Sunday, October 01, 2017

Ηλεκτρονικές Ψηφοφορίες και Πολιτική

Με αφορμή τη συζήτηση για την δυνατότητα να ψηφίσουν ηλεκτρονικά στις εκλογές του νέου φορέα της προοδευτικής παράταξης όσοι ενδιαφέρονται, θα ήθελα να σημειώσω μερικές σκέψεις και να καταγράψω εμπειρίες από την κυβερνητική μου θητεία.

Το ερώτημα που έχει τεθεί είναι αν είναι δυνατόν να διασφαλιστεί το αδιάβλητο της ηλεκτρονικής ψηφοφορίας.

Η Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Φώφη Γεννηματά έχει διατυπώσει μία σειρά από εύλογες ανησυχίες όσον αφορά την τεχνική πλευρά του θέματος.

Πιστεύω όμως ότι το θέμα είναι άκρως – ίσως και αποκλειστικά – πολιτικό και πολύ λιγότερο τεχνικό. Θα το εξηγήσω αυτό αφού προηγουμένως καταγράψω τις εμπειρίες μου, τις οποίες αναφέρω με αντίστροφη χρονολογική σειρά.


1: Εκλογές Πρυτάνεων

Στην προετοιμασία του νόμου για την τριτοβάθμια εκπαίδευση και όσο ήμουν Υφυπουργός με αρμοδιότητα στην τριτοβάθμια εκπαίδευση υποστήριζα ότι τους Πρυτάνεις των πανεπιστημίων θα πρέπει να τους επιλέγει το Συμβούλιο Διοίκησης μετά από μία ακαδημαϊκή διαδικασία, όπου οι υποψήφιοι θα είχαν αξιολογηθεί από τους καθηγητές και το υπόλοιπο προσωπικό του ιδρύματος. Μεσολάβησε η παραίτησή μου τον Ιούνιο του 2011 και τελικά υιοθετήθηκε η άποψη οι Πρυτάνεις να εκλέγονται με ψηφοφορία από τους καθηγητές του πανεπιστημίου. Συμμετέχοντας σε συσκέψεις, χωρίς κάποια αρμοδιότητα μετά την παραίτησή μου, υποστήριζα ότι αφού υιοθετήθηκε αυτή η προσέγγιση, οι εκλογές αυτές θα έπρεπε να γίνονται ηλεκτρονικά. Για προφανείς λόγους και επιφυλάξεις υιοθετήθηκε τελικά η κλασική μέθοδος της αυτοπρόσωπης ψηφοφορίας με κάλπη. Όταν οι διαφωνούντες όμως μπλοκάρισαν τις εκλογές με κλείδωμα αιθουσών και διάφορους άλλους τρόπους, αποφασίστηκε να υιοθετηθεί η ηλεκτρονική ψηφοφορία. Τη διαδικασία οργάνωσε και υλοποίησε κρατική μονάδα που υποστηρίζει επί χρόνια το Υπουργείο Παιδείας.

Όσο καιρό εφαρμόστηκε το σύστημα αυτό λειτούργησε εξαιρετικά. Όσον αφορά βέβαια την τεχνική πλευρά, γιατί στην πολιτική απέτυχε λόγω των πολιτικών δεδομένων που προέκυψαν μετά τις εκλογές του 2015.


2: Ηλεκτρονική υποβολή ερευνητικών προτάσεων

Στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων μου ως Υφυπουργός Παιδείας αρμόδιος για θέματα έρευνας υιοθέτησα για πρώτη φορά στη χώρα μας την ηλεκτρονική υποβολή των ερευνητικών προτάσεων. Σε αυτή την πρωτοβουλία υπήρξαν πολλές αντιρρήσεις, κυρίως από τους συναδέλφους μου καθηγητές πανεπιστημίου για θέματα ασφάλειας κτλ. Θεωρούσα όμως, ότι η αξιολόγηση των προτάσεων εντός της χώρας από συναδέλφους αυτών που τις είχαν υποβάλει άφηνε πολλά περιθώρια για αδιαφάνεια και συναλλαγές. Και δεν ήταν μόνο η εντύπωσή μου, είχα πολλές μαρτυρίες επ’ αυτού. Αυτός ήταν ο λόγος που αποφάσισα οι προτάσεις να αξιολογούνται αποκλειστικά από επιστήμονες του εξωτερικού. Για να γίνει όμως αυτό, έπρεπε οι προτάσεις να υποβάλλονται ηλεκτρονικά για να μην χαθούμε στη γραφειοκρατία των ταχυδρομικών συναλλαγών που θα υπέσκαπτε το όλο εγχείρημα.

Η όλη διαδικασία λειτούργησε θαυμάσια. Η πλατφόρμα φτιάχτηκε από δύο ενθουσιώδεις και κεφάτους συνεργάτες με μηδενικό κόστος. Ούτε ιδιωτικές εταιρίες ούτε συμβάσεις με εξωτερικούε συνεργάτες. Από ό,τι αντιλαμβάνομαι είναι από τα λίγα πράγματα που δεν έχουν ανατραπεί μέχρι σήμερα.


3: Ηλεκτρονικό μηχανογραφικό

Έχοντας την αρμοδιότητα των πανελλαδικών εξετάσεων ως Υφυπουργός Παιδείας στην κυβέρνηση Παπανδρέου διαπίστωσα ότι εξακολουθούσε να υφίσταται η μεγάλη ταλαιπωρία των υποψηφίων και των γονιών τους, που την περίοδο υποβολής μηχανογραφικών θα έπρεπε να κάνουν ουρές έξω από τα σχολεία περιμένοντας τη σειρά τους για να μπουν στην αίθουσα όπου βρίσκονταν οι υπεύθυνοι, να καταθέσουν το μηχανογραφικό, αφού φυσικά συζητούσαν πρώτα με τους υπευθύνους. Θεώρησα ότι αυτό θα έπρεπε να αλλάξει και τα μηχανογραφικά να υποβάλλονται ηλεκτρονικά για να σταματήσει αυτή η ταλαιπωρία. Κανένα πολιτικό στέλεχος από αυτά που άκουσαν την άποψή μου δεν διαφώνησε επί της ουσίας, αλλά διατύπωσαν έντονες επιφυλάξεις για το πόσο αυτό θα ήταν εφικτό να γίνει άμεσα, δηλ. εντός του 2011. Η πολιτική άποψη μάλιστα ήταν ότι «καλή είναι αυτή η ιδέα και θα πρέπει να γίνει, αλλά ας το αφήσουμε για του χρόνου για να το προετοιμάσουμε καλύτερα». Γνωρίζοντας ότι στην Ελλάδα το «του χρόνου» ίσως σήμαινε «ποτέ», δεδομένης και της ρευστότητας στα ελληνικά πολιτικά πράγματα διαχρονικά, επέμεινα ότι αυτό έπρεπε να γίνει τη συγκεκριμένη χρονιά. Οι τεχνικές αντιρρήσεις ήταν πολλές με επιχειρήματα του τύπου «θα μπορούν να μπουν και άλλοι και να αλλάξουν το μηχανογραφικό υποψηφίων», «μπορεί να πέσει το σύστημα μέσα στη διαδικασία και αυτή να καθυστερήσει», ή ότι αν κάτι πάει στραβά σε αυτή τη διαδικασία, ίσως θα πέσει και η κυβέρνηση δεδομένης της σημασίας των πανελλαδικών εξετάσεων στα ελληνικά πράγματα. Αυτό ήταν και το ισχυρότερο πολιτικό επιχείρημα.

Με μία ομάδα τεσσάρων ή πέντε υπαλλήλων του Υπουργείου Παιδείας ξεκινήσαμε την προσπάθεια αυτή. Με κέφι και με διάθεση, ξενυχτώντας πολλές φορές στο Μαρούσι, για να κάνουμε αυτό που εθεωρείτο ακατόρθωτο. Δεν κάναμε σύμβαση με καμιά εταιρεία ιδιωτική ή δημόσια, ούτε και απευθυνθήκαμε σε άτομα εκτός Υπουργείου. Όλα αυτά έγιναν από το προσωπικό του Υπουργείου Παιδείας, που ίσως για πρώτη φορά ένιωσε τέτοια εμπιστοσύνη στις ικανότητές του.

Η διαδικασία ολοκληρώθηκε. Όλα έγιναν χωρίς το παραμικρό πρόβλημα. Οι υποψήφιοι είχαν τον χρόνο να κάθονται στο σπίτι τους να φτιάχνουν το μηχανογραφικό τους, να το σώζουν προσωρινά και να επανέρχονται σε αυτό. Να συζητούν με όποιον ήθελαν, όποτε ήθελαν για όση ώρα ήθελαν. Αναρωτιέμαι αν αυτό θα είχε γίνει αν είχε αναβληθεί τότε.


4: OpenGov

Μία εβδομάδα περίπου πριν τις εκλογές του 2009 ο Γ.Α. Παπαπανδρέου στην τελευταία ίσως προεκλογική του ομιλία δεσμεύτηκε ότι όλες οι επιλογές στελεχών της δημόσιας διοίκησης που θα γίνονται από την κυβέρνηση, θα γίνονταν με ανοιχτές διαδικασίες και αξιολόγηση όσων ενδιαφερθούν να συμμετέχουν σε αυτές. Κανείς δεν πίστευε τότε ότι αυτό θα γίνει, κατ’ αρχήν για πολιτικούς λόγους, αλλά και για τεχνικούς. Να θυμίσω ότι μέχρι τότε ούτε καν το ΑΣΕΠ με μακροχρόνια εμπειρία σε διαδικασίες επιλογής στελεχών δεν είχε εφαρμόσει ηλεκτρονικό μηχανισμό υποβολής υποψηφιοτήτων. Οι αιτήσεις στοιβάζονταν σε κούτες στα γραφεία του ΑΣΕΠ και από εκεί προχωρούσε η διαδικασία.

Δύο μέρες μετά τις εκλογές ο τότε Πρωθυπουργός ζήτησε από μία ομάδα συνεργατών του (οκτώ αν θυμάμαι καλά), μεταξύ των οποίων νομικοί και φυσικά πολιτικά στελέχη, να του κάνουν πρόταση για τη διαδικασία υλοποίησης αυτής της εξαγγελίας. Η συνάντηση που έγινε στο Μέγαρο Μαξίμου κράτησε αρκετές ώρες. Εκεί φάνηκε η διαφορετική αντίληψη των συμμετεχόντων. Διατυπώθηκαν εύλογες αντιρρήσεις για τη δυνατότητα να διαμορφωθεί η κατάλληλη ηλεκτρονική βάση δεδομένων όπου θα υποβάλλονταν οι αιτήσεις των ενδιαφερομένων, αλλά και για την νομιμότητα της διαδικασίας όσον αφορά την υποβολή των στοιχείων κάθε ενδιαφερόμενου. Στη συνάντηση φάνηκε ότι επτά από τους οκτώ συμμετέχοντες πίστευαν ότι η διαδικασία αυτή δεν μπορούσε και δεν έπρεπε να εφαρμοστεί. Έγινε επικοινωνία με τον Πρωθυπουργό και εκείνος ζήτησε από όλους μας να καταγράψουμε την άποψή μας με την επιχειρηματολογία μας και να του τη στείλουμε. Πράγματι, όπως προανέφερα, οι επτά διατύπωσαν τις αιτιολογημένες ενστάσεις τους και ένας υποστήριξε με τα δικά του επιχειρήματα την υιοθέτηση της διαδικασίας και μάλιστα ηλεκτρονικά.

Προς έκπληξη όλων ο Πρωθυπουργός απάντησε αμέσως ότι προχωράμε στη διαδικασία αυτή με πλήρη εφαρμογή της ηλεκτρονικής υποβολής υποψηφιοτήτων.

Η απόφαση αυτή ήταν βέβαια καθαρά πολιτική. Καμιά αμφιβολία δεν υπάρχει ότι και τα νομικά, αλλά και τα τεχνικά επιχειρήματα των διαφωνούντων είχαν σοβαρά ερείσματα. Όμως η απόφαση που πήρε ο Πρωθυπουργός ήταν πολιτική. Όσον αφορά το τεχνικό και νομικό μέρος η διαδικασία εφαρμόστηκε άψογα. Όπου προέκυψαν δυσκολίες, αυτές ήταν καθαρά πολιτικές από τις αντιδράσεις Υπουργών, αλλά και άλλων παραγόντων της δημόσιας ζωής για τη νέα διαδικασία που προφανώς περιόριζε σημαντικά το κομματικό κράτος και την πολιτική συναλλαγή.

Το τεχνικό μέρος το διαχειρίστηκε μία μικρή ομάδα εθελοντών του ΠΑΣΟΚ χωρίς συνεργασίες με ιδιωτικές ή άλλης μορφής εταιρείες. 


Συμπεράσματα

Τα παραπάνω αποτελούν ενδείξεις, ισχυρές κατά τη γνώμη μου, ότι η υιοθέτηση ηλεκτρονικών μεθόδων σε διάφορες διαδικασίες ευρύτερου ενδιαφέροντος, ενέχουν μεν πολιτικό ρίσκο, αλλά χρειάζονται και πολιτικό θάρρος για να υιοθετηθούν.

Γνωρίζω την Φώφη Γεννηματά από χρόνια. Είχα την ευκαιρία να συνεργαστώ μαζί της στο Υπουργείο Παιδείας και έχω τις καλύτερες αναμνήσεις από τη συνεργασία αυτή. Σε αντίθεση με τα όσα λέγονται από τους πολιτικούς της αντιπάλους, θεωρώ ότι οι αντιρρήσεις της δεν οφείλονται σε πολιτικές ανασφάλειες, αλλά σε ειλικρινή αμφιβολία για τη δυνατότητα επιτυχίας του τεχνικού μέρους του εγχειρήματος.

Γνωρίζω επίσης καλά και εκτιμώ τον Γιώργο Καμίνη. Γνώριζα το έργο του ως συνηγόρου του πολίτη (δεν εχω παρακολουθήσει την δημαρχία του). Πέραν της της συνεργασίας που είχα μαζί του στο παρελθόν, η εκτίμηση που έτρεφε γιαυτόν ο Αριστόβουλος Μάνεσης αποτελεί εγγύηση του χαρακτήρα του. Την ίδια εκτίμηση τρέφω για τον Γιάννη Ραγκούση, τον Γιάννη Μανιάτη και τον Οδυσσέα Κωνσταντινόπουλο από την κυβερνητική συνεργασία μας (παρά την πολιτική πικρία που ένοιωσα για την στάση τους απέναντι στον ΓΑΠ απο το 2011 και μετά). Με τους υπόλοιπους υποψηφίους δεν έχω συνεργαστεί αλλά δεν έχω καμιά αμφιβολία για την ειλικρίνεια των προθέσεων τους.

Κλείνω με την προσωπική μου άποψη για το πολιτικό μέρος των σημερινών αντιθέσεων σε σχέση με την ηλεκτρονική ψηφοφορία. Συμφωνώ ότι κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί ότι δεν μπορεί να υπάρξουν κίνδυνοι με την ηλεκτρονική ψηφοφορία. Η ασφαλέστερη επιλογή για να ελαχιστοποιηθούν οι κίνδυνοι είναι ο κλασικός τρόπος χωρίς καν την ηλεκτρονική σύνδεση των εκλογικών κέντρων (που όπως φαίνεται μάλιστα θα στοιχίσει εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ σε μία περίοδο που οι πολίτες εκφράζουν έντονες επιφυλάξεις για οποιαδήποτε ενέργεια προκαλεί κόστος που δεν είναι απαραίτητο).

Κατά τη γνώμη μου η συζήτηση μεταξύ των υποψηφίων και της αρμόδιας επιτροπής δεν είναι το κατά πόσον μπορεί να διασφαλιστεί το αδιάβλητο της διαδικασίας αυτής, αλλά το κατά πόσον όλοι οι υποψήφιοι, και κυρίως τα κόμματα που συμμετέχουν στην προσπάθεια αυτή, είναι διατεθειμένοι να ομονοήσουν στην υιοθέτηση της διαδικασίας με όποιο κόστος ενδεχομένως έχει τυχόν αποτυχία της. Σε αυτό θα πρέπει ΠΟΛΙΤΙΚΑ να ζυγίσουν τα υπέρ μιας καινοτομίας που ενδεχομένως θα φέρει μεγαλύτερο αριθμό ψηφοφόρων στη διαδικασία αυτή έναντι μιας ασφαλούς διαδικασίας με τον κλασικό τρόπο που όμως πιθανότατα θα περιορίσει τον αριθμό των ψηφοφόρων.

Και φυσικά η απόφαση αυτή είναι πολιτική και όχι τεχνική.