διαφώνησε επί της ουσίας, αλλά διατύπωσαν έντονες επιφυλάξεις για το πόσο αυτό θα ήταν εφικτό να γίνει άμεσα, δηλ. εντός του 2011. Η πολιτική άποψη μάλιστα ήταν ότι «καλή είναι αυτή η ιδέα και θα πρέπει να γίνει, αλλά ας το αφήσουμε για του χρόνου για να το προετοιμάσουμε καλύτερα». Γνωρίζοντας ότι στην Ελλάδα το «του χρόνου» ίσως σήμαινε «ποτέ», δεδομένης και της ρευστότητας στα ελληνικά πολιτικά πράγματα διαχρονικά, επέμεινα ότι αυτό έπρεπε να γίνει τη συγκεκριμένη χρονιά. Οι τεχνικές αντιρρήσεις ήταν πολλές με επιχειρήματα του τύπου «θα μπορούν να μπουν και άλλοι και να αλλάξουν το μηχανογραφικό υποψηφίων», «μπορεί να πέσει το σύστημα μέσα στη διαδικασία και αυτή να καθυστερήσει», ή ότι αν κάτι πάει στραβά σε αυτή τη διαδικασία, ίσως θα πέσει και η κυβέρνηση δεδομένης της σημασίας των πανελλαδικών εξετάσεων στα ελληνικά πράγματα. Αυτό ήταν και το ισχυρότερο πολιτικό επιχείρημα.

Με μία ομάδα τεσσάρων ή πέντε υπαλλήλων του Υπουργείου Παιδείας ξεκινήσαμε την προσπάθεια αυτή. Με κέφι και με διάθεση, ξενυχτώντας πολλές φορές στο Μαρούσι, για να κάνουμε αυτό που εθεωρείτο ακατόρθωτο. Δεν κάναμε σύμβαση με καμιά εταιρεία ιδιωτική ή δημόσια, ούτε και απευθυνθήκαμε σε άτομα εκτός Υπουργείου. Όλα αυτά έγιναν από το προσωπικό του Υπουργείου Παιδείας, που ίσως για πρώτη φορά ένιωσε τέτοια εμπιστοσύνη στις ικανότητές του.

Η διαδικασία ολοκληρώθηκε. Όλα έγιναν χωρίς το παραμικρό πρόβλημα. Οι υποψήφιοι είχαν τον χρόνο να κάθονται στο σπίτι τους να φτιάχνουν το μηχανογραφικό τους, να το σώζουν προσωρινά και να επανέρχονται σε αυτό. Να συζητούν με όποιον ήθελαν, όποτε ήθελαν για όση ώρα ήθελαν. Αναρωτιέμαι αν αυτό θα είχε γίνει αν είχε αναβληθεί τότε.


4: OpenGov

Μία εβδομάδα περίπου πριν τις εκλογές του 2009 ο Γ.Α. Παπαπανδρέου στην τελευταία ίσως προεκλογική του ομιλία δεσμεύτηκε ότι όλες οι επιλογές στελεχών της δημόσιας διοίκησης που θα γίνονται από την κυβέρνηση, θα γίνονταν με ανοιχτές διαδικασίες και αξιολόγηση όσων ενδιαφερθούν να συμμετέχουν σε αυτές. Κανείς δεν πίστευε τότε ότι αυτό θα γίνει, κατ’ αρχήν για πολιτικούς λόγους, αλλά και για τεχνικούς. Να θυμίσω ότι μέχρι τότε ούτε καν το ΑΣΕΠ με μακροχρόνια εμπειρία σε διαδικασίες επιλογής στελεχών δεν είχε εφαρμόσει ηλεκτρονικό μηχανισμό υποβολής υποψηφιοτήτων. Οι αιτήσεις στοιβάζονταν σε κούτες στα γραφεία του ΑΣΕΠ και από εκεί προχωρούσε η διαδικασία.

Δύο μέρες μετά τις εκλογές ο τότε Πρωθυπουργός ζήτησε από μία ομάδα συνεργατών του (οκτώ αν θυμάμαι καλά), μεταξύ των οποίων νομικοί και φυσικά πολιτικά στελέχη, να του κάνουν πρόταση για τη διαδικασία υλοποίησης αυτής της εξαγγελίας. Η συνάντηση που έγινε στο Μέγαρο Μαξίμου κράτησε αρκετές ώρες. Εκεί φάνηκε η διαφορετική αντίληψη των συμμετεχόντων. Διατυπώθηκαν εύλογες αντιρρήσεις για τη δυνατότητα να διαμορφωθεί η κατάλληλη ηλεκτρονική βάση δεδομένων όπου θα υποβάλλονταν οι αιτήσεις των ενδιαφερομένων, αλλά και για την νομιμότητα της διαδικασίας όσον αφορά την υποβολή των στοιχείων κάθε ενδιαφερόμενου. Στη συνάντηση φάνηκε ότι επτά από τους οκτώ συμμετέχοντες πίστευαν ότι η διαδικασία αυτή δεν μπορούσε και δεν έπρεπε να εφαρμοστεί. Έγινε επικοινωνία με τον Πρωθυπουργό και εκείνος ζήτησε από όλους μας να καταγράψουμε την άποψή μας με την επιχειρηματολογία μας και να του τη στείλουμε. Πράγματι, όπως προανέφερα, οι επτά διατύπωσαν τις αιτιολογημένες ενστάσεις τους και ένας υποστήριξε με τα δικά του επιχειρήματα την υιοθέτηση της διαδικασίας και μάλιστα ηλεκτρονικά.

Προς έκπληξη όλων ο Πρωθυπουργός απάντησε αμέσως ότι προχωράμε στη διαδικασία αυτή με πλήρη εφαρμογή της ηλεκτρονικής υποβολής υποψηφιοτήτων.

Η απόφαση αυτή ήταν βέβαια καθαρά πολιτική. Καμιά αμφιβολία δεν υπάρχει ότι και τα νομικά, αλλά και τα τεχνικά επιχειρήματα των διαφωνούντων είχαν σοβαρά ερείσματα. Όμως η απόφαση που πήρε ο Πρωθυπουργός ήταν πολιτική. Όσον αφορά το τεχνικό και νομικό μέρος η διαδικασία εφαρμόστηκε άψογα. Όπου προέκυψαν δυσκολίες, αυτές ήταν καθαρά πολιτικές από τις αντιδράσεις Υπουργών, αλλά και άλλων παραγόντων της δημόσιας ζωής για τη νέα διαδικασία που προφανώς περιόριζε σημαντικά το κομματικό κράτος και την πολιτική συναλλαγή.

Το τεχνικό μέρος το διαχειρίστηκε μία μικρή ομάδα εθελοντών του ΠΑΣΟΚ χωρίς συνεργασίες με ιδιωτικές ή άλλης μορφής εταιρείες. 


Συμπεράσματα

Τα παραπάνω αποτελούν ενδείξεις, ισχυρές κατά τη γνώμη μου, ότι η υιοθέτηση ηλεκτρονικών μεθόδων σε διάφορες διαδικασίες ευρύτερου ενδιαφέροντος, ενέχουν μεν πολιτικό ρίσκο, αλλά χρειάζονται και πολιτικό θάρρος για να υιοθετηθούν.

Γνωρίζω την Φώφη Γεννηματά από χρόνια. Είχα την ευκαιρία να συνεργαστώ μαζί της στο Υπουργείο Παιδείας και έχω τις καλύτερες αναμνήσεις από τη συνεργασία αυτή. Σε αντίθεση με τα όσα λέγονται από τους πολιτικούς της αντιπάλους, θεωρώ ότι οι αντιρρήσεις της δεν οφείλονται σε πολιτικές ανασφάλειες, αλλά σε ειλικρινή αμφιβολία για τη δυνατότητα επιτυχίας του τεχνικού μέρους του εγχειρήματος.

Γνωρίζω επίσης καλά και εκτιμώ τον Γιώργο Καμίνη. Γνώριζα το έργο του ως συνηγόρου του πολίτη (δεν εχω παρακολουθήσει την δημαρχία του). Πέραν της της συνεργασίας που είχα μαζί του στο παρελθόν, η εκτίμηση που έτρεφε γιαυτόν ο Αριστόβουλος Μάνεσης αποτελεί εγγύηση του χαρακτήρα του. Την ίδια εκτίμηση τρέφω για τον Γιάννη Ραγκούση, τον Γιάννη Μανιάτη και τον Οδυσσέα Κωνσταντινόπουλο από την κυβερνητική συνεργασία μας (παρά την πολιτική πικρία που ένοιωσα για την στάση τους απέναντι στον ΓΑΠ απο το 2011 και μετά). Με τους υπόλοιπους υποψηφίους δεν έχω συνεργαστεί αλλά δεν έχω καμιά αμφιβολία για την ειλικρίνεια των προθέσεων τους.

Κλείνω με την προσωπική μου άποψη για το πολιτικό μέρος των σημερινών αντιθέσεων σε σχέση με την ηλεκτρονική ψηφοφορία. Συμφωνώ ότι κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί ότι δεν μπορεί να υπάρξουν κίνδυνοι με την ηλεκτρονική ψηφοφορία. Η ασφαλέστερη επιλογή για να ελαχιστοποιηθούν οι κίνδυνοι είναι ο κλασικός τρόπος χωρίς καν την ηλεκτρονική σύνδεση των εκλογικών κέντρων (που όπως φαίνεται μάλιστα θα στοιχίσει εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ σε μία περίοδο που οι πολίτες εκφράζουν έντονες επιφυλάξεις για οποιαδήποτε ενέργεια προκαλεί κόστος που δεν είναι απαραίτητο).

Κατά τη γνώμη μου η συζήτηση μεταξύ των υποψηφίων και της αρμόδιας επιτροπής δεν είναι το κατά πόσον μπορεί να διασφαλιστεί το αδιάβλητο της διαδικασίας αυτής, αλλά το κατά πόσον όλοι οι υποψήφιοι, και κυρίως τα κόμματα που συμμετέχουν στην προσπάθεια αυτή, είναι διατεθειμένοι να ομονοήσουν στην υιοθέτηση της διαδικασίας με όποιο κόστος ενδεχομένως έχει τυχόν αποτυχία της. Σε αυτό θα πρέπει ΠΟΛΙΤΙΚΑ να ζυγίσουν τα υπέρ μιας καινοτομίας που ενδεχομένως θα φέρει μεγαλύτερο αριθμό ψηφοφόρων στη διαδικασία αυτή έναντι μιας ασφαλούς διαδικασίας με τον κλασικό τρόπο που όμως πιθανότατα θα περιορίσει τον αριθμό των ψηφοφόρων.

Και φυσικά η απόφαση αυτή είναι πολιτική και όχι τεχνική. 

Wednesday, August 31, 2016

Η ισοπεδωτική ομοιομορφία στην εκπαίδευση vs αριστεία και άμιλλα, και η αριστερά

  1.  Μια σειρά από tweets μου σήμερα για το θέμα
-Πολύ ενδιαφέρουσα δήλωση. Σωστή ως διαπίστωση μεν αλλά... (Φίλης: Η επίκληση της αριστείας οξύνει τις εκπαιδευτικές ανισότητες).
-Η άρνηση της αριστείας ως εκπαιδευτική πολιτική μπορεί να αμβλύνει ανισότητες αλλά με λάθος τρόπο γιατί οδηγεί στην ισοπέδωση της μετριότητας.
-Η αριστεία στην εκπαίδευση (και παντού) οδηγεί σε μια άλλη έννοια, αρνητική για ορισμένους στην αριστερά: την άμιλλα.
-Χωρίς άμιλλα και αριστεία δεν θα είχαμε ελληνικό πολιτισμό δεν θα υπήρχε Silicon Valley, δεν θα γίνονταν ολυμπιακοί αγώνες και τόσα άλλα.
-Η ομοιομορφία στην εκπαίδευση (σε αντιδιαστολή με την αριστεία και την άμιλλα) υιοθετήθηκε δυστυχώς ως πρακτική από το '80 ως προοδευτική πολιτική.
-Η ομοιομορφία στην εκπαίδευση οδηγεί στην ισοπέδωση της μετριότητας, κάτι που αδικεί κατάφωρα τον λαό μας.
-Η αντιμετώπιση του μείζονος προβλήματος των κοινωνικών ανισοτήτων μέσω της εκπαίδευσης πρέπει να γίνει αλλιώς, όχι με τον εξοβελισμό της αριστείας.
-Τέλος, λυπάμαι όταν οι προοδευτικοί "χαρίζουν" αξίες όπως η αριστεία και η άμιλλα στους συντηρητικούς στο όνομα μια θολής κοινωνικής δικαιοσύνης.

Wednesday, April 20, 2016

Μαυρωτάς - Μπαζιάνα και μετατάξεις στα πανεπιστήμια

Σημειώθηκε τις τελευταίες μέρες μια ενδιαφέρουσα ανταλλαγή δηλώσεων μεταξύ της Περιστεράς Μπαζιάνα και του Γιώργου Μαυρωτά. Οι δηλώσεις αφορούσαν μια πρόσφατη ρύθμιση που έγινε με το άρθρο 33, παρ.7 του Νόμου για την έρευνα και αφορά την μετάταξη μόνιμων εκπαιδευτικών της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης με διδακτορικό σε θέσεις εργαστηριακού διδακτικού προσωπικού σε πανεπιστήμια και ΤΕΙ. 

Θεωρώ ότι στις δηλώσεις αυτές δεν γίνεται αναφορά στην σημαντικότερη αρνητική διάσταση της διάταξης αυτής. Το ότι δηλαδή θέσεις επιστημονικού προσωπικού στα πανεπιστήμια (μη διοικητικού) δεν καλύπτονται με ανοιχτή προκήρυξη και αξιοκρατικές ανταγωνιστικές διαδικασίες, αλλά με την λογική της μετάταξης. 

Η μετάταξη ίσως έχει έννοια για διοικητικές θέσεις. Το ότι έχει όμως κάποιος τα τυπικά προσόντα για θέσεις ΕΔΤΠ δεν συνεπάγεται ότι είναι και το καταλληλότερο πρόσωπο για να καλύψει μία κενή τέτοια θέση.
Κατά την γνώμη μου, πλήρωση επιστημονικών θέσεων στα Πανεπιστήμια πρέπει να γίνεται απιοκλειστικά με ανοιχτή προκήρυξη. Με δεδομένους τους περιορισμούς στις προσλήψεις –και αφού δεν υπάρχουν νέες θέσεις, μια τέτοια προκήρυξη μπορεί να απευθύνεται μόνο σε όσους κατέχουν ήδη θέσεις στο δημόσιο. Οι υποψήφιοι θα πρέπει να κρίνονται με τις προβλεπόμενες από τον νόμο διαδικασίες και αν κάποιος από αυτούς κριθεί κατάλληλος, να εντάσσεται στο προσωπικό των πανεπιστημίων. Αν η λογική των μετατάξεων μέσω υπηρεσιακών συμβουλίων μεταφερθεί στις πανεπιστημιακές θέσεις, τότε τα πανεπιστήμια θα καταλήξουν ουσιαστικά να γίνουν άλλη μια κρατική υπηρεσία. 

Φοβάμαι ότι και οι δηλώσεις της Περιστεράς Μπαζιάνα δείχνουν έλλειψη αντίληψης της ακαδημαϊκής λογικής που πρέπει να διέπει όσους κατέχουν ή επιδιώκουν θέσεις στα πανεπιστήμια ή στα ΤΕΙ. («Οι μαθητές και οι φοιτητές μου είναι για μένα οι πιο αυστηροί κριτές. Σε αυτούς λογοδοτώ, αυτών η γνώμη με ενδιαφέρει»). Παρότι φυσικά η γνώμη των φοιτητών κάποιου που διδάσκει σε πανεπιστήμιο είναι σημαντική, δεν μπορεί να αναφέρεται στην αξιολόγηση των επιστημονικών και ακαδημαϊκών προσόντων όσων κατέχουν –ή ενδιαφέρονται να καταλάβουν- πανεπιστημιακή θέση. Για αυτά, κατάλληλοι είναι οι πανεπιστημιακοί που έχουν ήδη καταλάβει αντίστοιχες θέσεις. Αυτός είναι ο θεμέλιο λίθος του peer review system πάνω στον οποίο συγκροτείται η παγκόσμια ακαδημαϊκή κοινότητα. Η άγνοια του συστήματος αυτού και η διαφορά εμπειρίας και παραστάσεων δείχνει ακριβώς το γιατί δεν μπορεί να μετατάσσεται κάποιος από δευτεροβάθμιο σε τριτοβάθμιο ίδρυμα. 

Υπάρχει και το: «επιλέγω συνειδητά να διδάσκω σε ένα περιφερειακό πανεπιστήμιο με πενιχρή αμοιβή». Η διατύπωση αυτή συνεπάγεται ότι η ενδιαφερόμενη είχε μια σειρά επιλογών με διαφορετικές αμοιβές και επέλεξε την συγκεκριμένη. Κάτι σαν θυσία για το κοινό καλό. Δεν γνωρίζω πολλούς επιστήμονες που επιδιώκουν θέσεις στα ελληνικά πανεπιστήμια σήμερα και έχουν τέτοιες επιλογές. Θα ήταν χρήσιμο η Περιστερά Μπαζιάνα να αναφέρει τις επιλογές αυτές, ώστε πράγματι να αξιολογηθεί θετικά η «προτίμησή της» στο συγκεκριμένο περιφερειακό πανεπιστήμιο. Διότι υπάρχουν πολλοί νέοι επιστήμονες που δεν θα έβλεπαν μία τέτοια θέση σαν θυσία. Αν τους είχε δοθεί η δυνατότητα. 

Συμφωνώ όμως με το κλείσιμο των δηλώσεών της: «Είμαι χαρούμενη που, παρ’ όλη τη δημοσιονομική ασφυξία, τα ΑΕΙ και τα ΤΕΙ της χώρας αιματοδοτούνται άμεσα με προσωπικό, με την προκήρυξη 1.900 θέσεων έκτακτου διδακτικού προσωπικού και 500 θέσεων μονίμων μελών ΔΕΠ. Θα καταθέσω τα χαρτιά μου και θα κριθώ». Πως όμως γνωρίζει ότι θα υπάρχει θέση στο γνωστικό της αντικείμενο; Εχει τέλος λάβει υπ’ όψη της τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει η κυβέρνηση για το πάγωμα των προσλήψεων; Η μετάταξη φαίνεται να είναι η μόνη βεβαιότητα.

ΥΓ. Υπάρχει και άλλη μια διάταξη που δείχνει την έλλειψη ακαδημαικής νοοτροπίας των συντακτών του νόμου. Η παρ. 7 του άρθρου 28 παρέχει τη δυνατότητα αναγνώρισης ως πραγματικού χρόνου παραμονής στη βαθμίδα τον χρόνο κατά τον οποίο Καθηγητές βρίσκονταν σε καθεστώς αναστολής καθηκόντων. Εδώ καταστρατηγείται η προυπόθεση της ακαδημαικής εμπειρίας με παράλογο τρόπο.
*Ακολουθούν οι δηλώσεις στις οποίες αναφέρομαι (και οι πηγές) για την διευκόλυνση του αναγνώστη.



Το Ποτάμι καταγγέλλει φωτογραφική διάταξη για τη σύζυγο Τσίπρα
12/04/2016

Πρωθυπουργός με σύζυγο επιστήμονα στο πανεπιστήμιο· ένα σύμπτωμα της ελληνικής πολιτικής σκηνής που φαίνεται ότι επαναλαμβάνεται.

Σάλο έχει προκαλέσει στην εκπαιδευτική κοινότητα η ένταξη στο νομοσχέδιο για την έρευνα του υπουργείου Παιδείας διάταξης η οποία, όπως καταγγέλλεται από την πλευρά βουλευτών του «Ποταμιού», δίνει την εικόνα «φωτογραφικής» διάταξης που αφορά τη σύζυγο του Πρωθυπουργού κυρία Περιστέρα Μπαζιάνα.

Η διάταξη αυτή δίνει τη δυνατότητα μετατάξεων εκπαιδευτικών από την πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση της χώρας σε θέσεις ΕΔΙΠ (ειδικού διδακτικού προσωπικού) στα πανεπιστήμια.

Οι ΕΔΙΠ είναι κάτοχοι διδακτορικών που έχουν μόνιμες θέσεις και αποτελούν την πρώτη φυσική «δεξαμενή» από την οποία μπορεί το πανεπιστήμιο να αντλήσει διδακτικό προσωπικό στην πρώτη βαθμίδα των λεκτόρων.

Στο παρελθόν δε έχουν σε μια νύχτα «λεκτοροποιηθεί» πολλά μέλη ΕΔΙΠ που στη συνέχεια εξελίχθηκαν σε πρωτοβάθμιους καθηγητές των πανεπιστημίων.

Η διάταξη αυτή «λύνει» βέβαια τα χέρια στα πανεπιστήμια που ζητούν επιπλέον διδακτικό προσωπικό, αλλά το αντλεί από τα σχολεία όπου υπάρχουν ακόμη (τέλος της χρονιάς) εκατοντάδες κενά και ο υπουργός Παιδείας ζητάει... ταπεινά από τους θεσμούς την πρόσληψη 20.000 εκπαιδευτικών.

Με ανάρτηση στον λογαριασμό του στο twitter το θέμα θέτει ανοικτά ο βουλευτής του Ποταμιού και καθηγητής του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου κ. Γιώργος Μαυρωτάς αναφέροντας ότι πρόκειται για διάταξη η οποία αφορά τη σύζυγο του Πρωθυπουργού, που είναι εκπαιδευτικός με διδακτορικό και μάλιστα έχει ήδη αποσπαστεί στο ΕΜΠ, ενώ διδάσκει και ως συμβασιούχος 407 στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας.

Η κυρία Μπαζιάνα είναι εκπαιδευτικός του τομέα Πληροφορικής της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης που πήρε μετάταξη το 2013 στην Πρωτοβάθμια για να διατηρήσει την οργανική της θέση. Στο Πολυτεχνείο πήρε απόσπαση τον Φεβρουάριο του 2014 επι υπουργίας κ. Κωνσταντίνου Αρβανιτοπουλου. Η απόσπαση αυτή ανανεώθηκε από τον κ. Ανδρέα Λοβέρδο, οπότε και πλέον συμπληρώθηκε η διετία που απαιτεί ο νόμος για να γίνει ΕΔΙΠ.

Τι απαντά το υπουργείο

Το υπουργείο Παιδείας έσπευσε να απαντήσει στο θέμα αναφέροντας ότι «η διάταξη ρυθμίζει με πάγιο τρόπο, άρα εξ ορισμού μη φωτογραφικό, θέματα μετάταξης μόνιμων εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης σε ΑΕΙ. Η διάταξη αφορά πολλούς εκπαιδευτικούς με αυξημένα ακαδημαϊκά προσόντα και η τυχόν μετάταξή τους στα ΑΕΙ θα τίθεται στην αυστηρή και αντικειμενική κρίση των ακαδημαϊκών αρχών και των αρμόδιων υπηρεσιακών οργάνων ευρείας αντιπροσωπευτικής σύνθεσης».

Παραδέχεται πάντως το υπουργείο Παιδείας ότι «τα τυπικά προσόντα που περιγράφει η διάταξη μοιάζουν με αυτά που αντιστοιχούσαν στο ακαδημαϊκό προφίλ του λέκτορα (ν.3027/2002)».

«Ειδικότερα, δίνεται η δυνατότητα σε μόνιμους εκπαιδευτικούς ιδιαίτερα αυξημένων ακαδημαϊκών προσόντων να μεταταγούν σε θέση κατηγορίας Εργαστηριακού Διδακτικού Προσωπικού (ΕΔΙΠ) στα ΑΕΙ (Πανεπιστήμια και ΤΕΙ). Πρόκειται για πάγια διάταξη με την οποία θεραπεύεται ένα ακόμη κενό στη νομοθεσία που επέτρεπε φωτογραφικές μετατάξεις στο παρελθόν» αναφέρεται στην ίδια απάντηση.

Αποφεύγοντας να σχολιάσει την καταγγελία ότι η διάταξη αυτή «φωτογραφίζει» τα προσόντα της συζύγου του Πρωθυπουργού, το υπουργείο Παιδείας αναφέρει: «Η ρύθμιση αυτή, δεδομένων των δημοσιονομικών συνθηκών που δυσχεραίνουν την πρόσληψη προσωπικού, είναι προς πρόδηλο όφελος της λειτουργίας των ΑΕΙ και αποτελεί άλλωστε και αίτημα πολλών πανεπιστημιακών τμημάτων (οι πρόσφατες 500 θέσεις αφορούσαν μέλη ΔΕΠ και όχι ΕΔΙΠ)».


Η διάταξη

Η επίμαχη διάταξη που προστέθηκε στο νομοσχέδιο για την έρευνα που κατατέθηκε στη Βουλή αναφέρει: «Μόνιμοι εκπαιδευτικοί της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης δύνανται να μεταταγούν σε θέσεις της προβλεπόμενης στο άρθρο 29 του ν.4009/2011 (Α΄195) κατηγορίας Εργαστηριακού Διδακτικού Προσωπικού (ΕΔΙΠ) των Πανεπιστημίων και των ΤΕΙ, με ταυτόχρονη μεταφορά της θέσης και της δαπάνης της μισθοδοσίας τους, εφόσον σωρευτικώς:

α) είναι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος με γνωστικό αντικείμενο ίδιο ή συναφές με γνωστικό αντικείμενο που θεραπεύει Τμήμα ΑΕΙ,

β) έχουν δημοσιευμένο έργο σε διεθνή επιστημονικά περιοδικά και συνέδρια, σχετικό με τα αντικείμενα αυτά και

γ) έχουν μετά τη λήψη του διδακτορικού διπλώματος αποδεδειγμένα επιτελέσει για τουλάχιστον δύο (2) ακαδημαϊκά έτη σε ελληνικό ΑΕΙ ή ομοταγές Ίδρυμα της αλλοδαπής σχετικό με τα αντικείμενα της περ. α΄ επιστημονικό / εφαρμοσμένο / ερευνητικό έργο και συγκεκριμένα έχουν εκπαιδευτική εμπειρία ή εμπειρία σε εργαστηριακό - εφαρμοσμένο - διδακτικό έργο ή αναγνωρισμένο επαγγελματικό/ερευνητικό έργο σε σχετικό επιστημονικό πεδίο ή έχουν τουλάχιστον διετή σχετική εργασία σε ερευνητικά κέντρα της ημεδαπής ή αλλοδαπής ή συνδυασμό των ανωτέρω».

«Για την ανωτέρω μετάταξη απαιτείται: α) σχετική αίτηση του ενδιαφερόμενου εκπαιδευτικού που υποβάλλεται στην υπηρεσία που ανήκει καθώς και στο οικείο ΑΕΙ, β) έγκριση του αρμόδιου υπηρεσιακού συμβουλίου στην αρμοδιότητα του οποίου υπάγεται ο εκπαιδευτικός και γ) απόφαση της Κοσμητείας του οικείου ΑΕΙ, ύστερα από σχετική εισήγηση τριμελούς επιτροπής, η οποία αποτελείται από δύο Καθηγητές και ένα μέλος ΕΔΙΠ που ορίζονται από τον Κοσμήτορα.

Η μετάταξη του εκπαιδευτικού σε θέση κατηγορίας Εργαστηριακού Διδακτικού Προσωπικού ΑΕΙ διενεργείται με απόφαση του Υπουργού Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Η ένταξη του εκπαιδευτικού σε θέση ΕΔΙΠ στο οικείο Ίδρυμα διενεργείται με διαπιστωτική πράξη του Πρύτανη.

Το προσωπικό που μετατάσσεται διέπεται από τις διατάξεις περί βαθμολογικών προαγωγών και μισθολογικής εξέλιξης των μελών ΕΔΙΠ των ΑΕΙ, όπως κάθε φορά ισχύουν. Για τη βαθμολογική και μισθολογική κατάταξη των μετατασσομένων εκπαιδευτικών αναγνωρίζεται ο συνολικός χρόνος υπηρεσίας στο δημόσιο με οποιαδήποτε σχέση εργασίας και μέχρι την έκδοση του κατά τις διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου 29 του ν. 4009/2011 Προεδρικού Διατάγματος εντάσσονται αυτοδίκαια σε βαθμίδες της παρ. 2 του άρθρου 1 του ΠΔ 117/2002. Η διάρκεια της θητείας στην εισαγωγική βαθμίδα υπολογίζεται ως τριετής και ο απομένων χρόνος λαμβάνεται υπόψη για την εξέλιξη στις επόμενες βαθμίδες. Μετά την ένταξη στην κατηγορία ΕΔΙΠ το προσωπικό που μετατάσσεται διέπεται από τις διατάξεις του Ν.4009/2011 (Α΄ 195) και όλων των ισχυόντων νόμων που αφορούν όλα τα μέλη ΕΔΙΠ των ΑΕΙ.

Η μετάταξη δύναται να πραγματοποιηθεί ανεξάρτητα από το χρονικό διάστημα που έχει παρέλθει από προηγούμενη μετάταξη του αιτούντος εκπαιδευτικού σε άλλη βαθμίδα εκπαίδευσης».

Πηγή: http://www.tovima.gr/society/article/?aid=792115

«Η γυναίκα του Καίσαρα δεν πρέπει μόνο να είναι τίμια πρέπει και να φαίνεται»

Ο βουλευτής Αττικής και υπεύθυνος Παιδείας του Ποταμιού, Γ. Μαυρωτάς, τοποθετήθηκε κατά την κοινή συνεδρίαση της Διαρκούς Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων και της Ειδικής Μόνιμης Επιτροπής Έρευνας και Τεχνολογίας κατά τη συζήτηση του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων «Ρυθμίσεις για την Έρευνα και άλλες διατάξεις».

Ξεκινώντας την ομιλία του, επεσήμανε ότι, ενώ για το 2020 ο στόχος για τις δαπάνες έρευνας και ανάπτυξης για την Ευρώπη είναι 3% του ΑΕΠ και για την Ελλάδα 1,2%, σήμερα η Ευρώπη βρίσκεται στο 2% και η Ελλάδα μόλις στο 0,6%.

Ο κ. Μαυρωτάς παρατήρησε ότι σε σχέση με το νομοσχέδιο στη διαβούλευση, όλες οι αρμοδιότητες του Αναπληρωτή Υπουργού αρμοδίου για θέματα έρευνας μεταφέρθηκαν στον Υπουργό Παιδείας. Γιατί άραγε σβήστηκε 28 φορές ο κ. Φωτάκης;

Στη συνέχεια πρότεινε τη διεύρυνση του Εθνικού Συμβουλίου Παιδείας με την ενσωμάτωση σε αυτό του Εθνικού Συμβουλίου Έρευνας και Καινοτομίας και τη μετονομασία του πρώτου σε «Εθνικό Συμβούλιο Παιδείας, Έρευνας και Καινοτομίας» ως ανεξάρτητο συμβουλευτικό όργανο της Πολιτείας. Επίσης, πρότεινε την υπαγωγή όλων των ερευνητικών κέντρων σε ένα ενιαίο θεσμικό πλαίσιο. Αναφέρθηκε και στην ανάγκη η Εθνική Στρατηγική Έρευνας Τεχνολογικής Ανάπτυξης Καινοτομίας να περνάει από τη Βουλή και όχι μόνο τον Υπουργό.

Σχετικά με τις διατάξεις για την τριτοβάθμια εκπαίδευση, ο κ. Μαυρωτάς τόνισε τη συνεχιζόμενη υποβάθμιση και παράκαμψη του ρόλου των Συμβουλίων Ιδρύματος από την κυβέρνηση τα οποία όπως είπε είναι κόκκινο πανί για τον ΣΥΡΙΖΑ.

Για την επιχειρούμενη συγχώνευση των νηπιαγωγείων από την Κυβέρνηση, ο κ. Μαυρωτάς σημείωσε ότι είναι πολύ σοβαρό ζήτημα πρώτα από όλα για τα παιδιά και τις οικογένειες τους και για τους εκπαιδευτικούς. Επ’ αυτού η θέση του Ποταμιού είναι να συμπεριληφθούν και τα προνήπια μαζί με τα νήπια στην κατεύθυνση της θέσπισης της διετούς υποχρεωτικής φοίτησης στη προσχολική αγωγή.

Για το θέμα των ονομαστικών μεταγραφών ο κ. Μαυρωτάς τόνισε ότι θα έπρεπε να το γνωρίζουν όλοι οι ενδιαφερόμενοι ότι υπάρχει αυτή η δυνατότητα.

Κλείνοντας την τοποθέτησή του στάθηκε στο άρθρο 33 και συγκεκριμένα στην παράγραφο 7 όπου όπως τόνισε υπάρχουν σκανδαλώδεις προϋποθέσεις για τη μετάταξη μόνιμων εκπαιδευτικών της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης σε θέσεις Εργαστηριακού Διδακτικού Προσωπικού σε Πανεπιστήμια και ΤΕΙ. Καταρχάς αναρωτήθηκε γιατί η εν λόγω διάταξη δεν αφορά και τους λοιπούς δημοσίους υπαλλήλους αυξημένων ακαδημαϊκών προσόντων; Σχολίασε ότι η εν λόγω διάταξη είναι άκρως φωτογραφική και δεν αφορά περίπου 100 άτομα όπως ανέφερε χθες ο κ. Φίλης. Για το λόγο αυτό παρέθεσε στοιχεία ότι από τους 19 εκπαιδευτικούς της Α’βάθμιας και τους 41 της Β’βάθμιας που αποσπάστηκαν και τις 2 τελευταίες χρονιές, 5 και 4 άτομα αντίστοιχα είχαν διδακτορικό. «Άραγε που είναι λοιπόν οι εκατοντάδες ενδιαφερόμενοι; Εγώ 9 μετράω συνολικά!» όπως είπε χαρακτηριστικά. Σχολίασε επίσης και την φωτογραφική ρύθμιση για δυνατότητα μετάταξης ανεξαρτήτως του χρονικού διαστήματος από την προηγούμενη μετάταξη ενώ κανονικά όπως ισχύει, χρειάζεται 5ετία. «Περίεργες και πολλές συμπτώσεις μαζεμένες…» συμπλήρωσε ο κ. Μαυρωτάς, και επανερχόμενος στην προχθεσινή του αποκάλυψή για τη σύζυγο του Πρωθυπουργού, τόνισε με νόημα «Η γυναίκα του Καίσαρα δεν πρέπει να είναι μόνο τίμια αλλά και να φαίνεται».

Γιώργος Μαυρωτάς - Αττικής

Πηγή: http://topotami.gr/i-gineka-tou-kesara-den-prepi-mono-na-ine-timia-prepi-ke-na-fenete/

Η Περιστέρα απαντά: Ας χτυπήσουν ευθέως τον Αλέξη, όχι εμένα
17/04/2016

Την ενόχλησή της στις καταγγελίες βουλευτή του Ποταμιού Γ. Μαυρωτά περί «φωτογραφικής διάταξης» για την ίδια εκφράζει η σύντροφος του Πρωθυπουργού Περιστέρα Μπαζιάνα.

Ο βουλευτής του Ποταμιού, Γιώργος Μαυρωτάς, είχε καταγγείλει πως η κυβέρνηση με "φωτογραφική" για την ίδια διάταξη επιχείρησε να της δώσει το δικαίωμα να μεταχθεί από την πρωτοβάθμια στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και συγκεκριμένα σε θέση Εργαστηριακού Διδακτικού Προσωπικού.

Με δηλώσεις της στη Real News, η Μπέτι Μπαζιάνα απαντά: «Αν κάποιος θέλει να βάλει εναντίον του συζύγου μου, ας το κάνει απευθείας. Δεν δέχομαι να γίνομαι βορά πολιτικής χυδαιότητας».

Λογοδοτώ μόνο στους μαθητές μου

Επισημαίνει ακόμη: «Δεν έχω δώσει κανένα δικαίωμα στον δημόσιο και επαγγελματικό μου βίο. Παρακολουθώ με θλίψη και ενόχληση τόσο την καταγγελία όσο και τα σχόλια που προκαλεί. Όμως, το θέμα δεν με αφορά προσωπικά»

Η Περιστέρα Μπαζιάνα υπερασπίζεται την πορεία της: «Η μέχρι τώρα διαδρομή μου δεν επιτρέπει σε κανέναν να μιλά για αδιαφάνεια (...) Ό,τι έχω καταφέρει ως ερευνήτρια δεν έχει κανένα θολό σημείο, είναι φανερό και μπορεί να κριθεί. Και γι’ αυτό είμαι υπερήφανη». Σημειώνει δε ότι «οι μαθητές και οι φοιτητές μου είναι για μένα οι πιο αυστηροί κριτές. Σε αυτούς λογοδοτώ, αυτών η γνώμη με ενδιαφέρει».

Οπως τονίζει η σύντροφος του Πρωθυπουργού «σήμερα, επιλέγω συνειδητά να εργάζομαι στα πανεπιστημιακά εργαστήρια. Επιλέγω συνειδητά να διδάσκω σε ένα περιφερειακό πανεπιστήμιο, με πενιχρή αμοιβή. Είναι τιμή μου να καταθέτω τις δυνάμεις μου στο ελληνικό δημόσιο σχολείο και πανεπιστήμιο. Και αυτό σκοπεύω να συνεχίσω να κάνω».

Όταν δε ερωτάται για το σχόλιο πως ως σύζυγος του πρωθυπουργού θα μπορούσε να αποσπαστεί σε κάποιο πολιτικό γραφείο ή να μην εργάζεται καν, απαντά: «μακριά από μένα τέτοιες λογικές».

Αναφερόμενη στα επόμενα επαγγελματικά της σχέδια λέει: «Είμαι χαρούμενη που, παρ’ όλη τη δημοσιονομική ασφυξία, τα ΑΕΙ και τα ΤΕΙ της χώρας αιματοδοτούνται άμεσα με προσωπικό, με την προκήρυξη 1.900 θέσεων έκτακτου διδακτικού προσωπικού και 500 θέσεων μονίμων μελών ΔΕΠ. Θα καταθέσω τα χαρτιά μου και θα κριθώ» και γελώντας αναρωτιέται: «Λέτε να πουν ότι και αυτές οι προκηρύξεις είναι "φωτογραφικές";».


Η απάντηση Μαυρωτά στην Περιστέρα: Να οργίζεται με όσους έκαναν τη διάταξη
17/04/2016

Με τον δικό του τρόπο απάντησε ο βουλευτής του Ποταμιού Γιώργος Μαυρωτάς στην σύντροφο του Πρωθυπουργού Περιστέρα Μπαζιάνα, η οποία δήλωσε οργισμένη για τα περί φωτογραφικής διάταξης υπέρ της.

Σε μήνυμά του στα social media, ο Γ. Μαυρωτάς τονίζει:

«Οργισμένη δηλώνει η κ. Μπαζιάνα επειδή θεώρησα φωτογραφική τη διάταξη που υπάρχει στο άρθρο 33 παρ. 7. Τότε είμαι σίγουρος ότι θα συμφωνεί -όπως πρότεινα ήδη στη συζήτηση επί της αρχής του Ν/Σ- να φύγουν από το άρθρο 33 οι διατάξεις που την φωτογραφίζουν, δηλαδή «Η διετής προϋπηρεσία σε ΑΕΙ (τον Φεβρουάριο του 2016 η κ. Μπαζιάνα έκλεισε 2ετία) και η κατάργηση της 5ετίας από την προηγούμενη μετάταξη (έκανε μετάταξη από τη δευτεροβάθμια στην πρωτοβάθμια τον Αύγουστο του 2013)».

Ο βουλευτής του Ποταμιού, συνιστά στην σύντροφο του Αλέξη Τσίπρα «αν πρέπει λοιπόν να είναι οργισμένη με κάποιους, αυτοί πρέπει να είναι οι συντάκτες του νόμου που την εκθέτουν κι όχι όσοι ανακαλύπτουν τις περίεργες συμπτώσεις». Παραδέχεται ότι η κυρία Μπαζιάνα έχει καλό βιογραφικό «όπως και εκατοντάδες άλλοι νέοι επιστήμονες στην ίδια κατηγορία» προσθέσει και αναρωτιέται: «Γιατί να αποκλειστούν αυτοί βάζοντας κάποιες φωτογραφικές διατάξεις/προϋποθέσεις;»,

Για να καταλήξει ο κ. Μαυρωτάς: «Είμαι σίγουρος ότι θα συμφωνεί σε αυτό, διότι το θέμα δεν είναι προσωπικό, αλλά θεσμικό» καλώντας εκ νέου το υπουργείο να βγάλει τις προϋποθέσεις αυτές από το άρθρο 33, «ώστε να πάψει να είναι φωτογραφική η διάταξη».

Thursday, December 10, 2015

OpenGov, ΤΡΑΙΝΟΣΕ, και "επιστροφή στην κανονικότητα"


Ανακοινώθηκε χθές και πήρε ευρεία δημοσιότητα στα ΜΜΕ, η παραίτηση του Προέδρου και Διευθύνοντος Συμβούλου της ΤΡΑΙΝΟΣΕ Θανάση Ζηλιασκόπουλου. Όλα τα ΜΜΕ που αναφέρθηκαν στην παραίτηση αυτή έκαναν εκτενή αναφορά στην επιτυχή θητεία του ΘΖ στο πόστο που κατείχε. Η μεγαλύτερη επιτυχία του, όπως γράφουν, είναι ότι παρέλαβε τον οργανισμό με ζημιές 230 εκ. ευρώ και τον παραδίδει κερδοφόρο. Τα αποτελέσματα και οι δραστηριότητες κατά την διάρκεια της θητείας του αναφέρονται αναλυτικά σε πολλά δημοσιεύματα, (π.χ. εδώ). Αναφέρεται επίσης, ότι ο νυν Υπουργός Υποδομών είχε αφήσει από καιρό να εννοηθεί ότι θα τον αντικαθιστούσε με πρόσωπο δικής του εμπιστοσύνης. (Προφανώς, κριτήριο είναι η «προσωπική εμπιστοσύνη» και όχι η ικανότητα και η απόδοση).
Σε μερικά μόνο από τα δημοσιεύματα, γίνεται αναφορά στο γεγονός ότι ο ΘΖ ανέλαβε το 2010. Κανένα όμως από τα δημοσιεύματα, ακόμα και αυτά των μεγάλων εφημερίδων, δεν κάνει αναφορά στο γεγονός ότι ο ΘΖ επελέγη με την διαδικασία του OpenGov. Δεν προβληματίζονται καν για το κατά πόσον η επιτυχής επιλογή οφείλεται –ενδεχομένως- και στην διαδικασία με την οποία έγινε. Ως και αν ο ΘΖ βρέθηκε στην θέση αυτή με κάποιο μαγικό τρόπο.

Αυτό δεν το βρίσκω παράξενο, γιατί η οποιαδήποτε καινοτόμος πρωτοβουλία της κυβέρνησης Παπανδρέου δεν έχει πλέον καμμία τύχη αναγνώρισης στα ΜΜΕ. Μου προκαλεί, όμως, εντύπωση ότι για την «παραίτηση» του ΘΖ εξέδωσαν ανακοινώσεις και η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ χωρίς όμως (ιδιαίτερα το ΠΑΣΟΚ) να κάνει αναφορά στην κυβέρνηση που τον επέλεξε και στην διαδικασία με την οποία αυτός επελέγη. Μια διαδικασία που για πρώτη φορά ήταν ανοικτή και χρησιμοποίησε τα βιογραφικά των ενδιαφερομένων ως βασικό κριτήριο επιλογής.
Θα ήταν ίσως χρήσιμο να κάνω μια μικρή ιστορική αναδρομή στην επιλογή αυτή. Για την συγκεκριμένη θέση, υπεβλήθησαν συνολικά 81 υποψηφιότητες. Η διαδικασία αξιολόγησης ολοκληρώθηκε στις 4/1/2010. Μεταξύ των 81 υποψηφίων υπήρχαν 3 που ξεχώριζαν. Ο Ζηλιασκόπουλος είχε την καλύτερη αντικειμενική αξιολόγηση σε σχέση με σπουδές, επαγγελματική εμπειρία, προηγούμενη δραστηριότητα, κ.λ.π. Στις 11/1/2010, ο τότε Υπουργός, Δημήτρης Ρέππας, υπέβαλε στον Πρωθυπουργό την πρότασή του για την συγκρότηση του ΔΣ της ΤΡΑΙΝΟΣΕ Α.Ε. Για Πρόεδρο πρότεινε τον Ζηλιασκόπουλο, που ήταν πρώτος και στην αξιολόγηση του OpenGov. Στην πρότασή του αυτή πήρε υπ’ όψη του όχι μόνο την αντικειμενική αξιολόγηση που του είχα αποστείλει, αλλά και μια σειρά από άλλες παραμέτρους που αφορούσαν την καταλληλότητα των υποψηφίων.
Αυτό που έχει ενδιαφέρον επίσης, είναι ότι στην πρότασή του όχι μόνο υπέδειξε τα πρόσωπα που θα έπρεπε να καταλάβουν τις θέσεις του Προέδρου και των μελών του ΔΣ, αλλά συνέστησε και την μείωση των αποδοχών του Προέδρου κατά 50% περίπου. (Θα είχε ενδιαφέρον να δημοσιοποιηθούν οι αποδοχές των προκατόχων του ΘΖ και κάποια αξιολόγηση της θητείας τους. Ίσως αυτό θα βοηθήσει τους ειδικούς να δούν μια ακόμα διάσταση της κατάστασης που παρέλαβε η κυβέρνηση Παπανδρέου τον Οκτώβριο του 2009).
Μετά την «παραίτηση» Ζηλιασκόπουλου, αναρωτιέμαι με ποια κριτήρια θα επιλέξει ο Υπουργός Υποδομών Μεταφορών και Δικτύων Χρ. Σπίρτζης τον διάδοχό του. Θα είναι χρήσιμο και εδώ να γίνει μία σύγκριση των διαδικασιών για να δούμε αν το 2015 διαφέρει σε τίποτα από το 2007 και αν η παρένθεση της περιόδου 2009-2011 με διαδικασίες όπως το OpenGov έχει κλείσει οριστικά.
ΥΓ. Μου δίνεται για ακόμη μια φορά η ευκαιρία να τονίσω την εξαιρετική συνεργασία με τον Δ. Ρέππα στο θέμα του OpenGov. Ήταν ο Υπουργός, ο οποίος σεβάσθηκε από την αρχή μέχρι το τέλος όλα τα στάδια της διαδικασίας και με τον οποίο είχα την καλύτερη συνεργασία. Δεν ήταν νομίζω τυχαίο ότι οι οργανισμοί που είχε στην εποπτεία του είχαν ίσως την καλύτερη απόδοση από όλους τους οργανισμούς που εποπτεύονταν από οποιοδήποτε άλλο Υπουργείο.
ΥΓ2. Δεν είχα την ευκαιρία να γνωρίσω προσωπικά τον κ. Ζηλιασκόπουλο. Ήταν μια από τις αδυναμίες του OpenGov (δεν υπήρχε χρόνος για συνεντεύξεις με όλους τους επικρατέστερους υποψηφίους για κάθε μια από τις πάνω από 3000 θέσεις που προκηρύχθησαν. Έγινε μόνο για κάποιες από αυτές). Η αδυναμία αυτή όμως –όπως και αρκετές άλλες- ωχριούν μπροστά στην κατάσταση που προηγήθηκε του  OpenGov και σ’ αυτήν που ακολούθησε το OpenGov.
ΥΓ3. Μια και όπως φαίνεται η εποχή του OpenGov έχει κλείσει οριστικά, ίσως είναι καιρός να οργανώσουμε ένα συνέδριο στο οποίο όσα στελέχη της διοίκησης επελέγησαν με την διαδικασία αυτή να αποτυπώσουν τις εμπειρίες τους. Για την Ιστορία.

Saturday, December 05, 2015

Οι εθνικοί διάλογοι για την Παιδεία και οι Πανελλήνιες Εξετάσεις. Μελαγχολικές σκέψεις.

Ο Πρωθυπουργός και ο υπουργός Παιδείας, ανακοίνωσαν ένα νέο εθνικό διάλογο για την Παιδεία.

Στο παρελθόν, έχουν γίνει ανάλογες διακηρύξεις χωρίς το τελικό αποτέλεσμα να δικαιολογεί τις αρχικές ελπίδες.

Δεν γνωρίζω τις προθέσεις της κυβέρνησης για να κρίνω την αξιοπιστία της πρωτοβουλίας αυτής.

Βάση του διαλόγου που αναγγέλθηκε θα είναι η αλλαγή του συστήματος των πανελληνίων εξετάσεων.

Πιστεύω όμως  ότι αλλαγές στο εκπαιδευτικό σύστημα που έχουν ως κεντρικό άξονα τις εξετάσεις είναι καταδικασμένες σε αποτυχία. Αυτός είναι και ο λόγος που ως υφυπουργός παιδείας υπεύθυνος για την τριτοβάθμια εκπαίδευση και τις πανελλήνιες εξετάσεις είχα δηλώσει από την αρχή ότι δεν θα αλλάξουμε το σύστημα των εξετάσεων. (Ηταν ίσως η πρώτη φορά που υπουργός δεν έθετε ως πρώτη προτεραιότητα την αλλαγή του συστήματος των εξετάσεων εισαγωγής στα πανεπιστήμια και ΤΕΙ).

Μια ανάλογη περίπτωση με την σημερινή, ήταν ο εθνικός διάλογος που είχε ανακοινώσει το 2009 ο τότε υπουργός Αρης Σπηλιωτόπουλος. Μέρος του διαλόγου εκείνου ήταν η συζήτηση στο Εθνικό Συμβούλιο Παιδείας. Συζήτηση που έγινε χωρίς προτάσεις από την κυβέρνηση, μια και ο διάλογος ήταν "απο μηδενική βάση" σύμφωνα με τον τότε υπουργό.

Παραθέτω παρακάτω την εισαγωγική μου τοποθέτηση στην πρώτη συνεδρίαση του Συμβουλίου Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (Τετάρτη 11 Μαρτίου 2009). (Συμμετείχα στο ΕΣΥΠ τότε ως εκρόσωπος του ΠΑΣΟΚ).  Ισως την βρουν χρήσιμη όσοι λάβουν μέρος στον νέο εθνικό διάλογο.

Παρότι έχουν περάσει σχεδόν 7 χρόνια από τότε πιστεύω ότι, αν επρόκειτο να κάνω μια αντίστοιχη τοποθέτηση σήμερα, θα έλεγα τα ίδια ακριβώς πράγματα.


-->
Ι. ΠΑΝΑΡΕΤΟΣ: Καλημέρα κ. Υπουργέ, κ. Υφυπουργοί, ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας και των Συμβουλίων, κύριοι εκπρόσωποι των φορέων στο Εθνικό Συμβούλιο Παιδείας.

H παρουσία μου σήμερα στο Εθνικό Συμβούλιο Παιδείας και στη συνεδρίαση αυτή είναι μια ιδιαίτερα δύσκολη παρουσία -και είναι δύσκολη για μία σειρά από λόγους που θα σας τους αναπτύξω αν μου επιτρέψετε, με σύντομο τρόπο.
                        Για να ξεκινήσω και να ελαφρύνω λίγο την ατμόσφαιρα είναι ιδιαίτερα ευχάριστος ο χαρακτηρισμός «νεοφώτιστος» από τον κ. Βερέμη, αλλά πιστεύω ότι η συμμετοχή μου στα κοινά της Παιδείας επί 30 σχεδόν χρόνια και το ότι υπήρξα ο πρώτος πρόεδρος του ΕΣΥΠ κάτω από αντίξοες συνθήκες, μάλλον κάτι αντίθετο θα έδειχνε, αν και δεν θα προτιμούσα να ήμουν πραγματικά νεοφώτιστος.
                        Θα ήθελα κατ’ αρχήν να εξηγήσω και να οριοθετήσω την συμμετοχή του ΠΑΣΟΚ στο διάλογο αυτό. Είναι φανερό νομίζω και από τις δημόσιες τοποθετήσεις του Προέδρου του ΠΑΣΟΚ, ότι ο Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ και το ΠΑΣΟΚ δίνουν πάντοτε ιδιαίτερη σημασία στο διάλογο, στην ανάγκη διαλόγου για την παιδεία και την κοινωνική συμμετοχή στα θέματα της παιδείας.
                        Η προσέγγιση αυτή του Προέδρου του ΠΑΣΟΚ στα 25 τελευταία χρόνια που ο ίδιος είχα συμμετοχή στα κοινά για την παιδεία και που ήμουν άμεσος συνεργάτης του, δεν μπορώ να πω ότι έχει εκτιμηθεί στο βαθμό που θα έπρεπε και ότι έχει βρει ανάλογη ανταπόκριση.

                        Για να οριοθετήσω τη συμμετοχή μου εδώ θα ήθελα απλώς αν μου επιτρέπετε να σας διαβάσω το έγγραφο που εστάλη στο Εθνικό Συμβούλιο Παιδείας από τον Γενικό Διευθυντή του Πολιτικού Γραφείου του Προέδρου του ΠΑΣΟΚ.
         «Κύριε Πρόεδρε, σε απάντηση του από 25/2/09 εγγράφου σας, σας γνωρίζω τα εξής:
            Το ΠΑΣΟΚ συμμετείχε εποικοδομητικά σε όλα τα όργανα του ΕΣΥΠ από την έναρξη της λειτουργίας του. Παρέμεινε στο διάλογο ακόμα και όταν τα άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης και οι συνδικαλιστικές οργανώσεις των εκπαιδευτικών είχαν αποχωρήσει. Αποχώρησε τελικά και εκείνο, όταν έγινε φανερό ότι η Κυβέρνηση χρησιμοποιούσε το ΕΣΥΠ ως βιτρίνα διαλόγου και προχωρούσε αιφνιδιαστικά στην ψήφιση νομοσχεδίων χωρίς κανένα προηγούμενο διάλογο.
            Παρά το γεγονός, ότι οι λόγοι της αποχώρησης του ΠΑΣΟΚ από το ΕΣΥΠ δεν έχουν εκλείψει, ο Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ στην πρόσφατη ομιλία του στη Βουλή για την παιδεία δήλωσε, ότι θα δώσει μια ακόμα ευκαιρία στο διάλογο με ορισμένες βασικές προϋποθέσεις.
            Όσον αφορά το ΕΣΥΠ ζήτησε να καταστεί Ανεξάρτητη Αρχή, όπως άλλωστε προέβλεπε και ο Ιδρυτικός του νόμος 2327/95. Παρ’ ότι η Κυβέρνηση δεν έχει καν συζητήσει τις προτάσεις αυτές, ο Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ συνεπής στην πολιτική του για την ανάγκη δημόσιας διαβούλευσης για τα προβλήματα της ελληνικής κοινωνίας με συμμετοχή των κοινωνικών φορέων αποφάσισε το ΠΑΣΟΚ να λάβει μέρος στο διάλογο που ξεκινά καταθέτοντας τις προτάσεις του και συζητώντας κάθε άλλη πρόταση που θα διατυπωθεί.
            Διατηρεί βεβαίως τις επιφυλάξεις του για την ειλικρίνεια των προθέσεων της Κυβέρνησης και περιμένει ακόμα την απάντησή της στις προτάσεις του. Στο διάλογο αυτό, στο ΕΣΥΠ, και σ’ αυτή τη φάση και στο Συμβούλιά του ο Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ ορίζει εκπρόσωπό του, τον καθηγητή του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Πανάρετο, Σύμβουλό του για θέματα παιδείας και πρώην Πρόεδρο του ΕΣΥΠ με αναπληρωτή τον κ. Βασίλειο Κουλαϊδή».

                        Η συνέχεια και η προσέγγιση στα θέματα του διαλόγου, ιδιαίτερα σε μια στιγμή που όπως αντιλαμβάνεστε και όπως είναι φανερό το βάρος που πέφτει στο ΠΑΣΟΚ ή που μπορεί να επωμιστεί το ΠΑΣΟΚ σύντομα είναι μεγάλο, δείχνει την σημασία που αποδίδει ο ίδιος ο Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ στο διάλογο αυτό.
                        Χωρίς να θέλω να κάνω παρελθοντολογία, αλλά για να τονίσω ακριβώς την προσήλωση του Προέδρου του ΠΑΣΟΚ στο διάλογο, θα αναφέρω δύο περιστατικά.
Το 1989, ως Υπουργός Παιδείας, ο Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ πρότεινε στη Βουλή τη δημιουργία Διακομματικής Επιτροπής. Ο τότε αρχηγός της τότε αξιωματικής αντιπολίτευσης κ. Μητσοτάκης αρνήθηκε συμμετοχή σε οποιοδήποτε διάλογο με το επιχείρημα ότι πλησιάζουν εκλογές και επομένως ο διάλογος δεν είχε έννοια.
                        Το 1996 ο σημερινός Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ και τότε Υπουργός Παιδείας προχώρησε ένα βήμα παραπέρα και κατέθεσε πρόταση νόμου, η οποία τελικά κατέστη νόμος για τη θεσμοθέτηση Διακομματικής Επιτροπής για την παιδεία. Η Διακομματική Επιτροπή αυτή κ. Υπουργέ συνεδρίασε, αλλά η θέση του εκπροσώπου της Νέας Δημοκρατίας ήταν κενή.
                        Γνωρίζετε και εσείς και νομίζω, ότι είναι γνωστό σε όλους ότι υπάρχουν έντονες αμφιβολίες για την ειλικρίνεια των προθέσεων της Κυβέρνησης για το διάλογο. Αν μου επιτρέπετε για ένα λεπτό, θα σας διαβάσω το εξής:
            «Σήμερα έχει ξεκινήσει ένας καινούργιος κύκλος διαλόγου. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο διάλογος αποτελεί την πεμπτουσία της δημοκρατίας. Ο διάλογος όμως πρέπει να καταλήγει σε ορισμένα σαφή συμπεράσματα, τα οποία στη συνέχεια να μεταβάλλονται σε πράξη.
            Τον τελευταίο όμως καιρό παρατηρώ ότι έχουν αυξηθεί τα κρούσματα διαλόγου. Διάλογος για την παιδεία, διάλογος για τους λιθάνθρακες, διάλογος για τις ανεμογεννήτριες, διάλογος για κάθε δύσκολο θέμα που ο αρμόδιος Υπουργός για να αποφύγει το πολιτικό κόστος δεν τολμά να πιάσει στα χέρια του. Διερωτώμαι, λοιπόν, μήπως και ο συγκεκριμένος διάλογος αποτελεί απλώς το πρόσχημα για να αποφευχθεί οποιαδήποτε ενέργεια.
            Ακόμη ιδιαίτερη έκπληξη μου προκάλεσε το γεγονός ότι το κύριο θέμα του διαλόγου που υποτίθεται ότι άρχισε δεν αγκαλιάζει όλα τα προβλήματα της ανώτατης παιδείας, αλλά ανήγαγε σε θέμα πρώτης προτεραιότητας τον τρόπο εισαγωγής στα ΑΕΙ.
            Προβλήθηκε μάλιστα ο ισχυρός και μάλιστα από αρμόδια χείλη, ότι αν απομακρυνθούν οι εισαγωγικές εξετάσεις από το Λύκειο, αυτό θα οδηγήσει σε αναμόρφωση του Λυκείου, δηλαδή την αναβάθμιση της Παιδεία.
            Είναι τουλάχιστον αφελές να υποστηρίζεται ότι το μέτρο αυτό από μόνο του θα έχει αυτά τα αποτελέσματα. Η αναμόρφωση του Λυκείου που ασφαλώς είναι απαραίτητη προϋποθέτει πολλές άλλες προηγούμενες ενέργειες».
                        Θα μπορούσε κανείς να θεωρήσει, ότι την διατύπωση αυτή την έκανε κάποιο στέλεχος του ΠΑΣΟΚ ή κάποιου άλλου κόμματος της αντιπολίτευσης ή κάποιος ο οποίος διαφωνεί γενικότερα με την πολιτική της Κυβέρνησης.
                        Και όμως: Το κείμενο αυτό είναι πρόσφατο (22/2/09), και έχει γραφεί από τον κ. Γιάννη Βαρβιτσιώτη, το Νέστορα του Κόμματος που βρίσκεται στην εξουσία, πρώην Υπουργό Παιδείας και αν δεν κάνω λάθος, Πρόεδρο του Ιδρύματος «ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ».
                        Το κείμενο αυτό δεν το διάβασα για να υπερτονίσω την αμφιβολία για την ειλικρίνεια των προθέσεων, αλλά για ένα άλλο απλό λόγο τον οποίο θα παρακαλούσα να προσέξετε και ο οποίος εκφράζει τον Πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ. Δεν έχουμε την πολυτέλεια να αποδεχτούμε έστω και το προφανές. Πρέπει να εκμεταλλευτούμε κάθε ευκαιρία διαλόγου για την παιδεία, ανεξάρτητα από τις προθέσεις.
                        Επομένως η παρουσία μου εδώ δεν αναφέρεται στις προθέσεις, αλλά αναφέρεται στην ουσία του διαλόγου τον οποίον το ΠΑΣΟΚ και ο Πρόεδρος του ελπίζει να είναι εποικοδομητικός.
                        Θα ήθελα όμως να παρακαλέσω κ. Υπουργέ, να δείξετε ότι τουλάχιστον σας προβληματίζουν οι προτάσεις που έχει καταθέσει διαχρονικά ο Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ. Και δεν αναφέρομαι σε όλες τις προτάσεις, θα αναφερθώ σε δύο που είναι όμως σημαντικές.
                        Η πρώτη πρόταση αφορά αυτό το όργανο και είναι η πρότασή του στη Βουλή για να μετατραπεί το Εθνικό Συμβούλιο Παιδείας σε Ανεξάρτητη Αρχή. Μέχρι σήμερα δεν έχει υπάρξει καμία απάντηση ούτε από τον Πρωθυπουργό, ούτε από την Κυβέρνηση, ούτε από εσάς.
                        Αν θα θέλατε θα μπορούσα να κάνω μια παύση ενός λεπτού για να τοποθετηθείτε ή αν φυσικά δεν θέλετε, μπορείτε αυτό να το κάνετε αργότερα. (Μικρή παύση). Θα ήταν όμως μία ένδειξη ότι σας απασχολεί η άποψη του συνομιλητή σας. Μπορεί να την απορρίψετε, αλλά να εξηγήσετε, την απορρίπτω γι’ αυτό το λόγο.
                        Χαίρομαι που μία άλλη από τις προϋποθέσεις που έθεσε ο Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, αντιλαμβάνομαι ότι την ικανοποιήσατε στην πρόσφατη συνεργασία που είχατε στην Διακομματική Επιτροπή, ότι δηλαδή η Νέα Δημοκρατία δεσμεύεται να συμμετάσχει στο διάλογο εφ’ όσον το ΠΑΣΟΚ γίνει Κυβέρνηση.
                        Υπάρχει και ένα άλλο θέμα το οποίο επίσης αποτελεί ένα στοιχείο προβληματισμού. Όταν συζητείτο πριν από δύο χρόνια ο νόμος της Κυβέρνησης (δεν τον αναφέρω με το όνομα της προκατόχου σας, διότι δεν είναι σωστό) για τα πανεπιστήμια, ο Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ προέβη σε μία πρωτοφανή για τα πολιτικά δεδομένα ενέργεια.
                        Παρακολούθησε την συζήτηση στην Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων, κάτι που ποτέ μέχρι τότε δεν είχε κάνει αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης.  Εκεί κατέθεσε μία συγκεκριμένη πρόταση για τον τρόπο αντιμετώπισης των προβλημάτων των πανεπιστημίων.
                        Η πρόταση αυτή (την έχω εδώ και μπορώ να σας την δώσω, μπορώ να την καταθέσω και στα πρακτικά), ήταν μία πρόταση πέντε άρθρων για νόμο για τα πανεπιστήμια, η οποία είχε ως κύρια αρχή της την ανάγκη της λειτουργίας των πανεπιστημίων με ένα τρόπο αυτοτελές, αυτοδύναμο σε σχέση με την πολιτεία. Και ως δεύτερο πυλώνα του είχε την αξιολόγηση των πανεπιστημίων σε σχέση με τις προτάσεις και με τις συμφωνίες που τα πανεπιστήμια θα είχαν κάνει με την κυβέρνηση.
                        Η Υπουργός Παιδείας τότε δεν διάβασε καν το κείμενο, το αγνόησε. Είπε ότι πρόκειται για ένα πρόχειρο κείμενο, μία πρόχειρη σκέψη. Αυτό δεν νομίζω ότι είναι ένδειξη ότι οι απόψεις της άλλης πλευράς, όποια και να είναι αυτή η άλλη πλευρά, λαμβάνονται υπόψη σοβαρά. Αγνοήθηκε.
                        Αγνοήθηκε μάλιστα από τότε πλήρως από την Κυβέρνηση ακόμα και όταν όπως είναι φανερό, απέτυχε πλήρως, ή σχεδόν πλήρως, ο νόμος που η κυβέρνηση τότε ψήφισε.
                        Θα παρακαλούσα, λοιπόν, τουλάχιστον στο πνεύμα της πολιτικής αβροφροσύνης, να εξετάσετε αυτές τις προτάσεις, ώστε να αισθανθεί κανείς ότι ο διάλογος αφορά τουλάχιστον την μελέτη των απόψεων και των προτάσεων που υποβάλλει μία άλλη πλευρά, δεν θα πω ιδιαίτερα εάν αυτή η πλευρά είναι η αξιωματική αντιπολίτευση.
                        Μια άλλη διάσταση που θα ήθελα να δώσω στο διάλογο που ξεκινά σήμερα στο Εθνικό Συμβούλιο Παιδείας είναι η ανάγκη συμφωνίας ή τουλάχιστον συναντίληψης για συγκεκριμένες γενικότερες πολιτικές -όχι για επιμέρους θέματα.
                        Δεν είναι το πρόβλημα κατά τη γνώμη μου της εκπαίδευσης το εάν τα εξεταζόμενα μαθήματα για εισαγωγή στο πανεπιστήμιο θα είναι τρία ή πέντε. Το θέμα αυτό απασχολεί την κοινωνία και βέβαια πρέπει να αντιμετωπιστεί, αλλά υπάρχει ένα μεγαλύτερο και ουσιαστικότερο πρόβλημα: τι θέλουμε από τα πανεπιστήμια, τι θέλουμε από τα σχολεία. Με χαρά μου άκουσα σήμερα να θέτετε ορισμένους στόχους για το διάλογο αυτό.
                        Το ΠΑΣΟΚ, όπως γνωρίζετε, έχει απόψεις για την παιδεία. Νομίζω, ότι σας τις κατέθεσε στη Διακομματική Επιτροπή η εκπρόσωπος του ΠΑΣΟΚ  κυρία Διαμαντοπούλου και σας εξήγησε επίσης τις προτάσεις και τις κατευθύνσεις στις οποίες κινείται ή θα κινηθεί η πολιτική του ΠΑΣΟΚ.
                        Αναφέρθηκα ιδιαίτερα στην ανάγκη συναντίληψης των προβλημάτων, γιατί πιστεύω -και η εμπειρία μου έχει δείξει στα όσα χρόνια ασχολούμαι με τα εκπαιδευτικά θέματα- ότι ένα από τα προβλήματα που έχουμε ως χώρα είναι ότι αντιμετωπίζουμε τα προβλήματα, ή νομίζουμε ότι μπορούμε να τα λύσουμε, με νομικές προσεγγίσεις, ενώ πρόκειται για βαθύτατα προβλήματα της κοινωνίας που δεν λύνονται με νόμους. Τα αποτέλεσμα βέβαια το βλέπουμε στη συνέχεια, όταν οι νόμοι αυτοί είτε δεν εφαρμόζονται, είτε αποτυγχάνουν στην εφαρμογή τους.
                        Δεν είναι τυχαίο ότι ενώ η δηλωθείσα πρόθεση -και πιστεύω ότι ήταν ειλικρινής- της Υπουργού που κατέθεσε το νόμο το 2007, ήταν να δοθεί μεγαλύτερη αυτοτέλεια στα πανεπιστήμια όταν εκχώρησε τον έλεγχο νομιμότητας των εκλογών των καθηγητών στα πανεπιστήμια, σήμερα η γραφειοκρατία στο πανεπιστήμιο είναι μεγαλύτερη από την εποχή που ο έλεγχος νομιμότητος  γινόταν στο Υπουργείο Παιδείας.
                        Και όχι μόνο αυτό, αλλά τα πράγματα χειροτέρεψαν και σε καθαρά ακαδημαϊκό επίπεδο. Φτάσαμε στο σημείο, όταν συγκροτούνται Εκλεκτορικά Σώματα, να γίνεται κλήρωση μεταξύ 100 Καθηγητών (ή, εν πάση περιπτώσει μελών ΔΕΠ αντιστοίχων βαθμίδων), με μόνο κριτήριο την συνάφεια του γνωστικού αντικειμένου και χωρίς να λαμβάνεται υπ’όψιν η ακαδημαϊκή επάρκεια και αναγνώριση των κατεχόντων τις θέσεις.  Είναι και αυτό μια έκφανση ενός άλλου μεγάλου προβλήματος  του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος, της ομοιομορφίας. Δεν είμαστε κ. Υπουργέ όλοι οι Καθηγητές ίδιοι. Πολλοί από τους καθηγητές που υποχρεώνομαι να αποδεχθώ στην κλήρωση για την συμπλήρωση εκλεκτορικών σωμάτων στο Τμήμα μου, στο πλαίσιο της ομοιομορφίας, δεν θα είχαν εκλεγεί ούτε Λέκτορες με τα κριτήρια που έχουμε υιοθετήσει.
                        Αυτό, λοιπόν, είναι μία άλλη διάσταση την οποία θα ήταν χρήσιμο να λάβει υπόψη της η πολιτική ηγεσία στο διάλογο. Η έμφαση στην διαφοροποίηση σε όλη την κλίμακα του εκπαιδευτικού συστήματος με βάση την ποιότητα και την αξιοκρατία είναι ένα σημαντικό στοιχείο που μπορεί να προκύψει απ’ αυτό το διάλογο, εάν βέβαια συμφωνούμε σ’ αυτό.
                        Και για να κάνω μία ακόμα πρόταση διαλόγου μια και αναφέρθηκε προηγουμένως ο κ. Μπαμπινιώτης στις προτάσεις και στις προσεγγίσεις. Γιατί δεν ξεκινάμε το διάλογο κ. Πρόεδρε με μία απλή διαπίστωση για αξιοκρατία στην επιλογή των στελεχών της εκπαίδευσης. Να συμφωνήσουμε σ’ αυτό το πράγμα. Αυτό αν θέλετε περιορίζει τις δυνατότητες μιας μελλοντικής κυβέρνησης, αλλά με δεδομένο ότι αυτό είναι μία δέσμευση του Προέδρου του ΠΑΣΟΚ, θα ήταν χρήσιμο να αποτελέσει ένα θέμα διαλόγου και συζήτησης στο οποίο να συμφωνήσουμε.
                        Και για να μην μακρηγορήσω θα ήθελα να κάνω μια αναφορά στην ημερήσια διάταξη. Τι εκφράζει αυτή η ημερήσια διάταξη; Εκφράζει το Υπουργείο Παιδείας; Εκφράζει το Εθνικό Συμβούλιο Παιδείας; Εκφράζει το τμήμα δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης; Εκφράζει προσωπικά τον κ. Βερέμη;  Εκφράζει προσωπικά τον κ. Μπαμπινιώτη;
                        Θα έλεγα δηλαδή ότι η ιεράρχηση των προβλημάτων και η συζήτηση, θα έπρεπε ίσως να έχει τεθεί στην Διακομματική Επιτροπή γιατί αυτός θα ήταν κατά τη γνώμη μου ο ρόλος της Διακομματικής Επιτροπής και να ακολουθήσει η συζήτηση στο Εθνικό Συμβούλιο Παιδείας.
                        Με δεδομένο ότι το ΠΑΣΟΚ έχει καταθέσει προτάσεις για όλο το εκπαιδευτικό φάσμα, θα παρακαλούσα να εξεταστεί το ενδεχόμενο να συζητηθούν οι προτάσεις του ΠΑΣΟΚ. Είχα ακούσει την εκπρόσωπο της Νέας Δημοκρατίας στην Διακομματική Επιτροπή να δηλώνει ότι η Κυβέρνηση δεν έχει ακόμα προτάσεις. Αυτό άκουσα σε μια δήλωσή της, δεν είναι εδώ για να το επιβεβαιώσει, μου φαίνεται έφυγε. Και φυσικά όταν καταθέσει η Κυβέρνηση τις προτάσεις αυτές, να συζητηθούν, για να οδηγηθούμε σε κάποια σύγκλιση.
                        Και για να κλείσω αυτή την τοποθέτηση που ξεκίνησε σε πολιτικό επίπεδο και κλίνει σε επίπεδο επιστημονικό, θα ήθελα να πω το εξής. Είναι καλό να υπάρχει μία συνέχεια στην πολιτική της παιδείας. Και αυτή η συνέχεια να ξεπερνά και μικρά θέματα, όπως αυτό της προχειρότητας.
                        Έχω στα χέρια μου μία έκθεση μιας επιτροπής που έγινε νομίζω από το Εθνικό Συμβούλιο Παιδείας το 2007 για τη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Ήταν μία πολυσέλιδη έκθεση. Δεν έχω αντιληφθεί αν αυτή η έκθεση συζητήθηκε ποτέ. Εγώ έγραψα 17 σελίδες σχολιασμό και τον έδωσα στην τότε Υπουργό Παιδείας. Δεν έχω δει καμιά ενέργεια του Υπουργείου ή του ΕΣΥΠ σε συνέχεια της έκθεσης αυτής.
                        Αυτό το θεωρώ ένδειξη προχειρότητας, θα μου επιτρέψετε να πω, δεν θέλω να πω κακής πρόθεσης. Όταν υπάρχει ένα υλικό και όταν συγκροτείται μία Επιτροπή για να κάνει μια πρόταση, είναι καλό αυτή η πρόταση να αποτελεί ένα στοιχείο προβληματισμού για την Κυβέρνηση και να μην την σχολιάζει μόνος κάποιος μεμονωμένα.                 
Κλείνοντας θα ήθελα να αναφερθώ σε μια σειρά από παλαιότερες ενέργειες και κείμενα που θεωρώ ότι θα ήταν χρήσιμο να ληφθούν υπόψη από την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας.
                        Αναφέρομαι στην έκθεση του ΟΟΣΑ του ’96 για το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα, στην πιλοτική αξιολόγηση πανεπιστημίων και ΤΕΙ που έγιναν πάλι επί Υπουργίας Γεωργίου Παπανδρέου το ΄95, μέχρι το διάλογο που έγινε για τα προβλήματα μεταξύ πανεπιστημίων και ΤΕΙ. Όλα τα σχετικά κείμενα είναι στην διάθεσή σας. Ίσως μια τέτοια ιστορική αναδρομή βοηθήσει σε μια καλύτερη αντιμετώπιση των δύσκολων προβλημάτων που αντιμετωπίζει κανείς όντας επικεφαλής του Υπουργείου Παιδείας.
                        Εύχομαι και ελπίζω να διαμορφωθούν οι προϋποθέσεις εκείνες υπό τις οποίες το ΠΑΣΟΚ τουλάχιστον θα μπορέσει να παραμείνει στο διάλογο αυτό μέχρι το τέλος και με εποικοδομητικό τρόπο. Γιατί θα ήθελα να γίνει αντιληπτό ότι ένα κόμμα -και μάλιστα ένα μεγάλο κόμμα- δεν μπορεί απλώς να εκφράζει την επιθυμία του Προέδρου του για διάλογο. Ένα μεγάλο κόμμα -και οι πολίτες που το ψηφίζουν- θέλει να βλέπει αποτελέσματα. Και θα σας παρακαλούσα να βοηθήσετε, ώστε και το ΠΑΣΟΚ να παραμείνει στο διάλογο και αποτελέσματα να υπάρξουν. Σας ευχαριστώ.

Thursday, October 08, 2015

Προχειρότητες στην Εκπαίδευση: ΦΠΑ και Πρυτάνεις με ΠΝΠ

Ενώ, όπως είναι φυσικό, η κοινή γνώμη παρακολουθεί με αγωνία τις εξελίξεις και τα νέα φορολογικά μέτρα που επιβάλλονται, η κυβέρνηση εξακολουθεί να λειτουργεί με απίστευτη προχειρότητα στον τομέα της Εκπαίδευσης, καλλιεργώντας συστηματικά πελατειακές σχέσεις, που πολύ απέχουν από τις αρχές αξιοκρατίας και διαφάνειας που πρέπει να χαρακτηρίζουν την δημόσια διοίκηση.
1.     ΦΠΑ στην ιδιωτική εκπαίδευση: Ενώ αρχικά η κυβέρνηση παρουσίασε την αύξηση του ΦΠΑ στην ιδιωτική εκπαίδευση ως δείγμα της κοινωνικής της ευαισθησίας μετακυλίοντας εκεί την αρχική αύξηση του ΦΠΑ στο μοσχαρίσιο κρέας, αντελήφθη τελικά το μέγεθος του λάθους που έχει διαπράξει. Ο πρωθυπουργός ανακοίνωσε πρόχειρα στις προγραμματικές δηλώσεις το πάγωμα της αύξησης για ένα μικρό χρονικό διάστημα. Και αυτό έγινε μετά την καθολική αντίδραση τόσο των ενδιαφερομένων γονέων και μαθητών, αλλά και της κοινής γνώμης. Ποιος όμως εγγυάται ότι η κυβέρνηση θα βρει ισοδύναμα μέτρα για να μετακυλήσει τον συγκεκριμένο φόρο; Άλλωστε έχει υποσχεθεί απλόχερα την εύρεση ισοδυνάμων σε πολλές περιπτώσεις που προσπαθεί να αποφύγει τα προβλήματα που η ίδια έχει δημιουργήσει.
2.     Θητείες πρυτάνεων: Η κυβέρνηση διέρρευσε την πληροφορία ότι με Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου θα αλλάξει ο τρόπος εκλογής πρυτάνεων για πέντε (!) πανεπιστήμια, όπου η θητεία των πρυτάνεων έχει ήδη λήξει από τις 31 Αυγούστου. Η ίδια κυβέρνηση είχε προηγουμένως δώσει παράταση ενός μηνός στις θητείες αυτές. (Εν τω μεταξύ ο Υπουργός επιβεβαίωσε τις πληροφορίες αυτές).
Πράξη Νομοθετικού Περιεχόμενου για θητείες πρυτάνεων είναι μια πρωτοφανής ενέργεια στα εκπαιδευτικά χρονικά, που ως μόνη εξήγηση μπορεί να έχει την εξυπηρέτηση πελατειακών σχέσεων. Μια τέτοια ενέργεια θίγει και το κύρος της νομοθετικής διαδικασίας, αλλά και των πρυτάνεων που θα εκλεγούν με την διαδικασία αυτή. Ας αξιολογήσει η κυβέρνηση την λειτουργία των Συμβουλίων των πανεπιστήμιων, όπως άλλωστε προέβλεπε και ο σχετικός νόμος του 2011 και ας εφαρμόσει τις όποιες αλλαγές προτίθεται να θεσμοθετήσει από το επόμενο καλοκαίρι, όπως αρμόζει σε κάθε ευνομούμενο κράτος και σε κάθε σοβαρή κυβέρνηση.
Θα ήταν καλύτερα για την εκπαίδευση αλλά και για την κυβέρνηση να επαναλειτουργήσει το Εθνικό Συμβούλιο Παιδείας και η διακομματική επιτροπή για την Παιδεία για να συζητηθούν εκεί όλα τα κρίσιμα θέματα.

Friday, September 11, 2015

Τα κενά στα σχολεία: Το πρόβλημα και η λύση του

 
Αρχίζει σήμερα η νέα σχολική χρονιά. Τα παιδιά όλων των ηλικιών σε δημοτικό, γυμνάσιο και λύκειο πήγαν σήμερα στα σχολειά χωρίς να είναι σίγουρα ότι θα υπάρχει δάσκαλος σε κάθε τάξη και για κάθε μάθημα. Την ίδια αγωνία, ίσως και μεγαλύτερη, έχουν οι γονείς τους που καταλαβαίνουν την σημασία της σωστής εκπαίδευσης, ιδιαίτερα σε μια εποχή που οι δυσκολίες για την νέα γενιά, σε όλα τα άλλα επίπεδα, μοιάζουν βουνό.

Πολλοί γονείς, αλλά και τα ΜΜΕ θέτουν κάθε χρόνο το ερώτημα «Είναι τόσο πολύ δύσκολο να βρεθεί μία λύση στο εδώ και σαράντα χρόνια πρόβλημα με τα κενά στα σχολεία»; Η δημόσια συζήτηση για το θέμα αυτό περιστρέφεται γύρω από τις ευθύνες του Υπουργείου για το αν φρόντισε έγκαιρα και για το αν εξασφάλισε πιστώσεις για διορισμούς δασκάλων και καθηγητών. Κάθε χρόνο γίνεται η ίδια συζήτηση με τα ίδια προβλήματα μεγαλύτερα ή μικρότερα.

Εδώ και δύο τουλάχιστον δεκαετίες είχα υποστηρίξει ότι η μόνη λύση στο πρόβλημα αυτό είναι ο κάθε διορισμός εκπαιδευτικού να γίνεται υποχρεωτικά σε συγκεκριμένο σχολείο που υπάρχει συγκεκριμένη ανάγκη και όχι κεντρικά όπως γίνεται σήμερα (βλέπε π.χ. συνέντευξη στην Καθημερινή, 31/8/1997. Την ίδια άποψη διατύπωσα και ως Υφυπουργός το 2010, αλλά και πάλι δεν υιοθετήθηκε (βλέπε π.χ. http://panaretos.blogspot.gr/2010/01/blog-post_13.html).

Αν ο διορισμός του εκπαιδευτικού γίνεται σε συγκεκριμένο σχολείο μετά από προκήρυξη για το συγκεκριμένο σχολείο, η όποια μετακίνησή του θα πρέπει να γίνει πάλι με την ίδια διαδικασία, δηλαδή θα πρέπει να υποβάλει αίτηση σε κενή θέση σχολείου που θα προκηρυχθεί για τον συγκεκριμένο σκοπό. Έτσι όλα τα σχολεία θα καλύπτουν τις πραγματικές ανάγκες τους και η ποιότητα των εκπαιδευτικών σε κάθε σχολείο θα είναι η καλύτερη δυνατή.

Αυτό δεν ήταν μια δική μου ιδέα. Σε όλο τον κόσμο αυτός είναι ο τρόπος που γίνονται οι διορισμοί των εκπαιδευτικών.

Για παράδειγμα, μου έλεγε εχθές μία μητέρα που είχε την ίδια αγωνία για το αν τα παιδιά της θα βρουν σήμερα στα σχολεία δασκάλους ή όχι για μία φίλη της που έχει μεταναστεύσει στην Σουηδία και ενδιαφέρεται να εργαστεί ως εκπαιδευτικός. Σύμφωνα με τα λεγόμενα της, στην αναζήτηση δουλειάς σε δημόσιο σχολείο θα χρειαστεί να στείλει το βιογραφικό της ξεχωριστά στο κάθε σχολείο, στο οποίο ενδιαφέρεται να δουλέψει. Τα σχολεία θα αξιολογήσουν το βιογραφικό και αν κάποιος ενδιαφέρεται, θα την καλέσει σε συνέντευξη. Αν προσληφθεί, θα είναι στην αρχή δοκιμαστικά για έξι μήνες (όπως γίνεται σε όλες τις εργασιακές θέσεις) και κατόπιν θα την αξιολογήσουν για να δουν αν θα κάνουν νέα σύμβαση μεγαλύτερης διάρκειας. Αν λοιπόν στο μεταξύ διαπιστωθεί ότι είναι «αλλόφρων», άσχετη ή για οποιοδήποτε λόγο ακατάλληλη, θα απολυθεί. Και συνεχίζοντας, πρόσθεσε η μητέρα «στο μεταξύ εμείς "κάνουμε τον σταυρό μας" να πέσουμε σε καλό δάσκαλο μια και ότι και να είναι ο εκπαιδευτικός δεν τον κουνάει κανείς».

Στη χώρα μας εδώ και δεκαετίες έχει επικρατήσει η λογική ότι το επίκεντρο του εκπαιδευτικού συστήματος είναι ο εκπαιδευτικός και όχι ο μαθητής. Έτσι, προηγούνται οι οικογενειακές και επαγγελματικές ανάγκες των εκπαιδευτικών με αποσπάσεις, μετατάξεις κτλ. και θεωρείται ότι η ύπαρξη απλώς ενός εκπαιδευτικού στην τάξη είναι αρκετή για να ικανοποιήσει τις εκπαιδευτικές ανάγκες.

Θα λυθεί κάποτε το πρόβλημα; Μακάρι. Γιατί αλλιώς, δύσκολα θα υπάρξει σωστή εκπαίδευση.


Wednesday, July 15, 2015

Σχολιασμός της συνέντευξης του Α. Τσίπρα στην ΕΡΤ (14/7/15) σε 31 tweets

Ένα από τα πλεονεκτήματα του twitter είναι ότι επιτρέπει να σχολιάσει κανείς άμεσα κάτι που υποπίπτει στην αντίληψή του, ή να καταγράψει κάτι που αισθάνεται, χωρίς να το υποβάλει στην βάσανο της επανεξέτασης.

Αυτό έκανα και εγώ χθες βράδυ, παρακολουθώντας την συνέντευξη του Α. Τσίπρα. Καθώς άκουγα, σχολίαζα στο twitter.

Παραθέτω στην συνέχεια το timeline των tweets. (Σε εισαγωγικά, οι φράσεις του ΠΘ).

1. Το πρόβλημα με τον συλλογισμό Τσίπρα (για το αδιέξοδο στο οποίο βρέθηκε στην σύνοδο κορυφής) βρίσκεται στο ότι έχει αφετηρία το τέλος Ιουνίου. Αγνοεί τους 5 μήνες που προηγήθηκαν και τι έκανε τότε.

2. "Ήπια η δημοσιονομική προσαρμογή" Are you kidding?

3. Γιατί "επιβλήθηκαν" τα μέτρα σε αυτή την κυβέρνηση ενώ οι προηγούμενες ήταν "πουλημένες";

4. "Η χώρα παίρνει 82 δις". Όχι ακριβώς η χώρα...

5. "Αναλαμβάνω πλήρως τις ευθύνες μου". Πως;

6. "Δεν δίνει κανείς χρήματα χωρίς προαπαιτούμενα". Αυτό ξεκίνησε από τον 6ο του 15;

7. "Είχα την πεποίθηση πριν το δημοψήφισμα ότι θα μας δοθεί παράταση". Με ποια δεδομένα;

8. "Επιβλήθηκε με σκληρό τρόπο η λιτότητα". Και αυτό από τον 6/15;

9. "Να παραμείνουμε (στην κυβέρνηση) ως τότε" (τις εκλογές στην Ισπανία). Και μετά;

10. "Ποιο πολιτικό σχέδιο υπηρετεί ο καθένας"! (Για την αριστερή πλατφόρμα!!!).

11."Πήγα παντού, Ρωσία, Αμερική και κανείς δεν μου είπε ότι θα βοηθήσει". Όταν το έλεγε ο ΓΑΠ ήταν προδότης και πουλημένος στους ξένους...

12. "Όταν συνειδητοποίησα το σχέδιο Σόιμπλε... (πριν 2 μήνες)". Μα το είχε πει στον Βενιζέλο από το 12!

13. 2015: "Δεν ήταν στόχος μου να φύγω από το ευρώ". 2012(;): "Το ευρώ δεν είναι φετίχ"

14. "Δεν θα επιτρέψω σε κανένα..."

15. "Θα πω, στα εύκολα ήμουν εδώ, στα δύσκολα βγάλε τα πέρα μόνος σου; (στον λαό)". Εύκολα μέχρι τώρα; Ποιος τα έκανε δύσκολα;

16. "Τα παίρνω εγώ τα λάθη". Σωστός.

17. "Το ότι κάποιος είναι καλός οικονομολόγος δεν σημαίνει ότι είναι καλός πολιτικός". Μα εσύ τον ανέδειξες στην πολιτική!

18. "Εξαιρετικός οικονομολόγος". Με ποια διεθνή ακαδημαϊκά στάνταρντς;

19. "Όταν πλέον κατάλαβα τις συνέπειες..." Οι άλλοι που κατάλαβαν πολύ νωρίτερα ήταν Πινοσετ...

20. "Δεν επιτρέπω σε κανένα να αμφισβητήσει ότι όσα έκανα, τα έκανα για το συλλογικό καλό". Ενώ ο ΓΑΠ τα έκανε για τα CDS του Αντρίκου...

21. "Στο τέλος πέρασε η πρόταση που κάναμε εμείς"! Σκέψου να πέρναγε η πρόταση των άλλων...

22. "Όταν υπάρχει ένα σοκ εμπιστοσύνης"... Ποιος το προκάλεσε;

23. "Σέβομαι την στάση που θα πάρει ο κάθε βουλευτής". Σωστό, αλλά σε αντίφαση με τα προηγούμενα.

24. Ποιος αξιολογεί αν κάποιος δεν παίρνει τις ευθύνες του;

25. "Οι 9 χιλ προσλήψεις δεν έχουν δημοσιονομική επίπτωση". "Γιατί μπορούμε να κάνουμε 15 χιλ". Πρόκειται για συγκρίσιμες περιπτώσεις;

26. Περιμένω την ερώτηση: "Με την εξεταστική για το μνημόνιο τι θα γίνει κύριε ΠΘ; Θα κληθείτε κι εσείς;" Δεν έχει δημοσιογραφικό ενδιαφέρον;

27. "Παντός καιρού δεν είναι κανένας". Θα ήταν ο πρώτος;

28. "Εξαιρετική σχέση με Πάνο Καμμένο". Αυτή είναι η πραγματική ιδεολογική συνθηκολόγηση, όχι το μνημόνιο.

29. "Ένας ΠΘ πρέπει να λέει την αλήθεια". Γιατί μέχρι να γίνει, προφανώς έλεγε ψεύδη.

30. Συμπέρασμα από την συνέντευξη: ο Τσίπρας πέρασε από την αθώα και άνευ ευθυνών παιδική ηλικία, σε μια πιο ώριμη εφηβεία. Ενηλικίωση ακόμα όχι.

31. Ο Τσίπρας απόψε μας είπε (στην δική του γλώσσα): Πήγα και έφαγα τα μούτρα μου (και της χώρας) και τελικά είχε δίκιο ο ΓΑΠ.



Tuesday, June 30, 2015

Γιατί δυσκολεύομαι να ψηφίσω ΟΧΙ στο δημοψήφισμα της Κυριακής


Οι παράμετροι που παίρνει υπ’ όψη του κάθε πολίτης πριν αποφασίσει τι θα ψηφίσει σε εκλογές ή σε δημοψηφίσματα είναι πολλές. Οι περισσότερες σχετίζονται με προσωπικά θέματα (θέματα που απασχολούν τον ίδιο τον πολίτη, τα οικονομικά του, την οικογένειά του κ.λ.π.). Υπάρχουν όμως και τα γενικώτερα «μακροσκοπικά ζητήματα» που ο πολίτης έχει υποχρέωση να λάβει υπ’ όψη του, ανεξάρτητα από την έμφαση με την οποία αυτό θα γίνει.
Το δημοψήφισμα, έχει μία ιδιαιτερότητα σε σχέση με τις εκλογές. Στο δημοψήφισμα, ο πολίτης υποχρεώνεται να απαντήσει με τα δεδομένα της στιγμής για θέματα που μπορεί να επηρεάσουν την ζωή του, αλλά και την ζωή των μελλοντικών γενεών καθοριστικά.
Το συγκεκριμένο δημοψήφισμα που έχει αναγγείλει η κυβέρνηση έχει αυτά τα στοιχεία στην ακραία τους μορφή.
Στην χώρα μας, για ακόμα μία φορά θα συγκρουσθούν δύο προσεγγίσεις που μας ταλανίζουν ιστορικά ως έθνος. Αυτή του συναισθήματος και του ψυχισμού με αυτήν της νηφάλιας λογικής.
Ως Έλληνες, είμαστε μαθημένοι στο ΟΧΙ και είμαστε υπερήφανοι όταν μας δίνεται η ευκαιρία να το διατυπώσουμε. Έχουμε παράδοση να επαναστατούμε και όχι να υποτασσόμεθα. Στην συγκεκριμένη περίπτωση και με όσα έχουν συμβεί τα τελευταία χρόνια, ο καθένας από εμάς θέλει να πει ένα «ΟΧΙ, παρατάτε μας πια», παρά ένα ΝΑΙ που όπως όλα δείχνουν θα επιβαρύνει μία ήδη κακή κατάσταση.
Ας ξεκινήσουμε από τα αντικειμενικά δεδομένα: Εκτιμώ ότι είναι λίγοι αυτοί που πιστεύουν πως η πρόταση των δανειστών θα βελτιώσει τα πράγματα για την Ελλάδα ή για την Ευρώπη. Το πιθανότερο είναι ότι τα πράγματα θα χειροτερέψουν σταδιακά και για τις δύο πλευρές.
 (Φοβάμαι ότι η παρούσα λογική στην ΕΕ είναι ας βρούμε τώρα μία λύση και άστο γι’αργότερα – επίσης η ακραία πόλωση που έχει δημιουργηθεί δεν επιτρέπει  στην κάθε πλευρά να δει τα πράγματα νηφάλια, να μάθει από τα λάθη της, και να προχωρήσει διαφορετικά, και σ’αυτό έχουν ευθύνη και οι δύο πλευρές.)
Προς αυτή την κατεύθυνση συνηγορούν και οι απόψεις κορυφαίων προοδευτικών οικονομολόγων (π.χ. Στίγκλιτς, Κρούγκμαν). Οι οικονομικές τους αναλύσεις για τα μνημόνια και για το οικονομικό μέλλον σε σχέση με την πρόταση των δανειστών είναι πολύ πειστικές και τεκμηριωμένες. Εξ άλλου δεν χρειάζεται κανείς να δει και να μελετήσει πολλά πράγματα για να οδηγηθεί στο συμπέρασμα ότι οι μέχρι τώρα πρακτικές που εφαρμόσθηκαν με βάση τις απόψεις των δανειστών απέτυχαν.
Επίσης, εδώ που έχουν φθάσει τα πράγματα θα μπορούσε να πει κανείς ότι χρειάζεται ενα restart, τόσο για την Ελλάδα όσο και για την Ευρώπη. Και αυτό θα μπορούσε να προκληθεί με ένα δυνατό ΟΧΙ στο δημοψήφισμα.
Εδώ όμως αρχίζουν οι δυσκολίες: Όταν κανείς βρίσκεται μακριά από το πρόβλημα είναι εύκολο, αλλά επικίνδυνο να προχωρήσει πέρα από την ανάλυση (η οποία είναι λογική) σε συστάσεις. Π.χ., ο Κρούγκμαν και ο Στίγκλιτς προτείνουν στους Έλληνες να ψηφίσουν ΟΧΙ. Ο τελευταίος, μάλιστα, προχωρά παραπέρα και λέει ότι θα ψήφιζε ο ίδιος OXI. Πώς μπορεί να το πεί αυτό όμως όταν η άποψή του εκ των πραγμάτων στηρίζεται σε μακροσκοπικά μεγέθη, χωρίς να έχει ο ίδιος προσωπικό διακύβευμα;  Ο Στάλιν είχε πεί ότι ένας θάνατος είναι μια τραγωδία, αλλά ένα εκατομμύριο θάνατοι είναι μία στατιστική. Θέλω να πώ ότι για τους ίδιους αυτούς αναλυτές, όπως και για άλλους στο εσωτερικό (στους οποίους αναφέρομαι παρακάτω), το αποτέλεσμα αυτής της ψήφου δεν θα έχει καμιά επίδραση σε προσωπικό επίπεδο, όποιο και να είναι.  Το ίδιο ίσως συμβαίνει και με όσους από εμάς είμαστε κάποιας ηλικίας και ανοιχτόμυαλα είμαστε διατεθειμένοι να εξετάσουμε το ενδεχόμενο ότι ένα ΟΧΙ θα ήταν ίσως βραχυπρόθεσμα άσχημο για εμάς τους ίδιους, αλλά καλύτερο για τις επόμενες γενεές.
Ας σκεφθούμε όμως τι σημαίνει αυτή η σύσταση σε κάποιον τριαντάρη που είναι άνεργος ή ενδεχομένως έχει μία προσωρινή απασχόληση με πολύ χαμηλό εισόδημα που του επιτρέπει να περνά καθημερινά με την βοήθεια, όμως, από τους γονείς του. Κάποιον, ο οποίος δεν έχει φταίξει σε τίποτα για να φτάσει η χώρα εδώ που βρίσκεται. Πώς μπορεί κανείς να ζητήσει από αυτόν να κάνει μία θυσία για τα παιδιά του όταν κανείς δεν του εξηγεί ποια θα είναι η εξέλιξη των πραγμάτων εάν η γνώμη του είναι ΟΧΙ; Ιδιαίτερα μάλιστα όταν ο ίδιος δεν ξέρει καν αν και πότε θα αποκτήσει παιδιά γιατί τα δεδομένα του δεν του επιτρέπουν να ξεκινήσει μια οικογένεια.
Οι ιδιοι προβληματισμοί ισχύουν και για συνταξιούχους μεγάλης ηλικίας με μικρή σύνταξη. Ποιά είναι γι’ αυτούς η μακροπρόθεσμη ωφέλεια ενός ΟΧΙ; Βραχυπρόθεσμα, μοιάζει όμως να είναι σαν θανατική καταδίκη.
Μια και έχει γίνει πολύ της μόδας στην παρούσα κρίση το game theory, εγώ θα αναφερθώ σε μια συγγενή επιστημονική περιοχή, αυτή της θεωρίας αποφάσεων (decision theory). Εκεί οι αποφάσεις και οι στρατηγικές στηρίζονται στο ρίσκο που αντιστοιχεί στην κάθε μία. Διαφορετικό το ρίσκο μακροσκοπικά για μία κυβέρνηση. Διαφορετικό το ρίσκο για κάθε συγκεκριμένο πολίτη. Και σίγουρα διαφορετικό για τους ασφαλείς αναλυτές. Για τους τελευταίους, το ρίσκο είναι ακριβώς μηδέν, και σε αυτή την ακραία περίπτωση οποιαδήποτε απόφαση είναι βέλτιστη (decision theory is easy under zero risk!).
Σχεδόν μηδενικό ρίσκο έχουν και πολύ υποστηρικτές του ΟΧΙ στην Ελλάδα που λόγω της οικονομικής τους κατάστασης και του διεθνούς χαρτοφυλακίου τους δεν θα υποστούν σε μεγάλο βαθμό προσωπικές συνέπειες αν επικρατήσει το ΟΧΙ στο δημοψήφισμα της Κυριακής.
Εν κατακλείδει, η επιλογή του ΟΧΙ στηρίζεται σε κάποια σοβαρά επιχειρήματα από μακροσκοπικής απόψεως, πρώτιστα δεδομένου ότι η παρούσα συνταγή δεν έχει πετύχει. Αλλά είναι εξαιρετικά δύσκολη απόφαση σε προσωπικό επίπεδο. 
Πέραν τούτου, υπάρχουν και άλλα ζητήματα, τα οποία δυσκολεύουν κάθε καλοπροαίρετο πολίτη στην απόφασή του: ας υποθέσουμε ότι ψηφίζουμε ΟΧΙ, απορρίπτοντας την συνταγή που απέτυχε. Ποια συνταγή εν τέλει υιοθετούμε; Είναι καλύτερη;
Δεν είναι καν σαφές σε σχέση με τι θα ψηφίσουμε. Ο καθένας δίνει μία ερμηνεία. Άλλη ερμηνεία δίνει η κυβέρνηση, άλλη οι δανειστές, άλλη τα κόμματα. Το χειρότερο είναι ότι κανείς δεν έχει τον απόλυτο έλεγχο της πραγματικής ερμηνείας και της εφαρμογής του αποτελέσματος. Ειδικά για το ΟΧΙ που υποστηρίζει η κυβέρνηση. Γνωρίζει κανείς, ή έστω και η ίδια, πώς θα το διαχειρισθεί; Στην συγκεκριμένη περίπτωση, το ΟΧΙ δεν είναι εύκολα διαχειρίσιμο όπως σε άλλες περιόδους της ιστορίας. Και φυσικά η διαχείρισή του δεν εξαρτάται αποκλειστικά από την ίδια την κυβέρνηση. Για παράδειγμα, στο δημοψήφισμα για την βασιλεία, το ΟΧΙ σήμαινε απομάκρυνση του βασιλιά. Αν ο ίδιος δεν το έκανε, το κράτος και η κυβέρνηση είχαν τον τρόπο να εφαρμόσουν την απόφαση της πλειοψηφίας.
Είναι λοιπόν δύσκολο να ψηφίσει κανείς για κάτι, για το οποίο υπάρχουν διαφορετικές εκτιμήσεις. Ο πολίτης σχεδόν καλείται να ερμηνεύσει ο ίδιος το ερώτημα, να κάνει τις προβλέψεις και εικασίες του για το τι σημαίνει, και ύστερα να απαντήσει. Φαντασθείτε σε ένα θέμα εξετάσεων ο εξεταζόμενος να μην ξέρει ποιά είναι τα δεδομένα, αλλά να καλείται να εικάσει ποια είναι και να απαντήσει αναλόγως.
Στο σημείο αυτό, θα ήθελα να επισημάνω την διαφορά του δημοψηφίσματος αυτού από το προταθέν από τον Γ. Παπανδρέου το 2011. Τότε, το ερώτημα ήταν σαφές, είχε ήδη γίνει μία αναλυτική συμφωνία και ήταν το αποτέλεσμα της συμφωνίας που θα ετίθετο σε δημοψήφισμα. Επίσης, η τότε κυβέρνηση υποστήριζε την αποδοχή της συμφωνίας αυτής και επομένως θα ήταν η ίδια που θα διαχειριζόταν το αποτέλεσμα. Θα επρόκειτο για μια δημοκρατική νομιμοποίηση στο ΝΑΙ και όχι στο ΟΧΙ. Πολλοί που επικαλούνται την δημοκρατική ευαισθησία τους, δυστυχώς την είχαν χάσει κάπου στα βάθη της ψυχής τους το 2011, και την επικαλούνται τώρα à la carte. (Αυτό δεν ισχύει μόνο για το δημοψήφισμα, αλλά και για τις πράξεις νομοθετικού περιεχομένου).
Αυτό που με προβληματίζει σφόδρα επίσης είναι η ακραία επίκληση στο συναίσθημα, την οποία ανέφερα και νωρίτερα. Η κυβέρνηση ζητά από τους πολίτες να είναι νηφάλιοι, η ρητορική της όμως αναμοχλεύει πάθη και δημιουργεί θυμό και αγανάκτηση (ήδη από το 2010). Ο ίδιος ο ΠΘ ανέφερε ότι «δεν θέλω να είμαι ένας ταπεινωμένος πρωθυπουργός». Μπορεί όμως ο προσωπικός εγωϊσμός του αρχηγού να είναι πάνω από το συμφέρον του έθνους; Μπορεί ο θυμός να προηγείται της λογικής;
Παραπάνω, αναφέρθηκαν βάσιμοι λόγοι που αποτελούν μέρος μόνο μιας επιχειρηματολογίας που με συναισθηματικά κριτήρια κανείς θα ψήφιζε ΟΧΙ. Με λογικά κριτήρια και μακροοικονομικούς όρους, επίσης, κάποιος που το αποτέλεσμα δεν θα τον έθιγε προσωπικά, θα είχε σοβαρά επιχειρήματα υπέρ του ΟΧΙ.
Όταν όμως νηφάλια σκεφθεί κανείς εκείνους που θα θιγούν πραγματικά και άμεσα από το αποτέλεσμα ενός ΟΧΙ, όπως επίσης και το «μετέωρο βήμα του πελαργού» που προκύπτει μετά από το ΟΧΙ, είναι δύσκολο να υποστηρίξει την υπερψήφισή του, και μάλιστα δημόσια. Πολλώ δεν μάλλον να συστήσει σε άλλους να το κάνουν.
Ελπίζω ότι τελικά θα βρεθει μια κοινά αποδεκτή λύση μέχρι την Κυριακή με τους δανειστές ώστε τα διλήμματα να εκλείψουν.